γράφει ο Νίκος Γκίκας.
Είναι φανερό πως η παράταξη στα Τρίκαλα βρίσκεται σε στασιμότητα. Ρεαλισμός δεν είναι πάντα η συνεργασία αλλά η αναζήτηση των δυνάμεων εκείνων που μπορούν να οδηγήσουν στην διεύρυνση και την άνοδο.
Ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας αναζητά το χώρο του στα αυτοδιοικητικά πράγματα της πόλης, το αποτύπωμα της ιστορικής διαδρομής και κύρια την αξιοπρέπειά του, χωρίς προστάτες και δεκανίκια. Για κάποιους βέβαια η εξουσία είναι αυτοσκοπός και μέσω αυτής η πολιτική επιβίωση. Ένας ολόκληρος κόσμος, μια τοπική παράταξη, τεχνηέντως εγκλωβίζεται σε μια παρελκυστική τακτική εσωστρέφειας και τέλματος, όπου πλέον το μη χείρον βέλτιστο. Σε μια διαπάλη ανάμεσα στην πολιτική περιθωριοποίηση ή την εξύψωση για την επόμενη ημέρα. Παρακμιακές καταστάσεις. Η παρακμή άλλωστε είναι συνώνυμο της αδιαφορίας και της διαφθοράς, μα περισσότερο γαλουχείται στη μηχανορραφία.
Οι εξελίξεις ωστόσο τρέχουν και προσπερνούν κάθε κακόβουλη επιρροή. Από το βήμα της επετειακής εκδήλωσης στο γήπεδο του Σπόρτινγκ, για τον ένα χρόνο του Κινήματος Αλλαγής, η Φώφη Γεννηματά έκανε σαφές πως ο ΣΥΡΙΖΑ του Αλέξη αποτελεί βαρίδι για τον προοδευτικό χώρο υπογραμμίζοντας πως “αυτή είναι η τελευταία κυβερνητική θητεία μιας ομάδας που καταπάτησε αρχές και αξίες. Μιας καιροσκοπικής ομάδας, χωρίς ιδεολογική ταυτότητα. Που δεν θυμίζουν τίποτε το Αριστερό, τίποτα το προοδευτικό. Που αντιθέτως, εξέθεσαν στα μάτια των πολιτών την Αριστερά και τους αγώνες της.” Και δεσμεύτηκε μάλιστα η άμοιρη με “εντολή Αυτόνομης Πορείας και εντολή Αλλαγής”.
Σε ποιους τα έλεγε άραγε; Τι κρίμα που νωρίτερα δε ρώτησε τον καθοδηγητή πατερούλη. Πως θα πορευτούν άραγε χωρίς την πληθώρα των συριζαίων προσοντούχων αυτοδιοικητικών; Χωρίς εκείνους που προσεγγίζουν τα κοινά υπό το πρίσμα των περιθωριακών και αναρχικών συλλογικοτήτων, που ενσαρκώνουν την κουλτούρα της κατάληψης σε σχολεία, σε χώρους εργασίας, σε πλατείες και κοινόχρηστους χώρους. Χωρίς τις κολεκτίβες της «αμεσοδημοκρατικής» εξαθλίωσης. Αυτούς τους πολιτικούς αυθαιρετούχους, τους ακτιβιστές του πεζοδρομίου επιδιώκουν ορισμένοι να νομιμοποιήσουν, χάρη της εξουσίας. Φαντασιώνουν ριζοσπαστικές, φιλολαϊκές δημοτικές αρχές κοινωνικής σωτηρίας με κορμό τον ανύπαρκτο ΣΥΡΙΖΑ.
Οι εμμονικοί άνθρωποι είναι ικανοί για όλα. Ο κυνισμός της πολιτικής επιβίωσης παραβλέπει κάθε αξιοπρέπεια. Η ματαιότητα ξεπερνά την ίδια την ύπαρξη. Κατ’ ουσία, για την τοπική “δημοκρατική” παράταξη, ένα βαρίδι αναζητά στασίδι. Τα θέλγητρα της μοιραίας Αντιόχειας τον παρέσυραν σαν ανέστιο, αλλά ως θαυμάσιος ικανοτήτων, επιλέγει να ελιχθεί για να επιτύχει τους στόχους του. Χωρίς πολιτική συνείδηση και αιδώ. Το ενδεχόμενο της αποτυχίας άλλωστε θα φέρει αποκλειστικά η μικρόνοια των άλλων. “… τι φταίω εγώ. Ζητώ ο ταλαίπωρος να μπαλωθώ. Ας φρόντιζαν οι κραταιοί θεοί να δημιουργήσουν έναν τέταρτο καλό. Μετά χαράς θα πήγαινα μ’ αυτόν.” Κ. Καβάφης. «Ας φρόντιζαν».