γράφουν η Κατερίνα Χαρίση και ο Θάνος Καλαμίδας.
Εκείνη
Μπήκαμε στη high season της αγαπημένης μας Μπανανίας, τη μεγάλη εβδομάδα. Μου είναι τόσο αδιάφορο όσο ήταν πάντα, με μια μικρή αλλά σημαντική διαφορά: Φέτος δε με αναγκάζει κανείς να βλέπω τίποτα, να λέω ευχές που δεν πιστεύω, να δέχομαι ευχές που δε με ενδιαφέρουν, και το κυριότερο να συμμετέχω σε διαδικασίες που μισώ. Αυτή η παράξενη …ελευθερία, με κάνει να σκέφτομαι τις τελευταίες μέρες το πόσο υποχρεωτικός είναι τελικά ο χριστιανισμός σ’ αυτή τη χώρα. Παρόλο που ποτέ δεν επέβαλα σε κανέναν τις δικές μου απόψεις, σε καθημερινή βάση και σε όλους τους τομείς της καθημερινότητάς μου, εγώ πρέπει όχι απλά να σεβαστώ τις απόψεις και την πίστη των άλλων, αλλά να τις ακολουθώ, να τις υιοθετώ, να πιστέψω. Χωρίς να με ρωτά κανείς αν με ενδιαφέρει ή αν θέλω.
Το ΟΧΙ μου δεν έχει καμία απολύτως σημασία.
Ποτέ δεν είχε.
Προφανώς ούτε και το γεγονός ότι θα πληρώσω και εγώ την απερισκεψία των καλών χριστιανών που κοινωνούν …από την πίσω πόρτα παρά τις σαφείς απαγορεύσεις. Εγώ πρέπει πάντα να τους σέβομαι. Εκείνοι εμένα, ποτέ.
Εξάλλου, είναι πολύ μεγαλύτερο έγκλημα να βγαίνεις για περπάτημα και να σε βρίσκουν καθιστό στο παγκάκι, από το να βγαίνεις για άσκηση και να σε βρίσκουν πάνω σε άλλους 50 να γλύφεις ένα κουτάλι.
Είναι πολύ μεγαλύτερο έγκλημα να βγάζεις τα πιτσιρίκια σου να τα δει ο ήλιος, από το να τα εξαναγκάζεις να φιλήσουν βρώμικα χέρια και ψεύτικες εικόνες.
Τώρα που πέρασε ήδη ένας μήνας και η θερμοκρασία ολοένα και ανεβαίνει, τώρα που ξεπεράσαμε το στάδιο του κοκούνινγκ και της αυτοβελτίωσης και της περισυλλογής, τώρα που στρώσαμε επιδερμίδα από τον ύπνο, είδαμε αγαπημένες ταινίες για χιλιοστή φορά, μαγειρέψαμε ξεχασμένα φαγητά και ασχοληθήκαμε με τον εαυτό μας, κάναμε τον απολογισμό μας, πήραμε νέες αποφάσεις όπως κάτω από το δέντρο τη νύχτα της πρωτοχρονιάς, τώρα που τελειώσανε τα λεφτά κι έχουμε ακόμη ένα μήνα μπροστά μας και καμία ενέργεια στήριξης από την γλυκούλα κυβέρνησή μας, θα αρχίσουν να σφίγγουν τα ζωνάρια.
Ο Μπουμπούκος που φροντίζει να φωτογραφηθεί σε κάθε ευκαιρία μπροστά από χρυσά και ουρανοξύστες, που ζει το όνειρο της ζωής του την τελευταία δεκαετία πατώντας πάνω σε χιλιάδες πτώματα, αυτό το άθλιο ξέρασμα αποφασίζει για μένα χωρίς εμένα ότι δεν έχω ανάγκη από λεφτά γιατί …πόσο θα φάω πια;
Μη βγω και 300 κιλά από το σπίτι.
Και άβαφη ρίζα και άφτιαχτο νύχι και 300 κιλά απόπατος και μετά φταίει ο χριστιανός να στέλνει SMS ότι θα βγει μια βόλτα για να μη φάω ξύλο;
& Εκείνος
Μετά από χρόνια στο εξωτερικό και έχοντας -ακόμα και υποχρεωτικά- ενσωματωθεί με τον τόπο που ζεις, αυτά που σου λείπουν από την Ελλάδα σταδιακά λιγοστεύουν, τις περισσότερες φορές περιορισμένα σε πολύ συγκεκριμένα πρόσωπα και αγαπημένα μέρη, αναμνήσεις μπερδεμένες με δόσεις μύθου. Νιώθεις να σου λείπει το σουβλατζίδικο στη πλατεία του Αγίου Λαζάρου, το ταβερνάκι στη παραλία της Γλυφάδας ή εκείνο το μπαράκι στη Χρυσοστόμου Σμύρνης που ίσα που χωράει δέκα άτομα και που ίσως κανένα τους να μην υπάρχει πια.
Αλλά μην σας ξεγελά, δεν είναι το άψυχο σουβλατζίδικο, το ταβερνάκι ή το μπαράκι που σου λείπουν, είναι οι παιδικοί σου φίλοι που μαζί λύνατε κυπριακό και μεσανατολικό ανάμεσα σε διπλόπιττα, πατάτες, μπίρες και τζατζίκι. Είναι οι κολλητοί που αναλύατε τον Σαρτρ και τον Καστοριάδη ανάμεσα σε καλαμαράκια, χταποδάκι και ουζάκια. Είναι η βότκα σε ήχους μπλουζ που σιωπηλοί πίνατε με το αίμα που ποτέ δεν θα γίνει νερό. Είναι ο μύθος σου και η πραγματικότητα σου χαμένα στον χρόνο και στον τόπο που κάνουν τις αναμνήσεις μερικές φορές ανάγκη επιστροφής ή σύγκρισης με αυτό που δεν θα βρεις ποτέ στην ξενιτειά.
Κι ύστερα υπάρχουν και αυτές οι στιγμές στον τόπο και στον χρόνο που συνδυάζουν τα πάντα. Τους φίλους και τους συγγενείς, τη μουσική και τις παραδόσεις, τη φύση και φυσικά το …φαΐ, το Πάσχα. Για να μην γενικολογώ, πιστεύω ότι οι περισσότεροι Έλληνες που ζουν στο εξωτερικό, ακόμα κι αυτοί της δεύτερης γενιάς, νιώθουν αυτό το τσιμπηματάκι της νοσταλγίας πιο δυνατό τις ημέρες του Πάσχα. Και τα τελευταία δέκα χρόνια με όλα αυτά τα κοινωνικά δίκτυα και γενικά το ιντερνέτ με όλες αυτές τις φωτογραφίες που βλέπουμε όλοι μας, σας βεβαιώ ότι το τσιμπηματάκι έχει γίνει τσιμπηματάρα και σφαλιάρα!
Εμένα μου λείπουν τα πάντα από το Πάσχα, από την φύση που ξαναγεννιέται μέχρι ο επιτάφιος, από τα κόκκινα αυγά και τα τσουρέκια μέχρι το …γλυκύ μου Έαρ! Και μη νομίσετε ότι έγινα έτσι ξαφνικά της εκκλησίας και βρήκα την …αλήθεια. Το Πάσχα είναι η πεμπτουσία και η απόδειξη του πόσο παγανιστικές είναι οι περισσότερες …χριστιανικές -ειδικά της ορθόδοξης εκκλησίας- γιορτές.
Σκεφτείτε λιγάκι, εδώ ξέρουμε τι ώρα κατούρησε ο εκατόνταρχος του Καίσαρα πριν την μάχη της Αλεσίας με τον Βερκιγγετόριγα που έγινε το 55 Προ Χριστού και δεν ξέρουμε πότε …σταυρώθηκε ο Χριστός αλλά το ψάχνουμε στις φάσεις του …φεγγαριού; Χωρίς ακριβείς ημερομηνίες κάτι που έγινε μια περίοδο που από τον Πλούταρχο μέχρι τον Τιβέριο Κλαύδιο, τον Πλίνιο και τον Τάκιτο, κανένας από τους ιστορικούς της εποχής με γνώσεις που άγγιζαν από την Μεγάλη Βρετανία, την Αίγυπτο μέχρι το Αφγανιστάν και φυσικά κάθε γωνιά της Ρωμαϊκής αυτοκρατορικής συμπεριλαμβανομένης και της Ιουδαίας δεν είχαν ιδέα για τον Χριστό, άντε τον Πόντιο Πιλάτο; Και καταλήξαμε να ψάχνουμε στοιχεία και ημερομηνίες στη …πανσέληνο; Με συγχωρείτε τώρα αλλά αυτό δεν μου φαίνεται πολύ …χριστιανικό. Άσε που τελείως τυχαία από τα Ελληνικότατα Μεγαλήσια (αφιερωμένα στην Κυβέλη) μέχρι τα Ρωμαϊκά Vinalia priora και Floralia όλα συμπίπτουν με τις …πασχαλινές φάσεις της σελήνης. Ακόμα και ο ύμνος σύμβολο του “χριστιανικού” Πάσχα μιλάει για άνοιξη και έρωτα, σαρκικό έρωτα! Το ορθόδοξο Πάσχα κάνει ακόμα κι αυτούς τους δρυΐδες του Στόουνχετζ να φαίνονται λιγότερο παγανιστές.
Πως λοιπόν με όλα αυτά να μην νιώθεις ένα τσίμπημα κάθε φορά που η Ελλάδα μπαίνει σε τροχιά Πάσχα; Και ξέρω, ξέρω, με όλο αυτό το βάρος τηλεοπτικής και κρατικής τρομοκρατίας που ζείτε μέσα στην απομόνωση όλα φαίνονται βουνό αλλά φανταστείτε να τα ζούσατε όλα αυτά και να είσαστε και τρεις χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά!