γράφουν η Κατερίνα Χαρίση και ο Θάνος Καλαμίδας.
Εκείνη
Σαν άνθρωπος που έχει μετακινηθεί και μετακομίσει πολύ και αρκετές φορές, ένα πράγμα με εντυπωσιάζει πάντα: Τα σπίτια-κλουβιά. Αυτά τα διαμερίσματα με τα θεόστενα μπαλκόνια που δε σου επιτρέπουν να βγεις και να καθίσεις έξω, παρά σε αναγκάζουν κάθε φορά που έχεις ανάγκη καθαρό αέρα κι φως, να πας κάπου.
Αυτό δε θα ήταν και τόσο σοβαρό, αν όντως είχες να πας κάπου κι όχι να βγεις από το σπίτι για να μπεις στο αυτοκίνητο ή το λεωφορείο και να πας κάπου …μέσα, σε κάποιο πχ μαγαζί.
Στο Ελσίνκι που έζησα κάποιους μήνες παρατήρησα πως ούτε εκεί τα σπίτια έχουν μεγάλες βεράντες (εκτός ίσως από αυτά των …πλουσίων), όμως εκεί μιλάμε για την εντελώς διαφορετική περίπτωση όπου η καλοκαιρία είναι σπάνια και μικρής διάρκειας κι ο κόσμος τότε του δίνει και καταλαβαίνει, όμως …έχει κάπου να πάει χωρίς να είναι μαγαζί και χωρίς να μπει στο αυτοκίνητο.
Τα οικοδομικά τετράγωνα απέχουν πολύ μεταξύ τους και ανάμεσά τους παρεμβάλλεται μια παιδική χαρά, πολύ πράσινο, πάρκα κι ολόκληρες εκτάσεις πρασινάδας και δέντρων. Υπάρχει ξεχωριστή λωρίδα για τους πεζούς και τους ποδηλάτες, πράγμα που σημαίνει ότι μπορείς να διασχίσεις ολόκληρη την πόλη σχεδόν με τα πόδια ή το ποδήλατο χωρίς να διασταυρωθείς καθόλου με την κίνηση.
Υπάρχουν καταπράσινα μονοπάτια, υπαίθρια μπάρμπεκιου να χρησιμοποιήσεις, μέχρι και βουναλάκια με χώμα και …σκουλήκια αν θες να βγεις για ψάρεμα, με ένα φτυαράκι για να τα μαζέψεις.
Ενώ εδώ… Τι;
(Εδώ κάποιοι θα έκλεβαν το φτυαράκι και τα σκουλήκια, και το χώμα για τις γλάστρες τους ή για το χαβαλέ τους).
Αυτές τις σκέψεις τις κάνω κάθε χρόνο, κάθε χειμώνα και κάθε δύσκολο καλοκαίρι, κάθε φορά που ο χρόνος για βόλτα είναι λίγος και κάθε φορά που έχουμε περάσει μέρες ολόκληρες μέσα στο σπίτι και θέλουμε να βγούμε λίγο έξω να ξεσκάσουμε, όμως όχι να μπούμε στο αυτοκίνητο, όχι να χωθούμε σε κάποιον παιδότοπο, όχι να μπούμε σε μια καφετέρια.
Σκέφτομαι ότι τα πιο απλά που ζητάω στην καθημερινότητά μου είναι δύσκολα κι είναι πολύ ενοχλητικό κι ακόμη δεν έχω βρει το κόλπο να παρακάμψω τις δυσκολίες.
Μια βόλτα με τα ποδήλατα σε οποιαδήποτε γειτονιά οποιασδήποτε πόλης είναι κάτι το δύσκολο, αφού προϋποθέτει αυτοκίνητο για να κουβαλήσεις τα ποδήλατα κάποια χιλιόμετρα μακριά για να μπορέσεις να κάνεις ποδηλατάδα. Δεν μπορείς να πεις ότι έχει ωραία μέρα σήμερα, αλλά έχουμε και δουλειές που πρέπει να γίνουν, ας βγούμε μια βόλτα με τα ποδήλατα καμιά ωρίτσα να πάρουμε καθαρό αέρα.
Πού θα πας;
Υπάρχουν μέρες που ακόμα και τα παιδιά βαριούνται την παιδική χαρά, όμως δε θέλουν να μείνουν και μέσα, υπάρχουν μικρά κενά μέσα στη μέρα που θα θέλαμε να βγαίνουμε έξω, για λίγο μόνο, όμως δεν υπάρχουν και πολλές επιλογές.
Έβλεπα τις προάλλες ένα πολύ ενδιαφέρον βιντεάκι που κυκλοφορεί τελευταία στο διαδίκτυο με τίτλο The Indoors Generation, μιλώντας για το πώς οι άνθρωποι απέκλεισαν τη φύση από τη ζωή τους, γέμισαν τα σπίτια τους με όμορφα πράγματα και τα διαμόρφωσαν έτσι ώστε να μη θέλουν να τα αφήσουν, σφράγισαν τις πόρτες και τα παράθυρά τους κι αντικατέστησαν το φως του ήλιου με φωτιστικά.
Με τα χρόνια διαπιστώθηκε πως ο αέρας που αναπνέουμε στα σπίτια μας είναι πολύ πιο βρόμικος από τον αέρα έξω και πιθανότατα όλες αυτές οι αλλεργίες, οι πονοκέφαλοι και οι φαγούρες, μέχρι και οι ψυχολογικές μεταπτώσεις μας οφείλονται ακριβώς σε αυτό: Περνάμε σχεδόν το 90% της καθημερινότητάς μας κλεισμένοι μέσα, αναπνέοντας μπαγιάτικο αέρα και κάτω από το φως μιας λάμπας.
Κάποιοι απεικόνισαν αυτό το τεράστιο πρόβλημα της ανθρωπότητας πιο σκληρά, μιλώντας για το πώς οδηγούμε μέσα στην κίνηση και τα μποτιλιαρίσματα καθημερινά για να πάμε στη δουλειά μας, ένα αμάξι που ακόμα πληρώνουμε και γυρίζουμε τις νύχτες σε ένα σπίτι που πληρώνουμε για να είναι άδειο, ένας κύκλος ολόκληρωτικά προβληματικός, από την αρχή του ως το τέλος του που δεν υπάρχει.
Και στις δυο αυτές εικόνες λείπουν δυο βασικά πράγματα: Ο άνθρωπος από τη φύση.
Τώρα ξέρω ότι κάποιοι θα βιαστούν να πουν ότι αν έχεις τη θέληση βρίσκεις και τον τρόπο και βεβαίως δε λέω ότι δεν υπάρχει τρόπος να βγεις από το σπίτι και βρεθείς κοντά στη φύση, όμως αυτό είναι κάτι που αποκλείεται να εντάξεις στην καθημερινότητά σου γιατί απομακρύναμε τη φύση πάρα πολύ από κοντά μας.
Δε θα ‘πρεπε να περιμένουμε τα Σαββατοκύριακα ή τις διακοπές και να έχουμε αυτοκίνητο και χρήματα για να βγούμε έξω, αυτό το “έξω” θα έπρεπε να είναι κομμάτι της καθημερινής μας ζωής κι έτσι όπως έχουν διαμορφωθεί οι πόλεις μας αυτό είναι αδύνατον.
Κάποτε είχε εμφανιστεί ένας τύπος στην Αθήνα, η δουλειά του ήταν κάτι σαν αρχιτέκτονας πόλεων, ήταν από αυτούς που σχεδιάζουν δρόμους και κτίρια στις μεγάλες πόλεις με τέτοιο τρόπο ώστε τα πλήθη ανθρώπων να συνυπάρχουν αρμονικά και αβίαστα και ο ρυθμός της πόλης να μη διακόπτεται ποτέ. Είχε πει συγκεκριμένα για την Αθήνα ότι έχει πολλές προοπτικές από τη φύση της, με τις ανηφόρες και τις κατηφόρες της, τους λόφους της, τα νερά της, θα μπορούσε να είναι μια παραδεισένια πόλη με μεγάλους ποδηλατόδρομους, τεράστια πάρκα κι ευτυχισμένους ανθρώπους. Κοιτώντας την Αθήνα είναι πολύ δύσκολο έως αδύνατο να τη φανταστείς ως μια τέτοια πόλη, τουλάχιστον όχι χωρίς να την ανατινάξεις ολόκληρη και να την ξαναχτίσεις από την αρχή.
Κι εδώ μάλλον είναι που συναντάμε τοίχους γιατί ακόμα κι αν πεις ότι μεταμορφωνόμαστε ξαφνικά από κάφροι σε πολιτισμένους ανθρώπους και προσέχουμε τις πόλεις και τις γειτονιές μας, τα πάρκα μας, δεν μπορούμε εμείς να γκρεμίσουμε τα σπίτια μας και να τα ξαναχτίσουμε, ούτε να κουβαλήσουμε στρέμματα πρασινάδας με το γερανό και να τα χώσουμε ανάμεσα στα τετράγωνα ώστε να ομορφύνουμε λιγάκι τις πόλεις μας. Οπότε δεν έχω καμία χρήσιμη συμβουλή και λύση για να κλείσω αυτό το κείμενο, όμως ήταν σκέψεις που ήθελα να μοιραστώ.
& Εκείνος
Τώρα εγώ φταίω; Εκείνη το ξεκίνησε με την αναφορά της στο Ελσίνκι.
Αρχές του 2000 κι ένας νεαρός έρχεται σε επαφή μαζί μου με ένα σωρό ερωτήσεις για το Ελσίνκι μιας και μέσω του προγράμματος Έρασμος επρόκειτο να μετακομίσει στη Φινλανδική πρωτεύουσα για ένα χρόνο. Μια από τις πρώτες του ερωτήσεις συνοδευόταν και από την εικόνα χάρτη του Ελσίνκι που είχε βρει στο διαδίκτυο. Η ερώτηση ήταν: τα πράσινα ή τα γκρι τετράγωνα αντιπροσωπεύουν πάρκα;
Ακόμα γελάω κάθε φορά που το σκέφτομαι αλλά ταυτόχρονα τον καταλαβαίνω κι όλας. Τα πράσινα αντιπροσωπεύουν πάρκα και ναι είναι πιο πολλά από τα γκρι που αντιπροσωπεύουν κατοικήσιμους χώρους. Έγραψα τον καταλαβαίνω, γιατί αν είχα δει μια παρόμοια εικόνα πριν έρθω στην Σκανδιναβία, το πιθανότερο είναι ότι θα είχα νιώσει κι εγώ μπερδεμένος.
Λίγα χρόνια νωρίτερα από τον χάρτη του φίλου, το Ελσίνκι το επισκέφτηκε το βαφτιστήρι μου, οκτώ χρονών τότε αν θυμάμαι καλά. Ξέρετε τι ήταν η πρώτη παρατήρηση του οκτάχρονου; Δεν υπάρχουν μπαλκόνια.
Πραγματικά η Φινλανδική πρωτεύουσα έχει πάρα πολλά πάρκα και ταυτόχρονα λίγα είναι τα σπίτια με μπαλκόνια κι αυτά μακριά από το κέντρο της πόλης. Η καλύτερη απάντηση για το λόγο απουσίας μπαλκονιών είναι ο καιρός. Τι να το κάνεις το μπαλκόνι με -27 που έχει αυτή τη στιγμή το Ελσίνκι; Αλλά τα πάρκα είναι μια τελείως διαφορετική ιστορία.
Εκείνη την εποχή – αρχές του 2000 – έγραψα ένα άρθρο για αγγλόφωνο έντυπο προσπαθώντας να εξηγήσω την σχέση του Σκανδιναβού γενικότερα με την φύση. Ο σκανδιναβός είναι συνειδητά μέρος της φύσης και επίσης συνειδητά την νοιώθει σαν μέρος του είναι του και του ευ ζην του. Κι αυτό όχι τώρα που όλοι αποκτήσαμε κλιματολογικές και περιβαλλοντολογικές ανησυχίες, αλλά από πάντα. Αυτή λοιπόν η σχέση του με την φύση είναι παρούσα παντού. Ακόμα και στα πιο πυκνοκατοικημένα σημεία μεγαλουπόλεων όπως η Στοκχόλμη ή το Μάλμε στη Σουηδία, υπάρχουν πράσινα ανοίγματα, πάρκα, παιδικές χαρές. Κι όταν δεν υπήρχαν, κάποια στιγμή τη δεκαετία του ’70 έγιναν νόμοι και τα βρήκαν. Ο Σκανδιναβός θέλει να νιώθει ότι δεν έχει απομακρυνθεί από την φύση και το δάσος.
Οι ακάλυπτοι χώροι που λέμε στην Ελλάδα μεταξύ των πολυκατοικιών εδώ είναι μίνι πάρκα. Κάθε τρεις πολυκατοικίες είναι υποχρεωμένες να έχουν ένα μεγάλο χώρο που να έχει παιχνίδια (κούνιες, τραμπάλες) και άμμο για να παίζουν τα παιδιά, καθίσματα για να κάθονται οι μεγαλύτεροι, ακόμα και ψησταριά για να ψήσουν όσοι θέλουν και πάγκο για να φάνε έξω. Κι όλα αυτά με δέντρα ανάμεσα τους και γύρω τους. ΝΑΙ ανάμεσα στις πολυκατοικίες.
Για να σας προλάβω, και για να απαντήσω στην επομένη ερώτηση, ναι στα πάρκα, τα μεγάλα και τα μίνι, πηγαίνουμε και τον χειμώνα γιατί …κάποιος πρέπει να φτιάξει χιονάνθρωπους, να κάνει αγγέλους στο μαλακό χιόνι και να παίξει χιονοπόλεμο.
Πως γίνεται αυτό; Μεγάλη συζήτηση αλλά μια πρόταση θα σας καλύψει. Εδώ ΔΕΝ υπάρχει ο εργολάβος και η αντιπαροχή και η γη ανήκει στο κράτος που το κράτος ορίζει που και πως θα χτιστεί κάτι με πολύ συγκεκριμένες συνθήκες. Η Αθήνα, η Θεσσαλονίκη, η Λάρισα ή τα Γιάννενα έγιναν έτσι …χωρίς πρόγραμμα. Από τις λίγες πόλεις στην Ελλάδα με ρυμοτομία είναι η Αλεξανδρούπολη και η Ορεστιάδα. Έβρο μεριά. Πολύ όμορφες πόλεις κι αν δεν έχετε πάει σας τις συστήνω. Αλλά ξέρετε τι είναι αυτό το στοιχείο που κάνει αυτές τις πόλεις να διαφέρουν; Είναι νέες. Η Αθήνα ξεκίνησε το ….1100 π.Χ. και από τότε χτίζουν και προσθέτουν. Το Ελσίνκι φτιάχτηκε ουσιαστικά στις αρχές του 18ου αιώνα, μια εποχή που υπήρχαν και αρχιτέκτονες και πολεοδόμοι. Οπότε να η διαφορά.
Τώρα θα μου πείτε αν στο Ελσίνκι υπήρχαν αρχιτέκτονες και πολεοδόμοι τον 18ο αιώνα, στην Αθήνα γιατί δεν βρέθηκε κανένας ξέμπαρκος; Έτσι να βοηθήσει λίγο. Γιατί στην Αθήνα υπήρχαν και υπάρχουν πολιτικοί, και την δεκαετία του ‘60 υπήρχε Καραμανλής που έκανε την Αθήνα θέρετρο επιχειρήσεων νταβατζήδων και εργολάβων. Η Αθήνα μπορεί να ξεκίνησε το 1100 π.Χ. αλλά το 1960 μ.Χ. ξεκίνησε η αστυφιλία και η τσιμεντάρισμα της πρωτεύουσας πάντα υπό την προστασία του τότε πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Καραμανλή. Ο οποίος Καραμανλής είχε κάνει την προεργασία σαν υπουργός συγκοινωνιών την δεκαετία του ’50 και έδωσε τη χαριστική βολή τη δεκαετία του ’60.
Από τότε …αυτά που ζει τώρα η Κατερίνα. Υπήρξε μια αναλαμπή ελπίδας από έναν αρχιτέκτονα με ειδικότητα στην πολεοδομία και με τρομακτική εμπειρία μιας και υπήρξε από τους σχεδιαστές της νέας πρωτεύουσας της Βραζιλίας, της Μπραζίλια, με ιδέες και προτάσεις, ο Αντώνης Τρίτσης, -και είναι αυτός μάλλον που αναφέρει και η Κατερίνα παραπάνω – αλλά αυτόν τον έφαγε η πολιτική και ο Ανδρέας Παπανδρέου. Μια μπουκιά τον κάνανε τον άνθρωπο και μετά πέταξαν τα κοκαλάκια στα σκουπίδια και μαζί τους και κάθε ελπίδα να γίνει κάτι με την τσιμεντούπολη πρωτεύουσα. Μετά από 30 χρόνια ούτε το όνομά του δεν θυμόμαστε. Πικρή ιστορία αλλά …να η Αθήνα τώρα. Μια πόλη με πάρκα τσιμέντου, εργολάβους, διόδια και νταβατζήδες.
*************************************
Στη φωτογραφία βλέπετε περιοχή κοντά στο κέντρο, σαν να λέμε απόσταση Σύνταγμα-Πατησιών, στο παλιό εμπορικό λιμάνι του Ελσίνκι. Προσέξτε τη σχέση πράσινου και πολυκατοικίας σε μια …πυκνοκατοικημένη περιοχή και μετά σκεφτείτε …Πατησίων ή Αμπελόκηποι στην Αθήνα!