Αυτό είναι κάτι που ακούγεται κάπως, αλλά είναι αλήθεια και ισχύει για τους περισσότερους από εμάς. Το να σπας το κεφάλι σου σε καθημερινή βάση για το πώς θα βγάλεις πέρα και αυτόν το μήνα, όταν ζεις τη ζωή σου σημειωτόν μέρα με τη μέρα, ανήμπορος να δεις λίγο πιο πέρα από μια μέρα γιατί δεν ξέρεις, πραγματικά δεν ξέρεις πώς θα είσαι μετά από μια μέρα και σε τι κατάσταση, σου τρώει όλη την ενέργεια που μπορεί να έχεις. Δε θέλω να ασχοληθώ με κάτι άλλο. Κανείς μας δε θέλει. Δε μας αφορά. Μας αφορά μόνο το φαγητό στο τραπέζι και ο επόμενος λογαριασμός και κάποιο ανύπαρκτο – ή υπαρκτό, λίγη σημασία έχει – χρέος που μας φορτώθηκε και ξέρουμε πως δεν θα απαλλαχτούμε ποτέ από αυτό γιατί το σύστημα δε νοιάζεται να το ξεχρεώσεις. Κι όταν τα πράγματα γίνονται χειρότερα, μας νοιάζει μόνο το φαγητό. Ας βγάλουμε ακόμη μια μέρα. Δε χωράει τίποτε άλλο.
Το σύστημα θέλει να αρπάξει από σένα όσα μπορεί. Τώρα. Κι εσύ ξέρεις ότι κάπως πρέπει να ζήσεις. Δεν είμαστε όλοι κλέφτες, ούτε θέλουμε όλοι να ξεγελάσουμε το κράτος και να αποφύγουμε τις υποχρεώσεις μας. Αλλά όταν πρέπει να διαλέξω ανάμεσα στο φαγητό ή τα καινούργια παπούτσια των παιδιών μου και την εφορία …θα αφήσω την εφορία να αυγατίζει. Θα πουλήσω και δε θα κόψω απόδειξη. Θα αφήσω το αμάξι χωρίς σέρβις και θα γίνω δημόσιος κίνδυνος και κίνδυνος για τον εαυτό μου αναγκαστικά. Θα κλέψω το κράτος. Θα κάνω ό,τι χρειαστεί! Γιατί το μόνο που θέλω… είναι απλώς να ζήσω.
Ως εκεί. Τα υπόλοιπα είναι παράλληλο σύμπαν. Συμβαίνουν, αλλά δε με αφορούν.
Ίσως πια ξεφύγαμε από το στάδιο της αναγνώρισης, ακόμα και της οργής. Ίσως πέρασα κι εγώ στο στάδιο της σιωπής. Όσο καλές προθέσεις και να έχω ως πολίτης, το σύστημα δε με βοηθά. Το ελληνικό κράτος με αναγκάζει να παρανομήσω γιατί βάζει ανάμεσα στην επιβίωση τη δική μου και της οικογένειάς μου τις υποχρεώσεις απέναντί του, και δεν τίθεται θέμα επιλογής.
Τι ψάχνει ακριβώς το ελληνικό κράτος πια από μας; Ήρωες; Δεν υπάρχουν πια ήρωες.
Υπάρχουν ηλίθιοι και αφελείς. Μόνο ένας ηλίθιος ή τραγικά αφελής θα θυσιαστεί για το κράτος του, ονομάζοντάς το εθνική συνείδηση ή οτιδήποτε πιασάρικο που σε χτυπάει στο φιλότιμο. Δεν διαθέτω τέτοιο φιλότιμο πια. Θέλω απλώς να μπορώ να ζήσω.
Δεν είμαστε κλέφτες, ούτε ανίκανοι. Είμαστε κουρασμένοι. Κουρασμένοι και δεν έχουμε πια εμπιστοσύνη σε τίποτα και κανέναν. Εμείς καήκαμε και στο χυλό αλλά και στο γιαούρτι και δεν έχει σημασία ούτε ποιος φταίει, ούτε το πώς φτάσαμε ως εδώ, όχι σήμερα, δεν έχει σημασία. Όμως φτάσαμε.
Και δεν είναι πως πια παραιτηθήκαμε. Είναι πως τώρα και μετά από αυτά τα χρόνια των μνημονίων έχουμε αρχίσει να μαθαίνουμε το πώς να ζούμε μέσα σε όλο αυτό.
Καμιά φορά δεν αξίζει να προσπαθείς να αλλάξεις τον κόσμο γιατί καμιά φορά ξέρεις πως τα πράγματα είναι λιγάκι πιο περίπλοκα από αυτό. Καμιά φορά σκέφτεσαι ότι σου αρκεί που σε αυτή τη χώρα κι έτσι όπως έχει καταντήσει είσαι ακόμα ζωντανός και δεν μπαινοβγαίνεις στα νοσοκομεία και μπορείς να δουλέψεις ακόμα …σε οποιαδήποτε δουλειά που μπορεί να είναι η χειρότερη και να πληρώνεσαι με τα λιγότερα, αλλά ακόμα μπορείς.
Καμιά φορά οι επαναστάσεις είναι για τους χορτάτους. Οπότε λες: Είμαι ακόμα από τους τυχερούς!
Εκεί βρισκόμαστε. Εδώ. Κάπου μεταξύ ισοπεδωμένης αξιοπρέπειας και πείνας. Και η πείνα ξυπνά το ζώο μέσα μας. Οι έχοντες δε μας φοβούνται. Δεν είμαστε απειλή. Όμως είμαστε απειλή ο ένας για τον άλλο. Αυτοί που δεν έχουν είναι που φοβούνται πως ο κάθε διπλανός τους θα τους πάρει τη μπουκιά από το στόμα. Κατά κάποιον τρόπο, αυτό συμβαίνει πια.
Προς το παρόν και άγνωστο για πόσο ακόμα, προσπαθούμε μόνο να καταλαγιάσουμε την πείνα μας. Κι αρχίζει να γίνεται επικίνδυνο. Γιατί η πείνα είναι ένα κτήνος αδίστακτο που ξυπνά και στριφογυρίζει στα σωθικά σου κι όσο δεν το ταΐζεις τόσο αυτό ζωντανεύει και σου μιλάει με χίλιες φωνές. Σου λέει να κάνεις πράγματα που δε θα έκανες ποτέ και ξέρεις ότι θα μπορούσες να κάνεις τα πάντα. Κι ύστερα δε φοβάσαι πια για τη ζωή σου. Φοβάσαι μόνο μη χάσεις το μυαλό σου.
& Εκείνος
Δεν ξέρω αν αυτά που γράφει σήμερα η Κατερίνα είναι δείγμα του πως αισθάνεται ένα μεγάλο μέρος του κόσμου στην Ελλάδα αυτή τη στιγμή, αλλά εμένα τουλάχιστον με συνθλίβει αυτή η ισχυρή δόση νιχιλισμού. Και για να ξεκαθαρίσω κάτι, αυτός ο νιχιλισμός, αυτό το «αφού δεν τους νοιάζω εγώ και με αφήνουν να σαπίζω ανυπεράσπιστος και μόνος, γιατί να με νοιάξουν αυτοί εμένα» με τα παρακλάδια του: «όλοι ίδιοι είναι» και «αυτά είναι για τους χορτάτους», δεν είναι εφευρέσεις και δημιουργήματα της Κατερίνας, ούτε είναι η πρώτη φορά που τα διαβάζω. Με μια έντονα αυξητική τάση τα ακούω και τα διαβάζω από τις αρχές του 2000, ακόμα κι όταν η Ελλάδα «ευημερούσε» στη φούσκα του χρηματιστήριου.
Και δεν είναι η Ελλάδα η μόνη χώρα που οι πολίτες της λένε κάτι παρόμοιο. Τα ίδια ακριβώς λένε οι φτωχοί όλου του κόσμου. Και ξέρετε πόσοι είναι οι φτωχοί όλου του κόσμου; Το 85% του παγκοσμίου πληθυσμού. Αλλά το να λες, να τα σκέφτεσαι και να τα πράττεις ανάλογα, έχει κι ένα αποτέλεσμα που σπάνια το υπολογίζουμε μέχρι να το δούμε να εξελίσσεται μπροστά μας και να μας χαστουκίζει κατάφατσα.
Τι αποτέλεσμα έχει; Έχει τον Τραμπ στην Αμερική, τον Μπερλουσκόνι στην Ιταλία, τον Σόινι στην Φινλανδία και τον Μιχαλολιάκο και τον Άδωνη στην Ελλάδα. Και ναι, ο Μιχαλολιάκος προς το παρών περιορίζεται στο βουλευτικό έδρανο, ο Σόινι είναι υπουργός, ο Άδωνης ήταν υπουργός και ονειρεύεται πρωθυπουργίες, ο Μπερλουσκόνι, άντε να δούμε τι ξημερώνει στους Ιταλούς αλλά ο Τραμπ είναι πρόεδρος των ΗΠΑ.
Ξέρετε γιατί ένα μεγάλο ποσοστό των 62 εκατομμυρίων αμερικανών που ψήφισαν Τραμπ το κάνανε; Παρενθετικά, τελευταίες έρευνες δείχνουν ότι ο ένας στους πέντε ψηφοφόρους του το έχει μετανιώσει, ενώ ο ένας στους έξη (πάλι ψηφοφόρους του) έχει πληγεί από τις όποιες νομοθεσίες και αλλαγές έκανε ο Τραμπ. Γιατί «όλοι ίδιοι είναι αλλά αυτός δεν είναι πολιτικός», γιατί «αυτά είναι για τους χορτάτους», γιατί «τι με νοιάζει εμένα,» γιατί «ας τον δοκιμάσουμε κι αυτόν», γιατί…
Σήμερα λοιπόν αυτός ο Τραμπ είναι ένα χρόνο πρόεδρος της Αμερικής και θα είναι στη καλύτερη άλλα τρία, στη χειρότερη άλλα επτά. Τι έχει γίνει σε αυτόν το πρώτο χρόνο; Η παιδεία έχει σχεδόν ιδιωτικοποιηθεί, η όποια υγειονομική περίθαλψη και συνταξιοδότηση προσπάθησε να δώσει ο Ομπάμα στους φτωχούς χάνεται και επέστρεψε στις ιδιωτικές ασφαλιστικές. Αυτά χωρίς να μιλήσουμε για την εξάρτηση του από τους οπλοπαραγωγούς, τους πετρελαιάδες, τους κατασκευαστές αεροπλάνων κλπ. Η ξενοφοβία, ο ρατσισμός, η ομοφοβία, η φανατίλα, το μάτσο καουμποϊλίκι, το ηλίθιο βλαχο-αμερικανιλίκι, ο φασισμός και ο ναζισμός κυριαρχούν σε τέτοιο σημείο που πολλοί μιλάνε για έναν εμφύλιο που έχει αρχίσει να σιγοβράζει …γιατί δεν είναι δυνατόν να αντέξουν άλλο οι καταπιεσμένοι.
Αλλά δεν ήταν μόνο αυτοί που ψήφισαν τον Τραμπ ήταν κι αυτοί που είπαν «σιγά μην νοιαστώ εγώ γι αυτούς που δεν νοιάζονται για μένα», «εγώ θα γίνω ήρωας σε αυτό το αποτυχημένο κράτος που με έχει ξεχάσει;» Ξεχνώντας ότι κράτος είναι οι ίδιοι και ότι οι ίδιοι βάλανε με ή χωρίς την ψήφο τους τον Τραμπ διαχειριστή στο κράτος τους. Ουσιαστικά μια μειοψηφία πήγε να ψηφίσει και αυτή η μειοψηφία έκανε κράτος τον Τραμπ και την συμμορία του. Όπως τους έκανε και στη Φινλανδία, όπως έγιναν σήμερα στην Ιταλία και έχουν γίνει εδώ και χρόνια στη γείτονα Τουρκία.
Αυτή τη στιγμή οι αντοχές των φτωχών δεν δοκιμάζονται μόνο στην Ελλάδα αλλά σε όλο τον κόσμο – το 85% που λέγαμε παραπάνω – αυτό όμως που πρέπει να καταλάβει ο κόσμος, είναι ότι αυτοί είναι το κράτος και οι πολιτικοί «διορισμένοι» από αυτόν τον κόσμο με την ψήφο τους διαχειριστές. Το κράτος δεν είναι κάτι άυλο και αόρατο και ούτε ανήκει στους πολιτικούς αλλά είναι ο κόσμος και ανήκει στους πολίτες του. Στους πεινασμένους.
Οι επαναστάσεις δεν είναι για τους χορτάτους, οι επαναστάσεις είναι για τους πεινασμένους, γιατί οι φτωχοί και οι πεινασμένοι είναι αυτοί που δεν έχουν να χάσουν τίποτα πέρα από τις αλυσίδες και μύρια συν το φαγητό που τους ανήκει να κερδίσουν.
Αν θέλετε να διαβάσετε το «Δέντρο της προσφυγιάς», ένα βιβλίο των Κατερίνας Χαρίση, Gordana Mudri, Σία Πέρρου και Νατάσα Τσιτσιριδάκη πατήστε εδώ!