γράφουν ο Θάνος Καλαμίδας και η Κατερίνα Χαρίση.
Πριν από λίγο καιρό κι όταν ακόμα η άνοιξη ήταν στα σπάργανά της, βρέθηκα στο σπίτι αγαπημένου φίλου δίπλα σε μια πανέμορφη λίμνη, όπου απολαμβάνει τον πρώτο χρόνο της σύνταξής του. Αφού επιθεωρήσαμε τα κηπουρικά του επιτεύγματα και το καινούργιο του χόμπι που συμπεριλαμβάνει πολύ πηλό και άγνωστης ταυτότητας και σχήματος αντικείμενα που ο ίδιος ονομάζει βάζα, καθίσαμε στην βεράντα με την καταπληκτική θέα αναπολώντας φίλους και γνωστούς.
Στην άκρη της βεράντας υπήρχε η συνηθισμένη για τέτοια σπίτια «κούνια» όπου λικνιζόντουσαν ελαφρά τα δυο εγγόνια του που είχαν επίσης έρθει για το σαββατοκύριακο. Το αγοράκι οκτώ και το κοριτσάκι έντεκα χρονών.
Εμείς συζητούσαμε κάθε τόσο γελώντας και τσουγκρίζοντας τις μπίρες μας στο όνομα φίλων και …εχθρών ενώ τα δυο παιδιά αμίλητα παρακολουθούσαν τις οθόνες των τηλεφώνων τους. Τώρα εγώ έχω μάθει – και από προσωπική εμπειρία – ότι όταν βρίσκεσαι σε ένα σπίτι με παιδιά και ακούς …σιωπή κάτι κακό συμβαίνει, κάτι καταστρέφεται και καλά θα κάνεις να είσαι έτοιμος να πέσει η οροφή στο κεφάλι σου. Εδώ, όχι απλά είχαμε ΔΥΟ παιδιά, αλλά ήμασταν και στην βεράντα ενός καταπληκτικού σπιτιού, με ένα καταπληκτικό κήπο και τη λίμνη μόλις στα πενήντα μέτρα. Όλα αυτά με καταπληκτικό ανοιξιάτικο καιρό. Τα παιδιά …αμίλητα ακούνητα αγαλματάκια, κολλημένα στην οθόνη των τηλεφώνων τους. Ε, όσο ευχάριστος κι αν ήταν ο φίλος μου, όσο γλυκιά και δροσερή και να ήταν η μπίρα η εικόνα αυτών των δυο παιδιών δεν μπορούσε να φύγει από το …οπτικό μου πεδίο.
Ο φίλος μου κατάλαβε αμέσως τι έβλεπα και τι σκεφτόμουν, κούνησε το κεφάλι ψιθυρίζοντας κάτι για τις «νέες γενιές», ή κάτι παρόμοιο και κοίταξε απογοητευμένος προς τη λίμνη. Τώρα θα μου πείτε δυο γέροι γκρινιάρηδες συναντήθηκαν και άρχισαν να γκρινιάζουν για τα κινητά και τα γιουτούμπια, τι πρωτότυπο και τι καινούργιο!
Και ναι-και όχι. Γιατί βλέποντας τα δυο παιδιά έφαγα φλασιά από ένα άλλο εξοχικό δίπλα σε μια άλλη λίμνη αρκετά χρόνια πριν, με την κόρη μου. Ήταν μάλιστα μια πολύ συγκεκριμένη εικόνα που μου ήρθε στο μυαλό από μια πολύ συγκεκριμένη ημέρα: την ημέρα που έμαθα στην κόρη μου να παίζει …πεντόβολα! Σ’ εκείνες τις διακοπές μετά από το πρώτο …μάθημα, «έπρεπε» κάθε μέρα να παίζουμε τουλάχιστον δυο φορές πεντόβολα και μέχρι το τέλος των διακοπών η κόρη μου είχε γίνει εξπέρ που νικούσε κάθε φορά!
Έτσι και μετά από μια μικρή έρευνα στον κήπο και στο χωματόδρομο έξω από τον κήπο βρήκα πέντε …καλές πέτρες και έμαθα στα εγγόνια του φίλου μου …πεντόβολα. Τους πήρε δέκα-δεκαπεντε λεπτά για να με νικήσουν αλλά μέχρι την ώρα του βραδινού δεν ξανάπιασαν τα τηλεφωνά τους. Γιατί μετά από μερικές παρτίδες πήγαν στην παραλία να βρουν πιο …καλές πέτρες και μετά βάψανε ο καθένας τις δίκες του πέτρες για να ξεχωρίζουν και μετά κάνανε …παγκόσμιο πρωτάθλημα και το βράδυ μας έδειξαν …καινούργιες κινήσεις και κόλπα και τα τηλέφωνα έμειναν ξεχασμένα στο τραπεζάκι δίπλα στον καναπέ.
Ξέρετε κάτι, δεν προσπαθώ να πω ότι εμείς οι μεγαλύτεροι έχουμε πάντα δίκιο ή ότι δεν είμαστε γκρινιάρηδες και μάλιστα πολλές φορές άδικα, κυρίως γιατί δεν καταλαβαίνουμε ορισμένα πράγματα που είναι μακριά από αυτά που νιώθουμε εμείς άνετα όπως το γιουτούμπι. Αυτό όμως δεν σημάνει κι ότι έχουμε άδικο όταν κοιτάμε με λύπη τα σημερινά παιδιά που αναλώνουν όλη τους τη περίεργα, την ανάγκη για μάθηση και την ενέργεια, μπροστά σε μικρές τετράγωνες οθόνες.
Και όχι, δεν φτάνει να μαλώνουμε τα παιδιά για τις ώρες που περνάνε παίζοντας με ψηφιακά ποκεμόν, να γκρινιάζουμε ή να αναρωτιόμαστε γιατί μόνο αυτό τους αρέσει όταν εμείς οι ίδιοι δεν τους δίνουμε ποτέ εναλλακτικές για να διοχετεύσουν όλη αυτή την ενέργεια που βράζει μέσα τους. Το μόνο που έκανα εγώ εκείνο το σαββατοκύριακο ήταν να διαθέσω δεκαπέντε λεπτά για να τους δείξω το παιχνίδι, τη συνέχεια την έκανε η δική τους ενεργεία, ευρηματικότητα ακόμα και φαντασία. Εγώ σαν παιδί δεν είχα σκεφτεί ποτέ να βάψω τις πέτρες και να κάνω …ομάδες!
Κι όλες αυτές τις ώρες πραγματικού παιχνιδιού και δημιουργίας, το γιουτούμπι έμεινε αποκλεισμένο στον εικονικό του κόσμο.
Και τι ειρωνεία για το γιουτούμπι, τα πεντόβολα είναι ένα παιχνίδι που τα παιδιά στην Ελλάδα το έπαιζαν ακόμα και στην εποχή του Περικλή!
Και τα πεντόβολα δεν είναι το μόνο παιχνίδι που μπορεί να μοιραστεί το χρόνο του παιδιού με το γιουτούμπι. Να σας θυμίσω το σκοινί ανάμεσα στα δάχτυλα με τα πολύπλοκα σχήματα, παιχνίδι που επίσης λάτρεψε η κόρη μου, ή τις τσούκες.
Αυτό όμως που έχει σημασία είναι ότι οι εναλλακτικές για το κάθε γιουτούμπι είναι πολλές αρκεί να τις δείξουμε στο παιδί ΕΜΕΙΣ.
ΥΓ1. Αργότερα την ίδια χρονιά που έμαθα στην κόρη μου τα πεντόβολα συνάντησα την δασκάλα της, η οποία με ευχαρίστησε για το παιχνίδι που της είχα μάθει γιατί τώρα όχι μόνο το έπαιζαν όλα τα παιδιά στο διάλειμμα αλλά είχε οργανωθεί και …πρωτάθλημα!
ΥΓ2. Για τα πεντόβολα υπάρχει αναφορά ακόμα και στην Ιλιάδα όπου ο ήρωας Παλαμήδης παίζει πεντόβολα με τους συντρόφους του και ο Σοφοκλής θεωρεί τον Παλαμήδη τον δημιουργό του παιχνιδιού.