Ποιος ήταν ο σκοπός αυτού του πειράματος υπακοής; Να δει (ο Μίλγκραμ, αλλά κι εμείς) ως πού μπορεί να φτάσει ένας απλός άνθρωπος, υγιής πνευματικά , νέος, ωραίος, με όνειρα, χτυποκάρδια και τα λοιπά, τέλος πάντων ένας καθ’ όλα νορμάλ άνθρωπος χωρίς περαιτέρω συμπλέγματα ψυχιατρικού ενδιαφέροντος. Ένας εγώ κι ένας εσύ. Που ποτέ δε θα κάναμε κάτι τέτοιο.
Αν και διστακτικά, αυτός που είχε τον έλεγχο του μοχλού, έστειλε ηλεκτρικό ρεύμα στον άτυχο φοιτητή. Μόλις 15 βολτ. Μικρό το κακό, αν και ο άλλος είχε αντίθετη άποψη.
Όσο τα βολτ όμως αυξάνονταν, μαζί και οι διαμαρτυρίες του καθισμένου στην καρέκλα, εκείνος που είχε το χέρι στο μοχλό έτοιμος να τον κατεβάσει στο λάθος, δεν σταμάτησε να υπακούει τις υποδείξεις του καθηγητή: Το πείραμα πρέπει να ολοκληρωθεί. Παρακαλώ προχωρήστε.
Ο καθηγητής ήταν η εξουσία.
Και ο συμμετέχων υποτασσόταν στην εξουσία.
Και προχωρούσε.
Μόλις ένα 5% αρνήθηκε εξ αρχής να συμμετέχει σε ένα τέτοιο «αρρωστημένο πείραμα» κι έφυγε μπινελικώνοντας τον καθηγητή.
Αυτό σημαίνει ότι το 95% προχώρησε κανονικά στη διαδικασία, φτάνοντας πάνω από τα 150 βολτ.
Το 65% (ναι, πάνω από τους μισούς!) έφτασαν ως το τέρμα, τα 450 – πιθανώς θανατηφόρα – βολτ.
Αν αναρωτιέστε, όχι, κανείς τους δεν ήταν για δέσιμο.
Όμως την επόμενη φορά που θα βιαστείτε να κουνήσετε το κεφάλι δυνατά αριστερά δεξιά δηλώνοντας ΟΧΙ δε θα κάνατε ποτέ κάτι τέτοιο, σκεφτείτε το λιγάκι. Ο άνθρωπος αντιδράει απρόβλεπτα ανάλογα με τις συνθήκες.
Στην πραγματικότητα, ποτέ δεν ξέρετε τι ακριβώς θα κάνατε και πώς θα αντιδράσετε σε μια Χ κατάσταση, όσο καλά κι αν το σκεφτείτε, όσο καλά κι αν νομίζετε ότι έχετε προετοιμαστεί.
Από μία άποψη, είναι εξίσου θύματα και οι δυο πλευρές: Και αυτός που δέχεται τα βολτ – όπου βολτ μπορεί να είναι η διακοπή του ρεύματος, του νερού, η απόλυση λόγω ηλικίας, εγκυμοσύνης ή ασθένειας, το ξύλο στη διαδήλωση, η ταπείνωση στη δουλειά, το να βρεθείς μετανάστης σε μια χώρα από σπόντα ή πρόσφυγας σε στρατόπεδο συγκέντρωσης και πάει λέγοντας, αλλά και αυτός που …ακολουθεί εντολές και απλά κάνει αυτό που του ανέθεσαν να κάνει: Να ανεβάσει τα βολτ, να σου κόψει το ρεύμα γιατί δεν το πλήρωσες, να σου κατασχέσει το σπίτι, να σου ρίξει χημικά στα μούτρα, να σου πετάξει πέτρες στο παράθυρο γιατί είσαι ξένος, να σε απολύσει επειδή γέρασες ή έμεινες έγκυος ή πρέπει να λείψεις ένα μήνα λόγω ασθενείας ή ατυχήματος, να σε εξοντώσει γιατί του τρως το ψωμί που δικαιολογημένα (κατά τον ίδιο) ανήκει σε κείνον και τα λοιπά.
Η οργάνωση των στρατοπέδων εξόντωσης των Ναζί είχε πλοκάμια και πολύ έξω από αυτά, πολύ πριν περάσουν τις πόρτες του οι άνθρωποι. Με το που έμπαιναν μέσα, ήξεραν ότι αυτή πια ήταν η μόνη πραγματικότητα, η μόνη αλήθεια. Κάποιοι ήταν ήδη νεκροί. Το ότι άντεξαν κάποιες μέρες ή εβδομάδες και μέσα στα στρατόπεδα, δεν είχε σημασία.
Σημασία είχε ότι δε θα έβγαιναν ποτέ από κει μέσα.
Οι SS ήξεραν τι έκαναν. Μετέτρεπαν τους ανθρώπους σε ζωντανούς νεκρούς.
Υπήρχαν όμως και κάποιοι, που αποφάσισαν πως ό,τι και να τους συνέβαινε σε κείνη την πραγματική κόλαση, ό,τι και τους έκαναν, άξιζε να ζήσουν.
Έστω μια μέρα ακόμα.
Κι άλλη μία.
Πώς το κατάφεραν αυτό;
Αρνούμενοι να πεθάνουν μέσα τους. Αρνούμενοι να αφήσουν το είναι τους να κομματιαστεί.
Είτε ήταν ο Σλόμο Βενέτσια, είτε ο Πρίμο Λέβι, είτε ο Καμπανέλλης, είτε ο πατέρας που έπεισε το παιδί του ότι το στρατόπεδο ήταν ένας γιγάντιος παιδότοπος, το κοινό «μυστικό» ήταν αυτό:
Μείνε άνθρωπος. Κράτα μια χαραμάδα φως για σένα.
Σκέψου τον ήλιο, τα βιβλία σου, τον άνθρωπό σου, το σκύλο σου, τη μουσική σου, πιάσου από όπου μπορείς.
Μείνε άνθρωπος.
Πες όχι. Κι ας είναι το πιο μικρό. Στην πραγματικότητα, δεν υπάρχει το «ποτέ». Μόνο το «ποτέ δεν ξέρεις». Κι εκεί, μόνο το να παραμένεις άνθρωπος θα σε σώσει – πρώτα εσένα ατομικά, ύστερα το σύνολο.
Είτε είσαι αυτός που κατεβάζει το μοχλό, είτε αυτός που δέχεται τα βολτ.
Μπορείς πάντα να πεις ΟΧΙ.
*Το πείραμα κατά το ήμισυ ήταν ψεύτικο. Δεν υπήρχε ηλεκτρισμός στ’ αλήθεια και το θύμα ήταν ηθοποιός. Όμως τα αποτελέσματα ήταν πραγματικά: Το 95% προχώρησε πάνω από τα 150% και το 65% εξ αυτών ως το τέρμα.
Αν και αργότερα έμαθαν την αλήθεια, μια προσπάθεια του Μίλγκραμ να τους απαλλάξει από τις ενοχές, δεν τις ξεπέρασαν ποτέ. Για την ακρίβεια, το ότι ήξεραν πια ότι το πείραμα ήταν κατά κάποιον τρόπο ψεύτικο, τους έκανε να νιώουν ακόμα χειρότερα.
Ήξεραν ότι έστω για λίγο, είχαν μεταμορφωθεί σε αληθινά τέρατα.
Μέσα σε ένα ψέμα, είδαν ένα κομμάτι του αληθινού εαυτού τους.
Ο αληθινός εαυτός λειτουργεί και πέρα από τις εντολές μας, τις αρχές μας, τις αξίες μας, τις εμπειρίες μας. Είναι ένα αληθινό κομμάτι μας, απρόβλεπτο κι μάλλον ανυπότακτο. Είναι εκεί που δε χωράει καμία λογική και καμία ηθική, γιατί όλα όσα ξέρουμε έχουν ανατραπεί.
Κι εκεί είναι η μεγάλη πρόκληση του να παραμείνεις άνθρωπος.
Κι είναι δύσκολο.
Όμως ξεκινάς από τα πιο μικρά, όσο όλα όσα γνωρίζεις είναι ακόμα στη θέση τους.
& Εκείνος
Εκεί στα μέσα του 1985 και στην αποκορύφωση της Ανδρεοκρατίας και του Αυριανισμού, ο Ανδρέας αποφασίζει να «ρίξει» τον Καραμανλή από το προεδρικό μέγαρο και να μας φέρει δυο αυγά …μάτια. Όπου αυγά μάτια τότε και σύμφωνα με τον Χάρρυ Κλυνν ήταν ο αυτοκράτορας Σαρτζετάκη ο Α΄ και δόξα τον Δια και όλους τους θεούς ανατολής και δύσης ο μοναδικός. Ήταν μια εποχή κλαυσίγελου γιατί γέλασες για να μην κλαις και δεν ήξερες και πώς να φυλαχτείς από τις σφαλιάρες που πέφτανε από παντού. Και δεν ήταν μόνο οι σφαλιάρες που πέφτανε ήταν και τα προγράμματα Ντελόρ που ερχόντουσταν. Έτσι από τη μια σφαλιάρες από την άλλη αρπαχτές …ε, δε πάει στο διάολο ο Καραμανλής! Και Καραμανλής πάπαλα μέσα σε ένα βράδυ κι ο κόσμος πανηγύρισε στο Σύνταγμα για το τέλος του Καραμανλισμού με πλαστικές σημαίες του ΠΑΣΟΚ και Αυριανές.
Τότε λοιπόν ο ευφυέστατος σκιτσογράφος, Γιάννης Ιωάννου κάνει ένα καταπληκτικό σκίτσο για το περιοδικό Αντί που θα μου μείνει αξέχαστο. Πίσω ένα κτίριο σαφώς φυλακή, και μπροστά δυο φυλακισμένοι που έχουν δραπετεύσει από ένα παράθυρο με σπασμένα κάγκελα και δεμένα σεντόνια να κρέμονται. Η φυλακή έχει μια πινακίδα που γραφεί: «Καραμανλοκρατία». Και στην τρεχάλα λέει ο ένας δραπέτης στον άλλο: «που πάμε μέσα στα άγρια μεσάνυχτα, τουλάχιστον εκεί μέσα είχαμε ένα πιάτο φαγητό, μια κουβέρτα και κάποιον να μας φυλάει!»
Δεν ξέρω αν τριάντα χρόνια είναι τόσα πολλά ώστε να έχετε ξεχάσει αλλά το 1985 δεν ήταν απλά η χρόνια που «η Αυριανή γκρέμισε τον Καραμανλισμό», ήταν η εποχή χοντρών παραβιάσεων από τους Τούρκους στο Αιγαίο – που θα φτάσουν μέχρι το Σισμίκ, τον Οζάλ και το mea culpa – εποχή θεοκρατορίας Κουτσόγιωργα με τον Μητσοτάκη φρέσκο στη προεδρία της ΝΔ, εποχή με σκηνοθετημένες προεκλογικές συγκεντρώσεις στο Σύνταγμα και με την δολοφονία του 15χρονου Καλτεζά στα Εξάρχεια. Γενικά το ’85 ήταν μια χρονιά σκοτεινή που προέβλεπε ένα ακόμα πιο σκοτεινό μέλλον. Ήταν η εποχή που δεν ήξερες αν έπρεπε να δραπετεύσεις από …την φυλακή ιδιαίτερα όταν αυτό που σε περίμενε ήταν μια άλλη φυλακή, χωρίς σίγουρο φαγητό, κουβέρτα και κανέναν να σε φυλάει. Στη φυλακή μάλιστα που έστηνε ο Ανδρέας τότε με τον Κουτσόγιωργα, τον Άκη και τα άλλα τα παιδιά, την κουβέρτα και την προστασία στην χρέωναν.
Αλλά αντέξαμε, έτσι δεν είναι; Αντέξαμε και μάλιστα σήμερα τριάντα χρόνια μετά κανένας δεν θυμάται τι έγινε το ’85. Όπως το πείραμα του Μίλγκραμ. Δώστους βολτ, δώστους Τσοβόλα, δώστους Κουτσόγιωργα, δώστους Σημίτη, Κυριάκο, Βορίδη και Γεωργιάδη.
Δώστους 150, 200, 300 και 450 βολτ.
Αυτοί αντέχουν.
Έτσι δεν είναι;
Για πόσο;
Για πόσο, ε;
Θα καεί ο καναπές!