Σύμφωνα μ’ αυτή την παραδοχή, ως αρμοδιότητα κατανοείται η ικανότητα του διοικητικού οργάνου είτε να θεσπίζει με πράξεις του μονομερώς κανόνες δικαίου (έκδοση κανονιστικών πράξεων) ή ατομικές ρυθμίσεις (έκδοση ατομικών πράξεων), να συνάπτει συμβάσεις είτε να προβαίνει σε υλικές ενέργειες. Οι προϋποθέσεις και οι συνέπειες των πράξεών του εκφεύγουν της προκείμενης ανάλυσης. Ο Υπουργός, ενεργών ως διοικητικό όργανο του Δημοσίου, ασκεί την αρμοδιότητά του εντός μιας ευρείας οργανωτικής ενότητας, ενός υπουργείου. Επειδή, όμως, στην Ελλάδα δεν υπάρχει κουλτούρα οργάνωσης και ταξινόμησης, τα υπουργεία αποτελούν, κατ’ ουσία, «κουβάδες» μέσα στους οποίους ρίχνουμε ποικίλες όσες αρμοδιότητες. Κάποιες εξ αυτών μπορεί να αφορούν το «καθ’ ύλην» αντικείμενο, ενώ κάποιες άλλες (συχνά, πολλές) αφορούν μύρια όσα άλλα άσχετα.
Αυτό το χαοτικό σύστημα, παραμένοντας προσωποκεντρικό, καταπνίγει, πέραν όλων των άλλων δεινών που προκαλεί (αντι-οικονομικότητα, ελλιπής αποτελεσματικότητα και αποδοτικότητα), κάθε πρωτοβουλία, μετατρέποντας την εκτελεστική μηχανή του δημοσίου σε παραγωγό υπηρεσιακών σημειωμάτων. Κατά πάγια διοικητική πρακτική, ο υπουργός πρέπει να ερωτάται ακόμη και για θέματα στα οποία δεν έχει ιδέα ή ανάμειξη. Το αδιέξοδο αποτυπώνεται στο γράφημα που ακολουθεί.
Πέρα από τις ειδικότερες λεπτομέρειες για την διαχείριση ενός τόσο συγκεντρωτικού συστήματος, είναι σημαντικό να κατανοηθεί ότι σ’ ένα τέτοιο, απολύτως προσωποκεντρικό σύστημα, η κοινωνική διαφοροποίηση είναι ελλιπέστατη. Η εξάρτηση της κοινωνίας από τους πολιτικούς είναι σχεδόν ολοκληρωτική. Εάν, όμως, υπήρχε εύρωστη διοίκηση, μη κομματικά ποδηγετούμενη αστυνόμευση ή αποδοτική πολιτική γεωργίας, θα είχαν δημιουργήσει μηχανισμούς αυτο-προστασίας τους, δηλαδή, δεν θα επέτρεπαν στον εκάστοτε υπουργό να ρυθμίζει, κατά το δοκούν, τα ζητήματα του πεδίου πολιτικής. Είναι αυτή ακριβώς η περιορισμένη αυτονομία των κοινωνικών συστημάτων που επιτρέπει στην πλειοψηφία των υπουργών των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ που διαχειρίζονται τις κρατικές υποθέσεις ως προσωπική τους και, μάλιστα, κομματική υπόθεση.
– Το πρόβλημα που δημιουργούν οι αρμοδιότητες εκτείνεται, ωστόσο, πέραν της ιδιοποίησής τους από τους υπουργούς. Βασικά, οι αρμοδιότητες αποτελούν τον κεντρικό μηχανισμό για την αναπαραγωγή του πελατειακού κράτους. Την τεκμηρίωση αυτή της κρίσης την αποκτήσαμε πριν από 5 χρόνια, όταν οι αρμοδιότητες, για πρώτη φορά, ταξινομήθηκαν, πέραν των νομικών, και με διοικητικά κριτήρια. Η έρευνα έδειξε ευρήματα για τα οποία θα έπρεπε να υπάρξει σοβαρός προβληματισμός-ατυχώς, όμως, δεν υπήρξε κανένας. Αυτά ήταν:
– Οι υποστηρικτικές αρμοδιότητες στα Υπουργεία ισομοιράζονται ή, ενίοτε, πλειοψηφούν των επιτελικών. Συμπέρασμα πρώτο: Επείγει η κατάργηση των υποστηρικτικών αρμοδιοτήτων έτσι ώστε οι υποστηρικτικές να μην είναι περισσότερες από το 20% του συνόλου των αρμοδιοτήτων. Αυτό μπορεί να γίνει είτε με την ρητή κατάργηση των πεπαλαιωμένων, συνήθως, αρμοδιοτήτων είτε με την αποκάθαρσή τους, την ένταξή τους σε μεγάλες ομάδες και την ταυτόχρονη μεταφορά τους σε άλλα επίπεδα διοίκησης.
– Οι επιτελικές αρμοδιότητες παρουσιάζουν πληθωρισμό και μεγάλη διασπορά. Υπάρχουν, επί παραδείγματι, εκατοντάδες αρμοδιότητες στρατηγικού σχεδιασμού που επισύρουν, με τη σειρά τους εκατοντάδες δομές. Η εγγύτερη εξέτασή τους δείχνει ότι επικαλύπτονται σε μεγάλο βαθμό ενώ ο αριθμός τους θα μπορούσε να είναι πολύ μικρότερος. Επείγει η αποκάθαρση και η συστηματοποίησή τους σε λίγες ομοειδείς ομάδες.
– Οι αρμοδιότητες αποδίδονταν στο παρελθόν, ιδίως, με προεδρικά Διατάγματα, ούτως ώστε να υπάρξει ο απαραίτητος έλεγχος νομιμότητας. Κατά τα τελευταία χρόνια παρατηρείται διολίσθηση στην απονομή αρμοδιοτήτων όχι μόνο μέσω νόμων αλλά ακόμη και μέσω υπουργικών αποφάσεων. Υποστηρίζουμε ότι καμία αρμοδιότητα δεν πρέπει να εκχωρείται σ’ ένα φορέα, εάν δεν υπάρχει προηγούμενη τεκμηριωμένη ανάλυση επιπτώσεων καθώς και μελέτη κόστους-ωφέλειας ως προς την άσκησή της από το δημόσιο.
Η μοναδική περίπτωση να αντιμετωπίσουμε στον πυρήνα του το πρόβλημα του πολυδάπανου δημοσίου είναι να επανεξετάσουμε το πλέγμα των αρμοδιοτήτων που κεντρικού κράτους. Όλα τα υπόλοιπα είναι ημίμετρα.
Μέχρι στιγμής, όμως, ούτε οι δανειστές ούτε τα εθνικά κόμματα προτάσσουν την μεταρρύθμιση του συστήματος των αρμοδιοτήτων. Θα συμβεί, άραγε, στο άμεσο μέλλον;