Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι ο κ. Τσίπρας πρέπει να καταλάβει ότι τίποτα δεν είναι δεδομένο στην προσεχή εκλογή. Και πολύ περισσότερο δεν είναι δεδομένη όχι μόνο η αυτοδυναμία, αλλά ούτε καν η νίκη του ΣΥΡΙΖΑ την οποία ήταν πεπεισμένος ότι πετύχει πριν από ένα 15νθήμερο.
Τι άλλαξε άραγε και οι εκλογές μπορεί να γυρίζουν μπούμερανγκ για τον κ. Τσίπρα;
Πρώτα απ’ όλα φάνηκε καθαρά ότι η χώρα οδηγείται σε εκλογές όχι γιατί υπάρχει πρόβλημα αδυναμίας σχηματισμού κυβέρνησης από την παρούσα Βουλή αλλά γιατί ο ίδιος δεν είναι ικανός να επιλύσει τα εσωκομματικά του προβλήματα και αντί να λάβει αυτός τις επιβεβλημένες αποφάσεις καλεί τον λαό να τις λάβει- αντ’ αυτού – αποφάσεις με την ψήφο του.
Η τακτική του κ. Τσίπρα έγινε απόλυτα αντιληπτή από τη στιγμή που ο κ. Μεϊμαράκης ακολουθώντας τις επιταγές του Συντάγματος του προσέφερε την αυτονόητα αναγκαία συνεννόηση και συναίνεση προκειμένου να σχηματισθεί κυβέρνηση μακράς πνοής και με συγκεκριμένο στόχο, από αυτή τη Βουλή, ώστε να αποφευχθούν οι κατά κοινή ομολογία επώδυνες εκλογές για την οικονομία.
Και φυσικά το ερώτημα που έθεσε ο κ. Μεϊμαράκης, ότι αφού ο κ. Τσίπρας αρνείται ακόμα και να συναντηθεί με τους αρχηγούς των λοιπών κομμάτων πώς θα συνεννοηθεί μετεκλογικά μαζί τους για να σχηματίσει κυβέρνηση, είναι ερώτημα ρεαλιστικό και αποτυπώνει το αδιέξοδο στο οποίο μας οδηγεί ο κ. Τσίπρας.
Το δεύτερο πρόβλημα του κ. Τσίπρα είναι ο μεγάλος αριθμός στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ που τον εγκαταλείπουν και είτε προσχωρούν στο κόμμα του κ. Λαφαζάνη είτε αρνούνται να κατέλθουν στις εκλογές.
Σύμφωνα με τη δημοσκόπηση της BILD το ποσοστό εκκίνησης του κ. Λαφαζάνη είναι 8%, που σημαίνει ότι αν η «Λαϊκή Ενότητα» το χειρισθεί σωστά τότε θα κερδίσει και άλλο… Ο κ. Λαφαζάνης μάλιστα ελπίζει σε αυτό που τρομάζει τον κ. Τσίπρα: Στην περαιτέρω όξυνση του εμφυλίου. Στην παγίδα του εμφυλίου έχει πέσει όλος ο ΣΥΡΙΖΑ και όσο τα στελέχη του επιτίθενται στους διασπαστές της ΛΑ.ΕΝ. τόσο πιο αναγνωρίσιμα κάνουν τα εν λόγω στελέχη και τόσο πιο διακριτές καθιστούν τις διαφορές του σημερινού ΣΥΡΙΖΑ από εκείνον της προεκλογικής περιόδου του Ιανουαρίου. Και φυσικά τόσο περισσότερο κάνουν εμφανή την πολιτική ασυνέπεια του ΣΥΡΙΖΑ. Με λίγα λόγια, όσο περισσότερο οξύνεται το κλίμα μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και ΛΑ.ΕΝ. τόσο περισσότερο ωφελείται ο κ. Λαφαζάνης και τόσο περισσότερα ποσοστά θα χάνει ο κ. Τσίπρας, το προφίλ του οποίου αποδομείται από τους πρώην συντρόφους του, οι οποίοι καθημερινά διακηρύσσουν ότι ο πρώην αρχηγός τους είναι πλέον ένας ακόμα μνημονιακός πρωθυπουργός…
Μπροστά σε αυτό το σκηνικό η ΝΔ και ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης έχουν μια μοναδική ευκαιρία: Να βγει η παράταξη πρώτο κόμμα και να είναι αυτή ο κορμός για τον σχηματισμό κυβέρνησης.
Για να συμβεί όμως αυτό η ΝΔ θα πρέπει να πάρει συγκεκριμένες αποφάσεις και να κάνει συγκεκριμένες κινήσεις.
Θα πρέπει ο κ. Μεϊμαράκης να μην ανταποκριθεί στο κάλεσμα μίσους και πολιτικής όξυνσης που επιχειρεί ο κ. Τσίπρας για να συσπειρώσει τους ψηφοφόρους του. Οι πολίτες έχουν κουραστεί από τις ανούσιες πολιτικές αντιπαραθέσεις. Οι νέοι ψηφοφόροι ακόμα περισσότερο. Προτάσεις που θα οδηγήσουν σε λύσεις των προβλημάτων τους θέλουν να ακούσουν και να δουν μια αχτίδα φωτός στη μαυρίλα που κρύβει το μέλλον τους. Η μάχη μεταξύ μνημονιακών και αντιμνημονιακών πλέον δεν υφίσταται από τη στιγμή που ο κ. Τσίπρας επέβαλε το πιο σκληρό μνημόνιο που γνώρισε η χώρα. Άλλωστε σήμερα που ο κ. Τσίπρας αποδείχθηκε «μια από τα ίδια» στα μάτια των πολιτών που τον πίστεψαν η μάχη θα δοθεί σε άλλα μετερίζια. Εκεί που βρίσκονται τα πραγματικά προβλήματα του λαού.
Η ΝΔ πρέπει να δώσει ελπίδα λέγοντας την αλήθεια, προτείνοντας λύσεις με λογική. Εκείνο που έχει ανάγκη η χώρα είναι η επανάσταση της λογικής.
Δεν αρκούν διαβεβαιώσεις ότι η ΝΔ αν γίνει κυβέρνηση θα μειώσει τη φορολογία. «Ποια φορολογία;», θα απαντήσει ο ΣΥΡΙΖΑ, «αυτή που εκτόξευσε στα ύψη η κυβέρνηση Σαμαρά- Βενιζέλου;»
Πρέπει για ό,τι και όσα λέει η ΝΔ να είναι απολύτως συγκεκριμένη και πειστική. Πράγματι πρέπει να μειωθεί η φορολογία. Ποια επιχείρηση θα μείνει στην Ελλάδα όταν τη γειτονική Βουλγαρία η φορολόγηση των επιχειρήσεων μετά βίας ανέρχεται στο 10% και στην Ελλάδα φτάνει το 60%; Αλλά όταν και το δεύτερο και πολύ περισσότερο το τρίτο μνημόνιο έχουν ψηφισθεί με βάση αυτή την υψηλή φορολογία που προβλέπει συγκεκριμένα έσοδα για τον κρατικό προϋπολογισμό, τότε η ΝΔ για να γίνει πειστική στην εξαγγελία της θα πρέπει μαζί με την εξαγγελία να προτείνει και τα ισοδύναμα μέτρα που θα αναπληρώσουν την απώλεια των εσόδων από τον κρατικό προϋπολογισμό, αφού πλέον είναι σαφές ότι οι δανειστές δεν θέλουν να καταλάβουν ότι με τη μικρότερη φορολόγηση η οικονομία θα κινηθεί περισσότερο και τα φορολογικά έσοδα θα αυξηθούν, ενώ κανέναν δεν θα συμφέρει να μπει στον κίνδυνο να τα αποκρύψει.
Παράλληλα η ΝΔ θα πρέπει να προχωρήσει σε ανανέωση. Όχι στην επιφανειακή ανανέωση προσώπων, όπου πολλές φορές οι νεότεροι σε ηλικία είναι πιο παλαιοκομματικοί από τους παππούδες της παράταξης. Η ανανέωση που πρέπει να προχωρήσει πρέπει να έχει σχέση με τη νοοτροπία, με το ήθος και με την επαναφορά αξιών που η προηγούμενη κομματική διακυβέρνηση είχε θέσει στο περιθώριο.
Μια κίνηση που θα μπορούσε να κάνει ο κ. Μεϊμαράκης την ώρα που η Αριστερά το κ. Τσίπρα έχει χάσει την «αθωότητά της», είναι να επιβάλλει σε όλους τους υποψηφίους της παράταξης να δώσουν στη δημοσιότητα, μαζί με τα βιογραφικά τους και τα «πόθεν έσχες» τους. Και μη πει κανείς το βλακώδες επιχείρημα ότι έτσι θα μάθουν ληστές τους πιθανούς τους στόχους, γιατί οι κανένας κλέφτης δεν περιμένει τη δημοσίευση ενός «πόθεν έσχες» για να δει αν ο στόχος του είναι πλούσιος ή όχι. Αυτοί το ξέρουν καλύτερα από την εφορία.
Τα ψηφοδέλτια της ΝΔ πρέπει να στελεχώσουν επίσης άνθρωποι της αγοράς και της καθημερινότητας και όχι επαγγελματίες της πολιτικής. Ο κόσμος κουράστηκε από αυτούς.
Η ΝΔ πρέπει με κάθε τρόπο να δείξει ότι διδάχθηκε από τα λάθη του παρελθόντος και να ζητήσει συγγνώμη γι’ αυτά. Άλλωστε ο σημερινός αρχηγός της δεν ευθύνεται γι’ αυτά τα λάθη.
Το κυριότερο όμως είναι να πείσει τους πολίτες ότι έχει συγκεκριμένο σχέδιο για έξοδο από την κρίση και τα μνημόνια. Ότι έχει πρόταση για να περάσουμε επιτέλους στη φάση της ανάκαμψης και της ανάπτυξης, ότι έχει πρόταση για να αντιμετωπίσει το μεγαλύτερο κοινωνικό πρόβλημα που έχει λάβει εθνικές διαστάσεις, το πρόβλημα της ανεργίας. Ότι μπορεί να δώσει λύση στα προβλήματα της επιχειρηματικότητας, ότι μπορεί να βάλει φρένο στο κύμα της μετανάστευσης…
Όλοι ξέρουμε ότι το τρίτο μνημόνιο είναι τριετές και ότι η εντολή διακυβέρνησης θα είναι τετραετής. Η ΝΔ πρέπει εκ των προτέρων να δεσμευθεί ότι θα επιδιώξει συνεργασίες και προγραμματικές συγκλίσεις για να επιτύχει όσο το δυνατόν μεγαλύτερη και ευρύτερη κοινωνική συναίνεση στην εφαρμογή της πολιτικής της.
Πρέπει να δεσμευθεί ότι θα βρίσκεται σε μια συνεχή διαπραγμάτευση με τους δανειστές για την ελάφρυνση όρων του μνημονίου ανάλογα με την επιτυχία της εφαρμογής του. Και για την συνεχή αυτή διαπραγμάτευση πρέπει να δεσμευθεί ότι θα συστήσει μια εθνική διαπραγματευτική ομάδα την οποία θα καλέσει όλα τα κόμματα του ευρωπαϊκού τόξου να στελεχώσουν. Έτσι θα δείξει ότι η εθνική συναίνεση δεν είναι μια προεκλογική φωτοβολίδα αλλά μέρος του πιστεύω και των αξιών της παράταξης.
Ο ΣΥΡΙΖΑ μέσα σε λίγους μήνες έκανε τόσα πολλά λάθη που η ΝΔ μπορεί να κάνει πολλές προτάσεις για να τα διορθώσει και να βρει ευήκοα ώτα στο λαό. Αρκεί οι προτάσεις της να είναι ειλικρινείς και ρεαλιστικές. Αρκεί οι προτάσεις της να στηρίζονται στην κοινή λογική, στο στοιχείο, δηλαδή, που επί χρόνια απουσιάζει από την ελληνική πολιτική σκηνή.
Η ΝΔ για πρώτη φορά, από την εποχή του Κώστα Καραμανλή, βιώνει μια πρωτοφανή ενότητα. Ο κ. Μεϊμαράκης πρέπει να την αξιοποιήσει και να κινητοποιήσει το καλύτερο δυναμικό της παράταξης. Οι λογικές της παρέας πρέπει να μείνουν στο παρελθόν, για να μπορέσει η ΝΔ να ατενίσει με αισιοδοξία το μέλλον. Η ΝΔ, έχει μια μοναδική ευκαιρία να προσφέρει στη χώρα μια βιώσιμη κυβέρνηση και να είναι αυτή που θα βγάλει την Ελλάδα από τη μέγγενη των μνημονίων.
Η νίκη μπορεί να έλθει. Είναι στα χέρια μας. Αλλά για να έλθει μαζί με τη νίκη και η ελπίδα και η επιτυχία χρειάζεται συλλογικότητα, αλήθεια και κοινή λογική.