Εκείνη
Η υγεία στην Ελλάδα πάντα ήταν σοβαρό πρόβλημα. Απλώς κάποτε ήμασταν άνετοι οικονομικά και παραβλέπαμε πολλά και σοβαρότατα θέματα πάνω σ’ αυτό το κομμάτι. Οι πιο «τυχεροί» ήταν οι ασφαλισμένοι του δημοσίου, που όπου κι αν πήγαιναν τους υποδέχονταν με ανοιχτές αγκάλες. Στην απέναντι πλευρά, οι ασφαλισμένοι του ΙΚΑ: έπαιρνες τηλέφωνο για να σε δει γιατρός σήμερα, και σου ‘κλειναν το ραντεβού κάτι μήνες μετά- αφού ίσως και να έχεις πεθάνει.
Όταν τα ζευγάρια αποφάσιζαν να κάνουν παιδιά, ήξεραν ότι η ταρίφα παίζει γύρω στο χιλιάρικο μέχρι να γεννηθεί το παιδί, συν άλλα 2.500-4.500 επιπλέον ΓΙΑ ΝΑ γεννηθεί. Αλλά κούκου. Κουτσά στραβά, να και η χαρά του παππού και της γιαγιάς, λίγο από δω κι από κει, λίγο και το επίδομα που έπαιρνες μετά (γελοίο το ποσό, αλλά μας έπιανε κότσους πάραυτα), δε δίναμε και τόση σημασία. Όπως και να ‘χει, αν δε σε κάλυπτε το ταμείο σου, πλήρωνες για να πας έξω- και τότε τα είχαμε τα χρήματα για κάτι τέτοιο και end of the story.
Έλα όμως που πάνε τα καλά χρόνια και φτάσαμε στο σήμερα. Τι γίνεται σήμερα με την υγεία των Ελλήνων; Οι μισοί είναι ανασφάλιστοι, πάει αυτό. Οι άλλοι μισοί είναι μεν ασφαλισμένοι (που σημαίνει ότι καταβάλλουν διάφορα κι αδιανόητα ποσά γι’ αυτό), αλλά παρόλα αυτά, οι παροχές είναι μηδαμινές ή ανύπαρκτες. Νομίζω πως δε χρειάζεται να επεκταθώ, το ζούμε κάθε μέρα.
Το θέμα είναι ότι όταν είσαι στα 20, το κομμάτι αυτό της ζωής που λέγεται καλή υγεία το έχεις επιεικώς χεσμένο- αν έχεις γεννηθεί τυχερά υγιής κι αρτιμελής. Η υγεία μας απασχολεί είτε μόλις αποκτήσουμε παιδιά και δούμε τι εστί βερίκοκο (όσοι έχετε νήπια σε παιδικούς σταθμούς, ξέρω ότι κουνάτε το κεφάλι σας με πίκρα), είτε μετά τα 30-35 που ξαφνικά ξυπνάμε τα πρωινά και όλο και κάτι μπορεί να μας πονάει.
Ένα τσιμπηματάκι εδώ, ένα χαλασμένο δόντι εκεί, ένα πιάσιμο παραπέρα, ένα σφίξιμο κάπου εδώ κι ένα άγχος άλλο πράγμα, αλλά κανείς μας δεν πάει στο γιατρό. Και ναι, ένα μεγάλο μέρος της αυτής της άρνησης υπήρξε πάντα η «λάθος» εικόνα που είχαμε/έχουμε για τους γιατρούς, όπως και η άθλια εικόνα και κατάσταση των νοσοκομείων (που αυτή ήταν πάντα και είναι πραγματικότητα που δεν άλλαξε ποτέ). Αλλά πλέον το αποφεύγουμε γιατί σε κανέναν μας δεν περισσεύουν χρήματα για κάτι τέτοιο. Ασφαλισμένοι και μη. Ποιος θα δώσει 30-50-70-100 ευρώ (ανάλογα την περίπτωση), για ΝΑ δει γιατρό για ΚΑΠΟΙΟ πονάκι εδώ κι εκεί, που μπορεί και να ΜΗΝ είναι τίποτα τελικά; (ή μπορεί και να είναι πολλά, αλλά αυτό το ξεχνάμε). Κανείς. Το πολύ-πολύ να παίξουμε μόνοι μας το γιατρό. Τη στιγμή μάλιστα που τα περισσότερα φάρμακα μπορείς να πας να τα πάρεις μόνος σου, κι ας γράφουν στο κουτάκι ότι χορηγούνται ΜΟΝΟ ΜΕ ΙΑΤΡΙΚΗ ΣΥΝΤΑΓΗ. Επειδή σου το είπε ένας γνωστός, που η αδερφή της κουμπάρας που πάντρεψε το Σάκη από τον τρίτο, τον ξάδερφο που είχε συμμαθητή το γιο της κυρά Κούλας καλέ, της γειτόνισσας της πεθεράς σου, ε, είχε πάθει το ίδιο και πήρε αυτό και πέρασε.
Ας σκεφτούμε λίγο. Η υγεία δεν είναι θαύμα -αν και κατά κάποιο τρελό τρόπο, μπορεί να πει κανείς πως το να γεννηθείς υγιής είναι ένα θαύμα, αλλά ως εκεί. Η καλή υγεία είναι κάτι που εξαρτάται από πολλά, πολλά πράγματα. Από τον αέρα που αναπνέουμε, από το νερό που πίνουμε, από τον καλό αερισμό του σπιτιού μας, από τη διατροφή μας, τις συνήθειες μας, τον τόπο που ζούμε, τη σωματική μας υγιεινή, τις διάφορες προδιαθέσεις του οργανισμού λόγω κληρονομικότητας και χίλια δυο άλλα. Και σαφέστατα, το σώμα μας δε λειτουργεί το ίδιο, δεν έχει τις ίδιες ανάγκες, δεν έχει τις ίδιες αντοχές, και δεν ανταποκρίνεται με την ίδια ευκολία στο πέρασμα του χρόνου.
Το λοιπόν δεν τρώμε σωστά- γιατί ποιος δεν έκοψε την ποιότητα (και αλίμονο και την ποσότητα) στο φαγητό για να ανταπεξέλθει, όταν δεν έμεινε τίποτα άλλο να κόψει; Ποιος δεν παραδόθηκε στις κακές συνήθειες γιατί έστω προσωρινά και κάλπικα τον ανακουφίζουν; Ρωτήστε εκατό καπνιστές που ζορίζονται να πληρώσουν τα τσιγάρα τους και οι 99 θα σας πουν ότι προτιμούν το τσιγάρο από το φαγητό. Λυπηρό, αλλά είναι αλήθεια.
Όταν δουλεύουμε παραπάνω από όσο αντέχουμε και πάλι δε μας φτάνουν; Βάλτε μειωμένο φαγητό, χειρότερη ποιότητα διατροφής και επιπλέον φόρτο εργασίας που όμως οικονομικά δεν μας αποδίδει τίποτα αξιόλογο. Ένα σπίτι, πέντε άτομα, τρεις αργαζόμενοι, ίσα που λένε πως δεν πεινάνε- ακόμα.
Στην αντίθετη πλευρά, νέοι άνθρωποι που όμως δε δουλεύουν καθόλου, σε μια ηλικία που η παραγωγικότητα και το αίσθημα του «δουλεύω, άρα προσφέρω στον εαυτό μου μια άλφα ποιότητα ζωής, άρα έχω τον έλεγχο της ζωής μου, άρα μπορώ να δημιουργήσω οικογένεια, άρα υπάρχω» είναι κάτι αντίστοιχο με τις τρελαμένες ορμόνες των εφήβων (βάλτε ένα έφηβο να ζήσει χωρίς μουσική, χωρίς τεχνολογία, χωρίς πειραματισμούς κι επαναστάσεις και θα το κάνετε ή φυτό ή εγκληματία).
Άνθρωποι μεγαλύτερης ηλικίας που έχουν δουλέψει όλη τους τη ζωή, βρίσκονται ξαφνικά χωρίς δουλειά ή μπροστά στην προοπτική του να μη δουν ποτέ σύνταξη (καλά, αυτό είναι σενάριο που παίζει για όλους, όχι μόνο για τους μεγαλύτερους από μας, απλά οι νεότεροι δεν το σκεφτόμαστε ακόμα). Και άλλα τόσα παραδείγματα και πραγματικότητες.
Και μέσα σε όλα αυτά ξαναθυμίζω την κακή μας διατροφή, τις κακές συνήθειες που αυξάνουμε, το κλείσιμο στα τέσσερα ντουβάρια, την κακή ψυχολογία, το άγχος που δε μας αφήνει ούτε να κοιμηθούμε, και πέστε μου τι ελπίδες έχουμε.
Δυστυχώς μπορεί να τα λέω καλά, αλλά λύσεις δεν έχω. Είναι μια πολύ θλιβερή διαπίστωση που επιμελώς αποφεύγουμε να σκεφτούμε και ξέρουμε όλοι μας πολύ καλά το γιατί: γιατί φοβόμαστε το σενάριο αυτό. Σκεφτόμαστε το ότι μπορεί να συμβεί κάτι και θα – ωμά το λέω και συγνώμη- ψοφήσουμε σαν τα σκυλιά. Πού να βρεθούν τα λεφτά, πού να βγάλεις άκρη με τα νοσοκομεία, πού να μπλέξεις με τους γιατρούς, αλλοίμονό μας.
Δεν μπορούμε όμως να εναποθέσουμε τις ελπίδες μας στο θεό και να εξαντλήσουμε τις δυνάμεις μας στις προσευχές, σόρι κιόλας. Από την άλλη θα ρωτήσετε και τι μας προτείνεις, και πάλι θα πω ότι λύσεις άμεσες και χειροπιαστές δεν έχω.
Ηρεμία, ψυχραιμία. Καλύτερα λιγότερο ποσοτικά αλλά περισσότερο ποιοτικά φαγητό. Οξυγόνο, περπάτημα. Κλείστε και καμιά τιβί. Ρίχτε και καμιά προσευχή αν σας κάνει να νιώθετε καλύτερα. Με ένα finger snap δε θα αλλάξει κάτι, αυτό είναι ένα από τα θέματα που θα μας βασανίσει για πολύ, δυστυχώς.
Ας κάνουμε ό,τι καλύτερο μπορούμε για να προσέξουμε τον εαυτό μας- κανείς δεν θα το κάνει για μας. Και υπάρχουν κάποιοι που εξαρτώνται από εμάς: Τα παιδιά μας. Οπότε έχουμε κι ένα λόγο παραπάνω να μας προσέχουμε. Σε ποιον θα εμπιστευτείτε τα παιδιά σας, αν σας συμβεί κάτι; Στο σύστημα;; (να γελάσω ή να κλάψω;)
Και να μη γυρνάμε την πλάτη στους ανθρώπους. Στους συνανθρώπους μας. Όλοι τον ίδιο σταυρό κουβαλάμε. Κι ό,τι συμβαίνει μαζί το τρώμε και μαζί το χωνεύουμε, δε χρειάζεται να κοροϊδευόμαστε, δεν έχουμε να αποδείξουμε τίποτα σε κανέναν. Μόνο μαζί θα βοηθηθούμε. Όχι ότι αυτό μπορεί να μας λύσει όλα τα προβλήματα, αλλά ρε γαμώτο δεν είναι ο καθένας μόνος του σε όλα αυτά τα σκατά που ζούμε. Σε όλους μας συμβαίνουν. Αν κάτι μπορεί να ανακουφίσει και ίσως καλυτερέψει τα πράγματα, είναι τουλάχιστον η αλληλεγγύη μεταξύ μας.
& Εκείνος
Η αλήθεια είναι ότι εδώ και μισή ώρα κοιτάζω το τίτλο και το κείμενο της Κατερίνας και δεν ξέρω τι να γράψω. Ραντεβού με γιατρό, πότε; Ελλείψεις φαρμάκων; Διατροφή; Σε κάθε της πρόταση το μόνο που μπορούσα να διαβάσω ήταν, εσύ στην Ελλάδα δεν θα επιστρέψεις ποτέ. Ή καλύτερα όσο οι συνθήκες δεν αλλάζουν. Κι επειδή ούτε οι συνθήκες θα αλλάξουν σε πέντε-δέκα χρόνια, ούτε δεκαέξι ούτε εικοσιέξι είσαι, δεν γυρίζεις ποτέ! Για ολιγοήμερες διακοπές μόνο και να προσεύχεσαι μη χρειαστείς τίποτα σοβαρό.
Ζω στη Σκανδιναβία. Το μέρος πρότυπο για όλο το κόσμο για το πώς πρέπει να λειτουργεί ένα σωστό κράτος. Το μέρος που η φροντίδα του πολίτη είναι η απόλυτη υποχρέωση του κράτους, κάτι σαν αυτοσκοπός. Σε τέτοιο σημείο μάλιστα που στη Φιλανδία, για παράδειγμα, σε πνίγει. Το να πειράξεις την υγεία είναι ταμπού, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν δοκίμασαν πολλοί. Από τους Σουηδούς συντηρητικούς μέχρι τους Φιλανδούς δεξιούς όλοι δοκίμασαν να «αμερικανοποιήσουν» την υγεία σε μια προσπάθεια μείωσης των κρατικών εξόδων. Ή τουλάχιστον αυτή ήταν η δικαιολογία τους. Αποτέλεσμα; Περάσαν στην αντιπολίτευση στη πρώτη ευκαιρία.
Αλλά ο καλύτερος τρόπος να περιγράψω τη κατάσταση είναι να αναφερθώ με παράδειγμα τις προσωπικές μου εμπειρίες. Είμαι χρόνια διαβητικός. Το πιο απλό πράγμα που σημαίνει αυτό το «χρόνια» είναι ότι η ζωή μου και η καθημερινότητα μου εξαρτώνται από φάρμακα, κυρίως ινσουλίνη, και σειρά ενισχυτικά. Αλλά για μένα αργότερα. Η ιστορία που θα σας πω αφορά την κόρη μου.
Η κόρη μου στα δυο της εμφάνισε μια κατάσταση όχι πολύ διαφορετική με αυτή που παρουσιάζουν πολλά παιδιά αλλά στην περίπτωση της ήταν …ένα κλικ πιο βαριά. Όταν έκανε πυρετό και με το που έφτανε στο 37,9, πέρναγε μέσα σε δευτερόλεπτα στο 39-40 και αυτομάτως ξεκινούσαν σπασμοί. Παρεπιπτόντως αυτό είναι κληρονομικό και είναι ένα από τα πολλά που έμαθα στη συνέχεια.
Την πρώτη φορά που συνέβη ήταν καθημερινή αργά το βράδυ και συμπωματικά (και ευτυχώς) καθόμουν μαζί της και της διάβαζα μια ιστορία προσπαθώντας κάθε λίγο να της δίνω νερό. Οι σπασμοί ξεκίνησαν τελείως ξαφνικά και το πρώτο που είδα ήταν ότι είχαν γυρίσει τα μάτια της και ήταν φανερό ότι δεν μπορούσε να αναπνεύσει. Δεν ξέρω τι μου συνέβει εκείνη τη στιγμή. Δεν έχω καταλάβει, ακόμα και σήμερα που ανατρέχω στο γεγονός, τι φλασιά έφαγα ή τι λειτούργησε στη μνήμη μου, αλλά θυμήθηκα πολύ καθαρά ότι όταν ήμουν μικρός και είχα πυρετό, για κάποιο άγνωστο λόγο, η γιαγιά μου με έβαζε κάτω από το ντουζ. Την ίδια στιγμή είδα τα χείλια της να παίρνουν ένα έντονο γαλάζιο χρώμα και …αυτό ήταν. Την βούτηξα όπως ήταν με τις πιτζάμες, έτρεξα στη ντουζιέρα και κρατώντας την χαλαρά στην αγκαλιά μου – και οι δυο μας με τα ρούχα – άνοιξα το ντουζ στο πιο παγωμένο.
Παρενθετικά εδώ, πρώτο ήταν Γενάρης στο Ελσίνκι και μάλιστα σε ένα από τα προάστια, που σημαίνει ότι η θερμοκρασία τις καλές μέρες είναι γύρω στους -20 και το χιόνι το φτυάριζες κάθε πρωί για να βγεις από τη πόρτα σου και δεύτερο είχα μείνει μόνος μου εκείνη τη στιγμή με τη μικρή. Σήμερα τα μαλλιά μου είναι λευκά αλλά εκείνο το βράδυ ήταν που άσπρισαν για πρώτη φορά. Ακόμα και σήμερα δεν έχω μπορέσει να υπολογίσω το χρόνο που εξελίχτηκαν τα πάντα και θα μπορούσα να σας βεβαιώσω ότι όλα έγιναν μέσα σε ώρες. Όλοι, συμπεριλαμβανομένων και των γιατρών, με διαβεβαιώνουν ότι όλα έγιναν σε διάστημα λίγο μεγαλύτερο του ενός λεπτού. Σκεφτείτε, όλα έγιναν σε διάστημα μικρότερο από αυτό που χρειαστήκατε για να διαβάσετε την περιγραφή.
Τρέμοντας κάτω από το παγωμένο νερό και κρατώντας το δίχρονο σφιχτά στην αγκαλιά μου, μετά από λίγο την ένιωσα να παίρνει ανάσες και να αναπνέει και αμέσως μετά ακολούθησε ένα δυνατό κλάμα. Δεν ξέρω πώς να το περιγράψω αλλά αυτό ήταν το πιο γλυκό κλάμα πόνου που άκουσα στη ζωή μου και δεν ξέρω αν εκείνη τη στιγμή τα δικά μου δάκρυα μπλεκόντουσαν με τα δικά της και το παγωμένο νερό που έτρεχε πάνω κι από τους δυο μας αλλά ήταν δάκρυα ανακούφισης από εμένα. Τα χείλια της είχαν επιστρέψει σε ένα πιο φυσιολογικό χρώμα κι αν και πολύ χλωμή είχε ανοίξει τα μάτια της και με το βλέμμα της με παρακαλούσε να τη βγάλω από το παγωμένο νερό.
Όπως όσα προηγήθηκαν έτσι και η συνέχεια θα αποτελεί για μένα μυστήριο και δεν έχω ιδέα που βρήκα τη δύναμη ή ό,τι άλλο για να κάνω ό,τι έκανα. Και για να το ξεκαθαρίσω, δεν πιστεύω ούτε σε άνθιμους Θεούς, ούτε σε προλήψεις δαιμόνων, ούτε σε εμφανίσεις ούφο ή ψεκασμούς από αεροπλάνα. Φαντάζομαι εκείνη τη μέρα ανακάλυψα πόσο τεράστια δύναμη μπορεί να έχει ένας γονιός.
Αφού τη σκούπισα με μια πετσέτα προσπαθώντας να μην …ζεσταθεί, άνοιξα ένα παράθυρο και δίπλα στο παράθυρο που έβαζε παγωμένο αέρα και χιόνι, εγώ ακόμα να στάζω παγωμένο νερό, πήρα το τηλέφωνο και προσπάθησα να τηλεφωνήσω για βοήθεια, ασθενοφόρο, νοσοκομείο, αστυνομία, κάτι, οτιδήποτε μπορούσα να βρω. Δοκίμασα από το 100 μέχρι το 911 ή το 999 που θυμόμουν. Καμία σχέση με Φιλανδία και στη συνέχεια άρχισα να πατάω τριψήφια πλήκτρα στη τύχη και με λίγη υστερία. Σήμερα υπάρχει το πανευρωπαϊκό 112, αλλά τότε δεν είχε ξεκινήσει ακόμα. Αυτό όμως που έμαθα αργότερα ήταν ότι τουλάχιστον στη Φιλανδία όταν κάποιος κάνει αυτό που έκανα εγώ, να χτυπάει τυχαία τριψήφια με ένταση, σταδιακά το τηλεφώνημα πηγαίνει στην αστυνομία.
Η τηλεφωνήτρια απάντησε Φιλανδικά αλλά αυτό που άκουσε από εμένα ήταν η κραυγή, γρήγορα ελάτε το παιδί μου είναι πολύ σοβαρά, στα …αγγλικά. Αλλάζοντας αυτομάτως από τα Φιλανδικά στα αγγλικά με ρώτησε τη διεύθυνση που βρίσκομαι και μου είπε να είμαι ψύχραιμος μέχρι να με συνδέσει με το νοσοκομείο για να μιλήσω με κάποιον και παράλληλα να ειδοποιήσει ασθενοφόρο να έρθει σπίτι μου. Αυτά όσο πιο γρήγορα μπορούσε και αφού της είπα τη διεύθυνση σε δευτερόλεπτα μιλούσα με άλλη γυναίκα, προφανώς γιατρό ή νοσοκόμα που της περιέγραφα τι είχε συμβεί. Αφού με διαβεβαίωσε ότι αυτό που έκανα ήταν το πιο σωστό πράγμα που θα μπορούσα να κάνω, άρχισε να μου μιλάει ήρεμα ρωτώντας για την αναπνοή της μικρής ή αν έχει τα μάτια της ανοιχτά. Τώρα, τόσα χρόνια μετά, καταλαβαίνω ότι ουσιαστικά προσπαθούσε να με ηρεμίσει και να μου δώσει να καταλάβω ότι δεν ήμουν μόνος μου.
Σε τέσσερα λεπτά – τα μέτραγα – το ασθενοφόρο ήταν μπροστά στο σπίτι και δυο νοσοκόμοι μου χτυπούσαν το κουδούνι. Η γιατρός/νοσοκόμα σταμάτησε τη συζήτηση μόνο όταν σιγουρεύτηκε ότι πραγματικά ήταν οι νοσοκόμοι στην πόρτα μου. Σε δυο λεπτά και σε συγχρονισμένη ταχύτητα είχαν ελέγξει τη πίεση της μικρής, πυρετό και δεν θυμάμαι τι άλλο ενώ ο ένας συνέχεια μου εξηγούσε στα αγγλικά τι έκαναν. Όταν τέλειωσαν και ετοιμάζοντας τη μικρή στο φορείο μου είπαν ότι πιθανώς να ήταν καλό να άλλαζα σε κάτι άλλο που …δεν στάζει νερά και σε λίγο με εμένα και τη μικρή στο ασθενοφόρο ξεκινούσαμε για το νοσοκομείο. Στο δωμάτιο που μας έβαλαν αμέσως μόλις μπήκαμε στο νοσοκομείο και μετά από λεπτά εμφανίστηκε ένας νεαρός ο οποίος μου είπε στα αγγλικά και αφού μου συστήθηκε, ότι θα είναι εκεί συνέχεια και ότι χρειάζομαι ακόμα και το παραμικρό και δεν καταλαβαίνω, να τον ζητώ και θα έρχεται αμέσως να με βοηθήσει. Σε λίγο και καθώς συνέχιζαν τις εξετάσεις στη μικρή, είχα μπροστά μου ένα ποτήρι με χυμό πορτοκάλι και ακολούθησε ένα τοστ με τυρί.
Μείναμε στο νοσοκομείο πέντε μέρες. Σε ένα δωμάτιο με τέσσερα κρεββάτια όπου τα δυο ήταν για τα παιδιά, τη κόρη μου και ένα άλλο κοριτσάκι, και τα άλλα δυο για τους συνοδούς γονείς. Για πέντε μέρες όποια απορία και να είχα, και για τη βλακώδη ερώτηση, πάντα βρισκόταν κάποιος που μιλούσε αγγλικά για να μου απαντήσει. Τη καφετέρια του νοσοκομείου τη χρησιμοποίησα μόνο μια φορά κι αυτό για να ξεφύγω λίγο από το δωμάτιο και μάλιστα ήταν και η κόρη μου μαζί μου μιας και δεν είχε πια πυρετό. Ότι άλλο χρειαζόμασταν (ακόμα και βραδινή σοκολάτα για τη μικρή) μας το έφερναν νοσοκόμες. Έκανε εξετάσεις που περιλαμβάνανε από εγκεφαλογράφημα μέχρι εξέταση μυελού για να απορρίψουν κάθε πιθανότητα. Την τελευταία μέρα μου εξήγησαν τα περί πυρετού και πως θα το αντιμετωπίζω τονίζοντας μου, πρώτο ότι αυτό που είχα κάνει, να τη βάλλω κάτω από το ντουζ, ήταν ότι πιο καλό μπορούσα να είχα κάνει και δεύτερο ότι αν δω να ξανασυμβαίνει τόσο σοβαρά καλά θα κάνω να ειδοποιήσω αμέσως ασθενοφόρο. Μου έδωσαν και ένα μπουκαλάκι αντιπυρετικά γιατί παιδί είναι, σε παιδικό σταθμό πάει και φυσιολογικό είναι να κολλάει ότι κυκλοφορεί και επιστέψαμε σπίτι.
Σε μια βδομάδα ακριβώς από την επιστροφή στο σπίτι τηλέφωνο από τη γιατρό που ήταν υπεύθυνη για τη μικρή στο νοσοκομείο. Απλά να δει αν όλα είναι καλά. Μετά από ένα μήνα περίπου, ανάμεσα στους λογαριασμούς βρήκα και έναν από το δήμο του Ελσίνκι που ανήκει το νοσοκομείο. 9 ευρώ με ημερομηνία πληρωμής μετά από τρεις μήνες για το ασθενοφόρο. Αν είχα πάρει ταξί θα είχε στοιχήσει περισσότερο. Και αυτό ήταν όλο.
Τώρα εγώ όπως είπα και παραπάνω είμαι χρόνια διαβητικός. Παράλληλα η κατάσταση σταδιακά δημιούργησε προβλήματα και στη καρδιά μου που επίσης έγιναν χρόνια. Από ότι καταλαβαίνετε γιατροί, νοσοκόμες, εξετάσεις, φάρμακα – κυρίως ινσουλίνη – και νοσοκομεία, έχουν γίνει κομμάτι της …κοινωνικής μου ζωής. Έχω αμέτρητες ιστορίες να σας πω από όλα αυτά τα χρόνια αλλά θα περιοριστώ μόνο αυτή που ζω αυτή τη στιγμή.
Αυτή τη στιγμή περνάω μια κρίση με την ινσουλίνη μου και χρειάστηκε να αλλάξω κάποια φάρμακα και τη δοσολογία της. Κάθε πρωί στις 10 έρχεται σπίτι μου η νοσοκόμα που με έχει «χρεωθεί» για να κάνουμε μαζί μετρήσεις και να δει πως είμαι και ξαναέρχεται το βράδυ, πάλι στις 10 για να ξανακάνουμε μετρήσεις και να με βοηθήσει με τη καινούργια ένεση και δοσολογία. Μόνος μου τα κάνω αλλά είναι εκεί για να με βλέπει και να σιγουρευτεί ότι κάνω αυτά που πρέπει να κάνω. Κάθε μέρα για τις επόμενες δέκα μέρες τουλάχιστον. Εκτός αν κρίνει ότι θα χρειαστεί να με παρακολουθήσει περισσότερο. Την ίδια ώρα ο γιατρός με παίρνει τηλέφωνο κάθε δεύτερη μέρα παρόλο που από ότι έχω καταλάβει η νοσοκόμα τον ενημερώνει για τη κατάσταση μου καθημερινά. Και ναι χρειάστηκε κάποια στιγμή τη προηγουμένη βδομάδα να πληρώσω 8,5 ευρώ για κάτι που χρειάστηκα επειγόντως. Αυτά!
Τώρα όλα αυτά τα πολύ σύντομα θα φαίνονται σαν ουτοπία για την κατάσταση που βρίσκεται το σύστημα υγείας στη σημερινή Ελλάδα. Κάποια στιγμή που αντιμετώπισα ένα σοβαρότερο πρόβλημα στη Φιλανδία, το νοσοκομείο έστειλε ψυχολόγο για να δει αν χρειάζεται κάποια βοήθεια η οικογένεια μου. Όταν το είπα σε φίλους στην Ελλάδα τους φάνηκε παραμύθι και υπερβολή. Αλλά όταν σήμερα στην Ελλάδα πας στο νοσοκομείο και αγοράζεις μόνος σου τις γάζες που θα χρειαστείς από το φαρμακείο γιατί το νοσοκομείο δεν τις διαθέτει …φυσικά αυτά ακούγονται σαν παραμύθι.
Τον σημερινό υπουργοί υγείας δεν τον ξέρω, ούτε στο όνομα, αλλά ξέρω ότι Σαμαράς, Άδωνις και Βορίδης εκτέλεσαν έν ψυχρώ και μετά από βασανιστήρια την υγεία στην Ελλάδα για …να ισοσκελίσουν τα έξοδα από τις μερσεντές, τις διακοσμήσεις των υπουργικών γραφείων τους και των δείπνων τους. Οπότε τι παρακάτω να πάει ο καινούργιος, αυτοί φτάσανε πάτο. Ξέρω όμως ότι η υγεία δεν είναι απλά μια υποχρέωση του κράτους προς τον πολίτη αλλά απαραβίαστο δικαίωμα του κάθε πολίτη, του κάθε ανθρώπου της κάθε χώρας. Εγώ που δεν μπορώ να ζήσω πάνω από μερικές μέρες χωρίς βοήθεια πως θα ζουσα στην Ελλάδα; Πως ζούνε άνθρωποι σε αντίστοιχες καταστάσεις στην Ελλάδα; Από τις τιμές της ινσουλίνης μέχρι τις ουρές στα ιατρεία. Με συγχωρείτε, αλλά εγώ δεν ξέρω πόσο καιρό θα μπορούσα να επιβιώσω. Κι όμως υπάρχει κόσμος που αντιμετωπίζει όλα αυτά γιατί απλά …δεν υπάρχει άλλος τρόπος. Σε ένα κράτος που παραβιάζει καθημερινά απαραβίαστα – υποτίθεται – δικαιώματα του. Σε ένα κράτος κανίβαλο για να ισοσκελιστούν λογαριασμοί και να χαμογελάσει ο κάθε υπουργός οικονομικών.
Τελικά πόσο αξίζει η ανθρώπινη ζωή στην Ελλάδα φαίνεται από την κατάσταση του συστήματος υγείας και λυπάμαι αλλά είναι πολύ φτηνή! Ούτε ένας Τσίπρας ή μια Μέρκελ. Τόσο φτηνή.
Και η ειρωνεία, γιατί υπάρχει και η ειρωνεία. Εγώ έχω …πολλά παράπονα για την κατάσταση εδώ. Απλά δεν τολμάω να τα γράψω εδώ.