ένα ποίημα του Μάνου Μαυρομουστακάκη.
Εκπληρώσεις
Ένα ρυάκι…
Ποταμός ονειρευόταν.
Ανάλμυρο…
Με ορμή σκεφτόταν,
ορμητικό πως παρασέρνει
τα πακτωμένα του όνειρα.
Κι ύστερα πως απλωνόταν θάλασσα,
να χωρά και να χωρά,
ευχές και παρακάλια ναυτικών.
Σαν την «αλμυρισμένη»
των παραμυθιών του.
Ένα παιδί ονειρευόταν.
Στην άκρη ενός παράθυρου
άφηνε το βλέμμα του
να κυλά.
Σε χρόνια ύστερα.
Και ποτάμι γινόταν
το μικρό του βλέμμα.
Τα χρόνια πέρασαν.
Τα δυο νερά εσμίξανε
στο άδηλο το μέλλον.
Μόνο που μας κρατήσαν μυστικά
τα όνειρα που αντάλλαξαν,
που ως τότε μπόρεσαν
υγρά να τα κρατήσουν.