Εκείνη
Από παιδί ακόμα με εντυπωσίαζε η ασχήμια των σχολείων. Σε όποιο σχολείο κι αν πήγα, σε όποια πόλη, χωριό ή νησί κι αν έζησα, όλα τα σχολεία είχαν την ίδια ασχήμια. Το μόνο που άλλαζε ήταν ο τριγύρω χώρος και κάπως μπορεί να ένιωθες ότι τα πράγματα ήταν λιγότερο ή περισσότερο …άσχημα. Όσο να ‘ναι, ένα σχολείο στο μικρό νησί της Σκοπέλου μέσα στο πράσινο και γύρω η θάλασσα, δεν μπορεί να είναι το ίδιο άσχημο με ένα σχολείο στο κέντρο της Αθήνας.
Αλλά είναι. Απλώς αλλάζει ο τόπος στον οποίο βρίσκεται το σχολείο.
Μερικές φορές αναρωτιέμαι αν συναγωνιζόμαστε σε ασχήμια άλλες ευρωπαϊκές χώρες, ή κατέχουμε την πρωτιά στην κακογουστιά, την προχειροδουλειά, και την …ασχήμια. Πολλές φορές θα τη γράψω αυτή τη λέξη σήμερα.
Αν αφαιρέσεις τα παιδιά από ένα ελληνικό σχολείο και βάλεις μέσα κατάδικους, κανείς δε θα καταλάβει από πότε το σχολείο έγινε φυλακή. Εκτός ίσως από τους φύλακες, γιατί τα σχολεία δεν έχουν και κανέναν να τα φυλάει και για κάποιο λόγο όλοι αυτοί που αρέσκονται στους βανδαλισμούς, πρώτα στα σχολεία πηγαίνουν. Και όχι, δε χρειάζεται το σχολείο να είναι Γυμνάσιο ή Λύκειο. Ακόμα και στα νηπιαγωγεία πηγαίνουν.
Δηλαδή δεν είναι απλώς κωλόπαιδα, αλλά αυτή τη στιγμή δε μου έρχεται κάτι άλλο στο μυαλό για να τους χαρακτηρίσω.
Αλήθεια, έχετε προσέξει κάτι τρισάθλιους παιδικούς σταθμούς σε κεντρικές περιοχές της πόλης; Σε όποια πόλη κι αν είστε, δεν έχει σημασία. Κι αν δεν έχετε τόσο μικρά παιδιά, πάλι δεν έχει σημασία. Την επόμενη φορά που θα περπατήσετε κεντρικά, ρίξτε μια ματιά γύρω-γύρω. Είμαι σίγουρη ότι θα λυπηθείτε τα παιδιά αυτά, κι ας μην έχετε παιδιά. Ακόμα ή και περισσότερο θα λυπηθείτε τους γονείς που είναι αναγκασμένοι να στείλουν τα παιδιά τους σ’ αυτές τις ποντικοφωλιές, μιας και τα παιδιά – ειδικά τόσο μικρά παιδιά – ό,τι γνωρίζουν το μαθαίνουν ως φυσιολογικό (μέχρι να μεγαλώσουν αρκετά και να καταλάβουν όλη την παραδοξότητα των πραγμάτων), ενώ οι γονείς ξέρουν πολύ καλά πού στέλνουν τα παιδιά τους.
Ισόγεια ερείπια με μικροσκοπικές αυλές, ίσα που θα χωρούσε ένα στρόγγυλο τραπεζάκι και δυο καρέκλες καφενείου αν ήταν σπίτι. Ξεφτισμένα ντουβάρια, φουσκωμένες πόρτες, μούχλα, υγρασία. Κρύο. Αποπνικτική ζέστη. Απίστευτη σκόνη. (Αλλεργίες είπατε;) Καμιά φορά και σκουπίδια. Ένα τενεκεδάκι, μια γόπα, το περιτύλιγμα ενός κρουασάν. Πλαστικός φράχτης με ξεβαμμένα πράσινα φύλλα που αν ακουμπήσεις θα γίνουν τρίμματα. Σκοτάδι. Ήλιος; Πού είναι ο ήλιος; Ξεπεταμένες πλάκες πεζοδρομίου σ’ ένα πεζοδρόμιο ογδόντα πόντων και πάνω στο πεζοδρόμιο παρκαρισμένα μηχανάκια, μισό αυτοκίνητο. Στο δάπεδο ψεύτικο γκαζόν που δεν είναι πια πράσινο. Χρωματιστά κομμάτια παζλ που δεν έχουν πια χρώμα. Κάγκελα παντού.
Ασχήμια.
Το μόνο πράγμα που μπορεί να τραβήξει το βλέμμα ενός περαστικού και να καταλάβει ότι εδώ, κάθε μέρα, για έναν ολόκληρο χρόνο, περνούν τη μισή τους μέρα μικρά ανθρωπάκια, όχι πάνω από τεσσάρων, είναι καμιά αδέξια ζωγραφιά κολλημένη με κιτρινισμένο σελοτέιπ σε κάποιο παράθυρο.
Αν κι αυτό το παράθυρο βλέπει στο δρόμο κι όχι στον απέναντι τοίχο.
Νηπιαγωγείο: Ένα μακρόστενο, χαμηλό, τσιμεντένιο κουτί. Παράθυρα με σκουριασμένα κάγκελα. Προαύλιο με χαλίκι και τσιμέντο, μαρμάρινα σκαλιά (σπασμένα), ούτε ένα δέντρο πουθενά. Ούτε ένα λουλούδι. (Κούνια είπατε; Τσουλήθρα;) Ούτε καν βρύση. Ούτε μια βρύση! Γιατί;
Γιατί τη μέρα κάποιος θα φτιάξει τη βρύση και το βράδυ κάποιος θα τη σπάσει.
Και την επόμενη φορά που θα φτιαχτεί ξανά η βρύση, το ίδιο βράδυ κάποιος – ίσως ο ίδιος κάποιος θα τη σπάσει.
Είναι λες και κάποιοι παραμονεύουν απλά τα σχολεία για να τα καταστρέψουν.
Υπήρχε ράμπα για ΑΜΕΑ στα μαρμάρινα σκαλιά. Όμως αυτός που κατέστρεψε τα σκαλιά (με βαριοπούλα τριγυρνάνε στα σχολεία; Δεν καταλαβαίνω) κατέστρεψε και τη ράμπα. Τη μεταλλική (με λοστούς τριγυρνάνε στα σχολεία; Δεν καταλαβαίνω).
Υπήρχαν κούνιες και τσουλήθρες και δέντρα και λουλούδια, και δάπεδο ασφαλείας. Δεν άντεξαν πάνω από ένα χρόνο. Κάποιοι τα κατέστρεψαν και οι άλλοι τα αφαίρεσαν και δεν ασχολήθηκε κανείς από τότε.
Είναι και λίγο μάταιο, δεν είναι;
Τόση ασχήμια και είμαστε ακόμα έξω. Πού να μπούμε και μέσα δηλαδή. Και πού να πιάσουμε τα δημοτικά, τα γυμνάσια, τα λύκεια. Μέχρι αύριο θα γράφω κι ακόμα εδώ θα είμαστε.
Πώς λειτουργεί ένα σχολείο; Έχει αναρωτηθεί κανείς; Τι έξοδα έχει;
Όσα έχει κι ένα σπίτι. Πολλαπλασιάστε τα τετραγωνικά, πολλαπλασιάστε κεφάλια, κάντε έναν πρόχειρο υπολογισμό. Χίλια ευρώ το μήνα; Προσθέστε κι όσους εργάζονται (ή όσους υποτίθεται ότι πρέπει να εργάζονται), από τους εκπαιδευτικούς, τους καθαριστές, τους φύλακες (υπάρχουν ακόμα; Κάπου; Οπουδήποτε;) τους μάγειρες (ουτοπικό,ε;), προσθέστε και προϊόντα: Απορρυπαντικά, χαρτιά τουαλέτας, χαρτοπετσέτες, σφουγγαρίστρες, σκούπες, λάμπες, μολύβια, φάκελοι, διαφάνειες, κόλλες, μαρκαδόρους, ξυλομπογιές, χαρτί φωτοτυπικό και όλο το σκατολοΐδι που μπορεί να χρειάζεται ένα σχολείο. Δυο χιλιάδες;
Προσθέστε και το ρεύμα, το πετρέλαιο, το τηλέφωνο, το νερό. Τρεις; Προσθέστε αβέρτα βασικά και κάντε ό,τι υπολογισμό μπορείτε. Τέσσερεις; Σκεφτείτε και κάποια έξοδα συντήρησης. Καζανάκια, βρύσες, ένα ντουί. Πέντε; Σκεφτείτε και έξοδα αποκατάστασης βανδαλισμών. Βρύσες που σπάνε στα προαύλια, σπασμένα σκαλιά, σπασμένα τζάμια, γκράφιτι (και το λέω γκράφιτι και προσβάλλω την τέχνη, αλλά καταλαβαίνετε τι λέω). Έξι;
Και σκεφτείτε πόσα χρήματα στην πραγματικότητα πηγαίνουν για τα σχολεία. Πόσα φαντάζεστε; Τα μισά;
Ε, βγάλτε τα κι αυτά.
Σκεφτείτε τώρα ένα σχολείο, με ένα πρόγραμμα που πρέπει να τηρήσει βάσει υπουργείου, με όλα αυτά τα παιδιά που πρέπει να συνυπάρξουν, να μορφωθούν, να παίξουν, να τραγουδήσουν, να ζωγραφίσουν, να παίξουν μουσική, θέατρο, να γυμναστούν, να μιλήσουν, να μαλώσουν, να μεγαλώσουν και με όλα αυτά που δεν έχουν, συν τα καθημερινά, λειτουργικά προβλήματα που έχουν, συν την ασχήμια.
Τι είπατε; Α, ναι. Τα παιδιά δε γυμνάζονται, ούτε ασχολούνται με την τέχνη. Κόπηκαν κι αυτά. Βάσει υπουργείου πάντα.
Σκεφτείτε τότε όλα τα υπόλοιπα.
Και τα παιδιά σας εκεί μέσα.
Από τις 8 το πρωί, μέχρι τις 2, 3, ή και 4 το απόγευμα, κάθε μέρα, χειμώνα ή καλοκαίρι, για 13-14 χρόνια.
Τα δικά σας παιδιά.
Κάπως πρέπει να λειτουργήσει αυτό το σχολείο, έτσι;
Και να πώς λειτουργεί: Από τα δέκα πράγματα που προβλέπει το υπουργείο να γίνουν, (πχ επίσκεψη σε μουσείο, θεατρική παράσταση) γίνονται τα τρία. Το χαρτί υγείας και τις χειροπετσέτες, όσοι γονείς έχετε ευχαρίστηση και μπορείτε. Κι αν μπορείτε, φέρτε και κανένα πακέτο φωτοτυπικό χαρτί. Και κάθε χρόνο τα τελευταία χρόνια, γίνεται η ίδια γιορτή, η ίδια σχολική παράσταση, γιατί πολύ απλά, αυτές οι στολές υπάρχουν στο σχολείο που τις άφησαν ευγενική χορηγία κάποιοι άλλοι γονείς, κάποτε. Ε, καμιά φορά δεν υπάρχει νερό στις τουαλέτες, ή οι δύο από τις τρείς έχουν χαλασμένο καζανάκι, ή κάπου υπάρχει ένας σωλήνας που έσπασε, ή δεν υπάρχει πετρέλαιο, βάλτε κανένα μπουφάν παραπάνω.
(Σαπούνι για τα χέρια είπατε; Πολυτέλειες περιττές.)
Αλλά είναι και παράνομο το σχολείο να παίρνει λεφτά από τους γονείς. Όμως πρέπει να δώσετε τόσα και τόσα αν θέλετε το νήπιό σας που θα μπει στο ολοήμερο για να εργαστείτε, να έχει κάτι, οτιδήποτε να κάνει τόσες ώρες, ανάμεσα σ’ εκείνα τα άθλια ντουβάρια, τα φουσκωμένα από την υγρασία, με τα παράθυρα που βλέπουν σε κάποιον ακάλυπτο και το προαύλιο με το χαλίκι, χωρίς μια βρύση, ή το προαύλιο που θα χωρούσε με το ζόρι ένα μικρό τραπέζι και δυο καρέκλες καφενείου αν ήταν σπίτι.
Μερικές φορές σκέφτομαι πως ίσως κι αυτοί που συστηματικά καταστρέφουν τα σχολεία, υπήρξαν παιδιά σε τόσο άσχημα, κακοσυντηρημένα και δυσλειτουργικά σχολεία που τα μίσησαν τόσο πολύ, που έτσι προσπαθούν να …ανταποδώσουν την ασχήμια τόσων χρόνων.
Σηκώνω τα χέρια ψηλά.