Τα κοινωνικά δίκτυα εκτός από το να φέρνουν κοντά ανθρώπους που υπό άλλες συνθήκες δε θα έρχονταν ποτέ σε επαφή, έχει κάνει και κάτι ακόμα πολύ σημαντικό (και συχνά πολύ επικίνδυνο): Έχει δώσει φωνή σε όσους δεν είχαν.
Σίγουρα υπάρχουν άπειρες περιπτώσεις που κάποιος πρέπει να τιμωρηθεί για κάτι που έκανε ή είπε, όμως οι χρήστες ενός κοινωνικού δικτύου δεν είναι εκείνοι που θα το κάνουν αυτό. Κι αν δεν είναι όλες οι περιπτώσεις για τη δικαιοσύνη, τότε κάπου πρέπει να μπαίνει ένα όριο στο τι λέμε και πώς και για πόσο καιρό (κάποια στιγμή πρέπει κι αυτό να σταματήσει!)
Η τιμωρία υποτίθεται πως έχει ως κύριο και μόνο σκοπό να σωφρονίσει και η πρόκληση ντροπής είναι από την αρχαιότητα μέσο σωφρονισμού, ξεκινώντας από πολύ ακραία περιστατικά έως τον …ταπεινό ιντερνετικό διασυρμό του σήμερα. Ταπεινό το λέω γιατί μπορεί να μη σε κουρεύει κανείς και να μη σε περιφέρει σε καμιά πλατεία, μπορεί να μη σε φτύνουν και να μη σου πετάνε πέτρες, μπορεί να μη βλέπεις το μίσος και την ηδονή όλων των τιμωρών σου, αλλά το αποτέλεσμα μπορεί να είναι το ίδιο (και μάλλον είναι): Η τιμωρία σου δε σταματά ποτέ.
(Και εδώ παρένθεση: Η ενθάρρυνση προς το σωστό είναι πολύ πιο αποτελεσματική και ανθρώπινη διαδικασία από την πρόκληση αισθήματος ντροπής. Για να σας δω, μάγκες του συστήματος.)
Αν υποθέσουμε πως πράγματι τα σωφρονιστικά συστήματα ανά τον κόσμο λειτουργούν όπως ακριβώς πρέπει, τότε υποτίθεται πως υπάρχει κάποιος που αποφασίζει τη διάρκεια …σωφρονισμού ενός ανθρώπου και συνεπώς την αρχή και το τέλος της τιμωρίας του. Το να μη βρίσκει δουλειά έκτοτε είναι κι αυτό ένα είδος διαπόμπευσης (που σημαίνει πως η τιμωρία του συνεχίζεται), όπως και – εκτός συστήματος δικαιοσύνης τώρα – το να ξεφτιλίζεται δημόσια οποιοσδήποτε αποτελεί τιμωρία που δεν τελειώνει ποτέ.
«Στις σύγχρονες κοινωνίες η τιμωρία έχει ως στόχο τον σωφρονισμό του τιμωρούμενου και όχι τον εξευτελισμό του που ουσιαστικά ισοδυναμεί με ποινή χωρίς τέλος, αφού αυτή συνεχίζεται ακόμη και μετά την επανόρθωση και το σωφρονισμό. Ποιος δεν θα θυμάται και δεν θα σχολιάζει αρνητικά έναν διαπομπευθέντα εις το διηνεκές, άσχετα αν αυτός έχει επανορθώσει και έχει γίνει ίσως καλύτερος και από αυτούς που τον λοιδορούν και τον περιθωριοποιούν;»
Τι, δεν πιστεύετε ότι κάποιος μπορεί να γίνει καλύτερος;
Δεν πιστεύετε πως ο άνθρωπος όντως μαθαίνει από τα λάθη του;
Τότε έχετε χάσει την πίστη σας στην ανθρωπότητα.
Ό,τι ανεβαίνει στο διαδίκτυο δεν κατεβαίνει και οι φωτογραφίες ανθρώπων που βρέθηκαν στο στόχαστρο για οποιονδήποτε λόγο θα παραμείνουν εκεί για πάντα. Αλλά προσέξτε, δεν αναφέρομαι στα όποια περιστατικά ως ειδήσεις και πληροφορίες. Δε μιλάω για τις φωτογραφίες εγκληματιών – αυτό το κομμάτι ας το αφήσουμε στη δικαιοσύνη, αν ακόμα κι εκεί έχω τις ενστάσεις μου: Εγκληματίας για το νόμο είναι ο φονιάς, εγκληματίας κι ο φοροφυγάς, εγκληματίας όμως είναι κι ο γονιός που μεγαλώνει δυστυχισμένα παιδιά, ο δάσκαλος που ξεχωρίζει τα παιδιά των μεταναστών από τα παιδιά των …καθηγητών.
Η λίστα νομικών και ηθικών εγκλημάτων δεν έχει τελειωμό. Πού ξεχωρίζουν τα πράγματα; Πού μπαίνουν τα όρια; Σε ποιον αξίζει ο εξευτελισμός και σε ποιον όχι;
(Η σωστή απάντηση είναι: ΣΕ ΚΑΝΕΝΑΝ.)
«H διαπόμπευση είναι ταπεινωτική, με συχνά επώδυνες, μακροπρόθεσμες συνέπειες» είπε στο BuzzFeed News ο εισαγγελέας Mike Feur. «O χλευασμός στιγματίζει τα θύματά του, καταστρέφει τον αυτοσεβασμό […]»
Οπότε σας προ(σ)καλώ να κάνετε το εξής. Κοιτάξτε λιγάκι πιο προσεκτικά όλες αυτές τις δημοσιεύσεις στα κοινωνικά δίκτυα που σίγουρα παρακολουθείτε ακόμα κι αν δεν το θέλετε πραγματικά, γιατί είναι παντού, έχουν πιασάρικο τιτλάκι για να προκαλέσουν την περιέργεια και το κλικ του ποντικιού μας, καμία συνήθως αναφορά ή πηγή (αλλά ακόμα και να έχουν, δεν είναι εκεί η ουσία, δεν εξετάζουμε το αληθές των διαδικτυακών αναρτήσεων αυτή τη φορά), συνήθως είναι κάτι σαν «Αίσχος!» και «Ντροπή!» και «Απίστευτο!» και «Αυτός είναι ο τάδε που έκανε εκείνο» και τα λοιπά.
Και διαβάστε ΟΧΙ το τι συνέβη,
Αλλά τα σχόλια.
Μερικές φορές η βιαιότητα των σχολίων είναι πολύ πιο τρομακτική από την όποια πράξη του (υποτιθέμενα ή και μη) κατηγορούμενου.
Προσωπικά έχω αηδιάσει και στενοχωρηθεί και πλέον αποφεύγω τελείως τις διαδικτυακές συζητήσεις με αγνώστους.
Το να προσπαθείς μέσω ενός πληκτρολογίου να εξηγήσεις ορισμένα πράγματα και να αλλάξεις γνώμη στον οποιονδήποτε που συμπεριφέρεται εντελώς ανάρμοστα και απαίσια και ναι, καταδικαστέα, είναι μάταιο. Αλλά όλος ο οχετός και ο ψόφος και οι αδιανόητες προσβολές με ξεπερνούν.
Και σίγουρα όλοι σας θυμάστε περιπτώσεις ανθρώπων που βάσει απόφασης δικαστηρίου έχουν αθωωθεί για το ό,τι είχαν κατηγορηθεί, η στοχοποίησή τους όμως έχει μείνει ανεξίτηλη. Ένα απλό γκουγκλάρισμα αρκεί για να ξαναφέρει την ιστορία (και τον εφιάλτη για αυτόν που το έχει περάσει) ξανά στο επίκεντρο της βαρεμάρας μας.
Το ότι δεν έχεις τον άλλο μπροστά σου δε σου δίνει κανένα δικαίωμα να ξεπερνάς τα όρια της σάτιρας ή της απλής κατηγορίας(;) και να επιτίθεσαι σε καθαρά προσωπικό επίπεδο. Ο σεβασμός και η αξιοπρέπεια πρέπει με κάθε κόστος να προστατεύονται ακόμα και στο διαδίκτυο. Δυστυχώς ο διαδικτυακός εξευτελισμός έχει τόσα πολλά πλοκάμια που είναι δύσκολο να το καλύψουμε με ένα μόνο άρθρο.
Και το να φωτογραφίζεις κάποιον εν αγνοία του και να τον ανεβάζεις στο φβ είτε για να δείξεις το τι ωραία παπούτσια φοράει, είτε το βιβλίο που διαβάζει στο μετρό, είτε …το κιτς μαγιό του στην παραλία, ΕΙΝΑΙ εξευτελισμός. Όπως και το να παίρνεις μια πρόταση που είπε κάποιος, να την τραβάς από τα μαλλιά, να της δίνεις όνομα και φωτό και να την πετάς στα σκυλιά (βλέπε «Ο μαχαιροβγάλτης του Περισσού».)
Εκεί που δε φτάνει (ή που δε χρειάζεται να φτάνει) ο νόμος, πρέπει να υπάρχει η ηθική.
Κι όταν κάποιος είναι δημόσιο πρόσωπο με πολλούς …ακόλουθους, τότε τα πράγματα είναι ακόμη πιο σοβαρά. Τις τελευταίες μέρες έχω πέσει πάνω σε ένα απίστευτο μπαράζ απαράδεκτων φραστικών επιθέσεων από γνωστό συγγραφέα που μάλιστα έχοντας ζήσει ως δακτυλοδεικτούμενος θα έπρεπε να είναι διπλά προσεκτικός. Το μόνο που έχω να πω είναι …κρίμα για τον ίδιο και λυπάμαι όλους όσους έχουν βρεθεί στο στόχαστρό του κι ακόμη περισσότερο αυτούς που τον ακολουθούν και σιγοντάρουν και τροφοδοτούν τη σαπίλα του αναπαράγοντάς τη.
Κανείς δεν έχει δικαίωμα να συμπεριφέρεται έτσι.
Κανείς δεν πρέπει να δέχεται τέτοια συμπεριφορά.
Θέστε όρια, απαιτήστε τα κι από τους διαδικτυακούς συνανθρώπους σας, κάντε πίσω όπου χρειαστεί. Βάλτε ένα τέλος.
& Εκείνος
Εδώ και αρκετούς μήνες, έχω σε μεγάλο μέρος και σταδιακά αποχωρήσει από τα κοινωνικά ιντερνετικά δίκτυα πολύ συνειδητά και ανήκω σε αυτούς που πάντα κοιτούσαν με καχυποψία τα διαδικτυακά νέα, ειδικά τα «δημοσιογραφικά» σάιτ και μπλόγκ. Ο λόγος που οδήγησε σε αυτή τη σταδιακή αποχώρηση ήταν η συσσώρευση βλακείας, παραμυθιάσματος, φανατίλας, φασιστίλας και ντεμέκ. Άνθρωποι που υποτίθεται ότι εκφράζονται ελεύθερα αλλά που μέσα σε δυο προτάσεις αφού παρουσιαστούν σαν παντογνώστες αυτοαναιρούνται και δείχνουν το πραγματικό τους πρόσωπο που είναι πέρα από ψευδώνυμα και στημένες προσωπικότητες γεμάτο μίσος, ψέμα και υποκρισία.
Στην Ελλάδα παλιά λέγαμε: «ό,τι δηλώσεις είσαι». Με το ίντερνετ – και ειδικά με τα διάφορα κοινωνικά δίκτυα – αυτό έγινε όχι απλά μια κουβέντα χλευασμού αλλά για τους πολλούς πραγματικότητα. Συν ο τόπος για κάποιους να ξεγυμνώσουν την επιθετικότητα τους, το μίσος τους και τα κόμπλεξ τους.
Αλλά υπάρχει κάτι που πολλές φορές ξεχνάμε στην Ελλάδα και δεν το ξεχνάμε μόνο στο διαδίκτυο, το ξεχνάμε στην τηλεόραση που βλέπουμε, στο ραδιόφωνο που ακούμε, στην εφημερίδα που διαβάζουμε. Ξεχνάμε ότι εμείς κρατάμε το μαγικό κουμπί. Το κουμπί που κρατάει απ’ έξω όλα αυτά που μας ενοχλούν και μας βρομίζουν.
Και το έκανα πολύ συγκεκριμένα αναφέροντας την Ελλάδα, γιατί μόνο στην Ελλάδα και στις ΗΠΑ το φαινόμενο κοινωνικά δίκτυα και – ηλεκτρονικά και μη – ΜΜΕ έχουν γίνει φορείς του ιού του ψέματος και της λάσπης με τόση άνεση, επιρροή και δημοφιλία.
Λοιπόν, το ίντερνετ είναι ένα καταπληκτικό εργαλείο επικοινωνίας, ενημέρωσης και πληροφόρησης και ακόμα και η τρομακτική επιστημονική εξέλιξη των τελευταίων ετών να οφείλεται σε μεγάλο μέρος της στο διαδίκτυο. Το διαδίκτυο είναι χιλιάδες πράγματα και μέσα τους υπάρχουν εκατομμύρια χρήσιμες πληροφορίες. Αλλά υπάρχουν και σκουπίδια. Αν όμως η μόνη σας σχέση με το διαδίκτυο είναι τα κοινωνικά δίκτυα, ο κάθε ανόητος με την βλακεία του και το κάθε παραμύθι που σας πουλάει ο κάθε ηλίθιος που έχει αυτοχριστεί “δημοσιογράφος”, τότε καταλάβετε ότι είναι σαν να έχετε ένα παλάτι καταδικό σας με 100 δωμάτια, κι εσείς τρώτε, κοιμόσαστε και ζείτε στην εξωτερική χέστρα στο χώρο του πάρκινγκ. Και την επιλογή την κάνετε μόνοι σας γιατί το δικό σας χρόνο διαθέτετε και τα δικά σας δάχτυλα πληκτρολογούν.
Όπως με την κακή τηλεόραση, το κακό ραδιόφωνο ή την «κίτρινη» εφημερίδα, εμείς διαλέγουμε τι θα δούμε, τι θα ακούσουμε και τί θα διαβάσουμε. Καιρός λοιπόν να πάψουμε να κάνουμε …λάικ στή βλακεία!
Αυτά!