Guest, slideshow-4

Εκείνη & Εκείνος με ευχές κουρασμένες

2019-neo-etos

γράφουν η Κατερίνα Χαρίση και ο Θάνος Καλαμίδας.

Εκείνη

Κάποια στιγμή διαβάζοντας διάφορα για την ελληνική κρίση στο διαδίκτυο, βρήκα ένα πάρα πολύ ενδιαφέρον άρθρο για την κατάστασή μας από την Guardian. Ξέρετε τι έκανα; Διάβασα πέντε σειρές και το έκλεισα. Και ξέρετε γιατί; Γιατί στο τέλος μου φάνηκε άσκοπο να διαβάζω το τι συμβαίνει. Δε βρίσκω νόημα στο να διαβάζω το τι μας συμβαίνει. Το βλέπω το τι μας συμβαίνει. Το ζω κάθε μέρα. Αυτό είναι κάτι που ακούγεται κάπως, αλλά είναι αλήθεια και ισχύει για τους περισσότερους από εμάς. Το να σπας το κεφάλι σου σε καθημερινή βάση για το πώς θα βγάλεις πέρα και αυτόν το μήνα, όταν ζεις τη ζωή σου σημειωτόν μέρα με τη μέρα, ανήμπορος να δεις λίγο πιο πέρα από μια μέρα γιατί δεν ξέρεις, πραγματικά δεν ξέρεις πώς θα είσαι μετά από μια μέρα και σε τι κατάσταση, σου τρώει όλη την ενέργεια που μπορεί να έχεις. Δε θέλω να ασχοληθώ με κάτι άλλο. Κανείς μας δε θέλει. Δε μας αφορά. Μας αφορά μόνο το φαγητό στο τραπέζι και ο επόμενος λογαριασμός και κάποιο ανύπαρκτο – ή υπαρκτό, λίγη σημασία έχει – χρέος που μας φορτώθηκε και ξέρουμε πως δεν θα απαλλαχτούμε ποτέ από αυτό γιατί το σύστημα δε νοιάζεται να το ξεχρεώσεις. Κι όταν τα πράγματα γίνονται χειρότερα, μας νοιάζει μόνο το φαγητό. Ας βγάλουμε ακόμη μια μέρα. Δε χωράει τίποτε άλλο.

Το σύστημα θέλει να αρπάξει από σένα όσα μπορεί. Τώρα. Κι εσύ ξέρεις ότι κάπως πρέπει να ζήσεις. Δεν είμαστε όλοι κλέφτες, ούτε θέλουμε όλοι να ξεγελάσουμε το κράτος και να αποφύγουμε τις υποχρεώσεις μας. Αλλά όταν πρέπει να διαλέξω ανάμεσα στο φαγητό ή τα καινούργια παπούτσια των παιδιών μου και την εφορία …θα αφήσω την εφορία να αυγατίζει. Θα πουλήσω και δε θα κόψω απόδειξη. Θα αφήσω το αμάξι χωρίς σέρβις και θα γίνω δημόσιος κίνδυνος και κίνδυνος για τον εαυτό μου αναγκαστικά. Θα κλέψω το κράτος. Θα κάνω ό,τι χρειαστεί! Γιατί το μόνο που θέλω… είναι απλώς να ζήσω.

Ως εκεί. Τα υπόλοιπα είναι παράλληλο σύμπαν. Συμβαίνουν, αλλά δε με αφορούν.

Ίσως πια ξεφύγαμε από το στάδιο της αναγνώρισης, ακόμα και της οργής. Ίσως πέρασα κι εγώ στο στάδιο της σιωπής. Όσο καλές προθέσεις και να έχω ως πολίτης, το σύστημα δε με βοηθά. Το ελληνικό κράτος με αναγκάζει να παρανομήσω γιατί βάζει ανάμεσα στην επιβίωση τη δική μου και της οικογένειάς μου τις (υποτιθέμενες;) υποχρεώσεις απέναντί του, και δεν τίθεται θέμα επιλογής. Τι ψάχνει ακριβώς το ελληνικό κράτος πια από μας; Ήρωες; Δεν υπάρχουν πια ήρωες. Υπάρχουν ηλίθιοι και αφελείς. Μόνο ένας ηλίθιος ή τραγικά αφελής θα θυσιαστεί για το κράτος του, ονομάζοντάς το εθνική συνείδηση ή οτιδήποτε πιασάρικο που σε χτυπάει στο φιλότιμο. Δεν διαθέτω τέτοιο φιλότιμο πια. Καμιά σημαία δεν είναι δική μου. Καμιά χώρα. Καμιά γη. Κανένας πόλεμος. Θέλω απλώς να μπορώ να ζήσω. Και οι συνάνθρωποί μου το ίδιο!

Δεν είμαστε κλέφτες, ούτε ανίκανοι. Είμαστε κουρασμένοι. Κουρασμένοι και δεν έχουμε πια εμπιστοσύνη σε τίποτα και κανέναν. Εμείς καήκαμε και στο χυλό αλλά και στο γιαούρτι και δεν έχει σημασία ούτε ποιος φταίει, ούτε το πώς φτάσαμε ως εδώ, όχι σήμερα, δεν έχει σημασία. Όμως φτάσαμε.

Και δεν είναι πως πια παραιτηθήκαμε. Είναι πως τώρα και μετά από αυτά τα χρόνια των μνημονίων έχουμε αρχίσει να μαθαίνουμε το πώς να ζούμε μέσα σε όλο αυτό.

Καμιά φορά δεν αξίζει να προσπαθείς να αλλάξεις τον κόσμο γιατί καμιά φορά ξέρεις πως τα πράγματα είναι λιγάκι πιο περίπλοκα από αυτό. Καμιά φορά σκέφτεσαι ότι σου αρκεί που σε αυτή τη χώρα κι έτσι όπως έχει καταντήσει είσαι ακόμα ζωντανός και δεν μπαινοβγαίνεις στα νοσοκομεία και μπορείς να δουλέψεις ακόμα …σε οποιαδήποτε δουλειά που μπορεί να είναι η χειρότερη και να πληρώνεσαι με τα λιγότερα, αλλά ακόμα μπορείς.

Η επανάσταση είναι για τους χορτάτους. Οπότε λες: Είμαι ακόμα από τους τυχερούς!

Εκεί βρισκόμαστε. Εδώ. Κάπου μεταξύ ισοπεδωμένης αξιοπρέπειας και πείνας. Και η πείνα ξυπνά το ζώο μέσα μας. Οι έχοντες δε μας φοβούνται. Δεν είμαστε απειλή. Όμως είμαστε απειλή ο ένας για τον άλλο. Αυτοί που δεν έχουν είναι που φοβούνται πως ο κάθε διπλανός τους θα τους πάρει τη μπουκιά από το στόμα. Κατά κάποιον τρόπο, αυτό συμβαίνει πια.

Προς το παρόν και άγνωστο για πόσο ακόμα, προσπαθούμε μόνο να καταλαγιάσουμε την πείνα μας. Κι αρχίζει να γίνεται επικίνδυνο. Γιατί η πείνα είναι ένα κτήνος αδίστακτο που ξυπνά και στριφογυρίζει στα σωθικά σου κι όσο δεν το ταΐζεις τόσο αυτό ζωντανεύει και σου μιλάει με χίλιες φωνές. Σου λέει να κάνεις πράγματα που δε θα έκανες ποτέ και ξέρεις ότι θα μπορούσες να κάνεις τα πάντα. Κι ύστερα δε φοβάσαι πια για τη ζωή σου. Φοβάσαι μόνο μη χάσεις το μυαλό σου.

Αλλιώς θα έπρεπε να είναι γραμμένο αυτό το κείμενο φέτος. Το πρώτο της νέας χρονιάς. Απολογισμός της χρονιάς που πέρασε κι ελπίδα για το νέο έτος που έρχεται. Ήρθε. Μα κάθε χρόνο τελευταία η λίστα με τα θέλω και τις ελπίδες μας μικραίνει, ενώ μεγαλώνει η λίστα με αυτά που δε θέλουμε να χάσουμε άλλο: Το σπίτι μας, την υγεία μας, τη δουλειά μας, την αξιοπρέπεια και την ανθρωπιά μας. Ας είναι αυτά αρκετά.  Πρέπει να είναι.

& Εκείνος

Τα παράδοξα της ζωής. Ζω σε μια χώρα που υπάρχει μια σχετική οικονομική και προσωπική ασφάλεια. Που το κράτος λειτουργεί, που η περίθαλψη και η παιδεία είναι δωρεάν και μάλιστα πρότυπο, που η καθημερινότητα δεν είναι πρόβλημα και που ξέρεις ότι ό,τι κι αν συμβεί θα υπάρχει ένα πιάτο φαγητό στο τραπέζι. Κι όμως υπάρχει ένα περίεργο μαύρο σύννεφο φόβου σε όλες τις συζητήσεις κι αν και ο εχθρός δεν είναι ορατός από το παράθυρο της κουζίνας, όλοι αφήνουν υπονοούμενα πολέμου. Οι σκανδιναβοί δένουν ζώνες ασφαλείας κοιτάζοντας το μέλλον με φόβο.

Μετά, όλοι όσοι αγαπώ και νοιάζομαι ζουν σε μια χώρα που δεν υπάρχει καμία οικονομική και προσωπική ασφάλεια, που το κράτος ασθμαίνει χωρίς περίθαλψη και την παιδεία σε κώμα, με την καθημερινότητα βάρος αβάσταχτο και την αμφιβολία αν αύριο θα μπει φαγητό στο τραπέζι. Ένα μόνιμο μαύρο σύννεφο φόβου παντού και με τον εχθρό ορατό από το παράθυρο της κουζίνας.

Είναι σαν εκείνο το τραγούδι του Σαββόπουλου, παραφρασμένο:

Δεν ξέρω τι να ευχηθώ στα παιδιά
στην αγορά, στο δρόμο.
Είμαι μεγάλος, με τιράντες και γυαλιά
κι όλο φοβάμαι το αύριο.

Δεν ξέρω λοιπόν τι να ευχηθώ γιατί μετά από μια δεκαετία οικονομικής, ηθικής και κοινωνικής εξαθλίωσης και παρακμής, στην Ελλάδα κουραστήκαν ακόμα και οι ευχές. Δεν ξέρω τι να ευχηθώ στα παιδιά στην αγορά όταν το παρόν τους έχει Κούλη, Χρυσή Αυγή, φασισμό, ρατσισμό και μίσος και το μέλλον τους την Γερμανία ή την Φινλανδία.

Είμαι μεγάλος, πολύ μεγάλος για να ζω αυτό που νομίζαμε ότι νικήσαμε το ’70 και το ’80, οι τιράντες ξεχείλωσαν και τα γυαλιά μου δεν με βοηθάνε να δω σε τόσο σκοτάδι.

Κι όλο φοβάμαι το αύριο.
και είμαι πολύ μεγάλος για να φοβάμαι το αύριο!

 

Προηγουμενο ΑρθροΕπομενο Αρθρο

Εκείνη & εκείνος

Εκείνη, η Κατερίνα Χαρίση, είναι στο τέλος της δεύτερης δεκαετίας της, συγγραφέας πολυγραφότατη από τρέλα και πάθος, σύζυγος και μαμά δυο υπέροχων γιων.

Εκείνος, ο Θάνος Καλαμίδας, είναι στην πέμπτη δεκαετία του για τα καλά και γνωστός γκρινιάρης.

Εκείνη στην Ελλάδα κι εκείνος 3.500 χιλιόμετρα μακριά. Εκείνη εννιά μήνες ήλιο, εκείνος εννιά μήνες σκοτάδι, εκείνη παραλία εκείνος χιόνι. Και οι δυο θα σας κρατάνε συντροφιά μια φορά την εβδομάδα με ένα θέμα που θα γκρινιάζουν, θα διαφωνούν και μερικές φορές ακόμα και θα συμφωνούν, όλα αυτά με τίτλο: Εκείνη & Εκείνος.

Εκείνη & Εκείνος με ευχές κουρασμένες

γράφουν η Κατερίνα Χαρίση και ο Θάνος Καλαμίδας. Εκείνη Κάποια στιγμή διαβάζοντας διάφορα για την ελληνική κρίση στο διαδίκτυο, βρήκα