Εκείνη
Οδική κουλτούρα, οδική παιδεία, οδικό σαβουάρ βίβρ. Στην Ελλάδα και τα τρία παίρνουν το τρίτο.
Λοιπόν, βρίσκομαι πολλά πολλά χιλιόμετρα βόρεια και πολλούς πολλούς βαθμούς κάτω από το συνηθισμένο. Είμαι στο κέντρο της πόλης, σε ώρα αιχμής. Περπατώ σαν καλός ξεδιαλεγμένος τουρίστας κουνώντας τα χέρια κι ετοιμάζομαι να διασχίσω έναν από τους πιο κεντρικούς δρόμους του Ελσίνκι (ή Χέλσινκι που το λένε και οι Φιλανδοί και τρελαίνομαι).
Δίπλα μου στέκονται πολλοί άνθρωποι, νέοι και γέροι και παιδιά, καθώς και μια πάπια με τα παπιά της (στο σταυρό που σας κάνω που λένε). Ο δρόμος είναι εντελώς άδειος και κάααααπου κάπου περνάει κι από κανένα αμάξι με ….τριάντα. Μέχρι να περάσει το αμάξι, έχω κοιτάξει δεξιά κι αριστερά, έχω κοιτάξει την ώρα, έχω πάθει συντριπτικά κατάγματα στη γλώσσα να διαβάσω σε μια ταμπέλα μια λέξη με περίπου 45 γράμματα και φυσικά πάω να περάσω απέναντι. Ένα χέρι με πιάνει από τον ώμο και μου δείχνει κουνώντας το δαχτυλάκι το κόκκινο (ακόμα) ανθρωπάκι.
Αυτή η ιστορία επαναλήφθηκε δεκάδες φορές μέχρι να το πάρω απόφαση και να περιμένω υπομονετικά το ανθρωπάκι να γίνει πράσινο για να περάσω – κι ας μην κυκλοφορούσε ούτε …unicycle.
Ακόμα και η πάπια περίμενε το πράσινο (ρε φίλε).
Μια φίλη με την αδερφή και τους γονείς της με καλούν για φαγητό σε ένα χωριό έξω από την πόλη. Φυσικά κι εγώ δεν ξέρω πώς να μετακινηθώ, οπότε πηγαίνουμε όλοι μαζί με το αυτοκίνητό τους. Απαράβατοι κανόνες με το που μπήκα μέσα – όλοι φοράμε ζώνη μπρος-πίσω, δεν ανοίγουμε παράθυρο, δεν ανάβουμε τσιγάρο.
Οπότε δέχτηκα με τη μία- τρεις παρατηρήσεις. Από τη μια γιατί ήταν καλοκαίρι κι απευθείας άνοιξα το παράθυρο, από την άλλη γιατί απλώθηκα σα λουκουμάς στο πίσω κάθισμα – εννοείται χωρίς να βάλω ζώνη, από την τρίτη γιατί έπιασα κατευθείαν τα τσιγάρα μου. Οι καρόδρομοι εκεί είναι μεγαλύτεροι και σε καλύτερη κατάσταση από τη δική μας εθνική οδό (αλλά δε θέλω να κάνω συγκρίσεις για διάφορους λόγους- παρόλα αυτά τις κάνω) και ατέλειωτες ευθείες όπου δεν υπάρχει ψυ-χή. Με ανώτατη ταχύτητα τα 60, κάποτε την ίδια μέρα φτάσαμε.
Αυτή επίσης η ιστορία επαναλήφθηκε αρκετές φορές, σε αρκετά αυτοκίνητα, με οδηγούς διαφόρων ηλικιών και των δυο φύλων, προτού διαπιστώσω ότι οι Φιλανδοί απλά …σέβονται τον Κ.Ο.Κ. τους. Απλά τα πράγματα.
Κι επιστρέφω στα πάτρια εδάφη και οι μνήμες ξαναγυρίζουν. Τον πρώτο καιρό έκλαψα, το παραδέχομαι (από τα γέλια). Ύστερα το συνήθισα. Τώρα κάποιες φορές θέλω πάλι να κλάψω (από τα νεύρα). Μερικές φορές αναρωτιέμαι το πώς θα ήταν η ζωή μας αν συμπεριφερόμασταν σωστά σαν οδηγοί και σαν πεζοί. Μετά σκέφτομαι και τους Ιταλούς και τους Βιετναμέζους οδηγούς και ξανακλαίω από τα γέλια.
Στην Ελλάδα το νανοσεκόντ είναι ο χρόνος που έχεις για να ξεκινήσεις όταν ανάψει το πράσινο, πριν κορνάρει αλύπητα ο πίσω. Εννοείται ότι παρκάρεις όπου βρεις – και το «όπου» περιλαμβάνει: μπροστά σε στάσεις λεωφορείων, σε θέσεις για ΑΜΕΑ, πάνω σε διαβάσεις, πάνω σε πεζοδρόμια, διπλο-τριπλοπαρκάροντας, ή απλά παρατάς το αμάξι στη μέση του δρόμου και φεύγεις. (Καλά, το θέμα του πάρκινγκ είναι πληγή και ναι, δεν υπάρχει χώρος, και ναι, η ταλαιπωρία των οδηγών είναι απίστευτη, αλλά εδώ μιλάμε για τη συμπεριφορά μας και όχι για την υποδομή, οπότε give me a break).
Ο Κ.Ο.Κ. εδώ είναι γνωστός μόνο στη ζαχαροπλαστική μορφή του – όλα τα άλλα είναι πίπες. Εμείς και στα κινητά μιλάμε, και τα νύχια μας βάφουμε, και τα μαλλιά μας φτιάχνουμε, και στη μύτη μας ανακαλύπτουμε την Τροία κι από δεξιά προσπερνάμε, και κορνάρουμε επειδή έτσι μας αρέσει κι ακολουθούμε αυτόν που μας την έδωσε για κανα δυο- τρία χιλιόμετρα, μόνο και μόνο για να τον κοιτάξουμε με το deadly look μας (άντε και για να του βρίσουμε το σόι).
Τους ποδηλάτες τους έχουμε στο φτύσιμο, τους αργοκίνητους ηλικιωμένους το ίδιο, για τις μαμάδες με τα καρότσια – δεν πα να πνιγούν κι αν δε χωράει το καρότσι στο πεζοδρόμιο, κι άμα λάχει θα μπούμε ανάποδα και σε μονόδρομο και θα κάνουμε και μια γυροβολιά εκεί που δεν επιτρέπεται με την καμία η αναστροφή, για να γλυτώσουμε το περιττό δρομολόγιο μέχρι το επόμενο σημείο που επιτρέπεται, 100- 200 μέτρα μετά (παρόλα αυτά, εξακολουθούμε να παίρνουμε από πίσω για κανα δυο- τρία χιλιόμετρα αυτόν που μας την έδωσε, μόνο και μόνο για ‘ρθούμε στα ίσα και να του ρίξουμε το deadly look μας – άντε και να του βρίσουμε το σόι).
Η κόρνα είναι το απόλυτο φετίχ μας, ενώ το φλας είναι περιττό ντεκόρ. Στο τέλος όλοι μας επιστρατεύουμε συγγένειες δέκατου και δέκατου πέμπτου βαθμού, προκειμένου να μας σβήσουν μια κλήση (που μας άξιζε) ή για να μας δώσουν το δίπλωμα πίσω λίγες μέρες νωρίτερα. Και στην τελική γιατί τόση βιασύνη;
Ο Μπουκόφσκι κάποτε υποκλίθηκε σε κάποιον που του έδωσε προτεραιότητα, γράφοντας πως αυτός αξίζει να λέγεται άνθρωπος. Δεν ξέρω γιατί, αλλά ήθελα να το σημειώσω εδώ. Και ξέρω πως οι περισσότεροι οδηγοί στην Ελλάδα που θα διαβάσουν αυτό το κείμενο με έχουν ήδη φασκελώσει. Δεν ξέρω γιατί έχουμε τόσο μεγάλο πρόβλημα με την οδική μας παιδεία, ειλικρινά. Και σε σχολές πάμε, και εξεταζόμαστε, και κυκλοφορούμε, και ξέρουμε πολύ καλά το πρόβλημα των κακοφτιαγμένων δρόμων μας, και τους κινδύνους της κακής συμπεριφοράς- άλλοι τους έχουμε ζήσει μάλιστα. Αλλά το πρόβλημα παραμένει, άλυτο.
& Εκείνος
Οδηγώ μηχανή και αυτοκίνητο και σαν καλός δεκαεξάχρονος της γενιάς μου οδηγώ μηχανές από μικρός. Αυτοκίνητα είχα κατά περιόδους στη ζωή μου αλλά αυτό περισσότερο από ανάγκη παρά από επιλογή. Από τα μέσα του 90 έχω οδηγήσει αυτοκίνητο πολύ λίγες φορές και αυτό κάτω από εξαιρετικές περιστάσεις. Ο λόγος; Ένα ατύχημα που παραλίγο να μου στοιχήσει …πιο ακριβά δεν γίνεται. Αλλά θα επανέλθω στο θέμα σε λίγο.
Όπως είπα οδηγώ και μηχανή και αυτοκίνητο με προτίμηση στις μηχανές. Κανένα φαλλικό σύμβολο και τίποτα από όλα αυτά. Μ’ αρέσει η άμεση επαφή με τον αέρα και η αίσθηση της ελευθερίας που δίνει η μηχανή. Μια ελευθερία που είναι πέρα από τους ασφαλτοστρωμένους δρόμους και τις χαραγμένες πορείες και με τη μηχανή έχω κάνει καταπληκτικά ταξίδια που έχουν καλύψει από τη Βόρειο Αφρική μέχρι τις Ρωσικές τούντρες. Με αυτοκίνητο δεν υπήρχε καμία πιθανότητα να πάω στα ίδια μέρη.
Από ό,τι καταλάβατε με τις μηχανές έχω μια ιδιαίτερη πολύ προσωπική σχέση και θεωρώ τον εαυτό μου περισσότερο οδηγό μηχανής παρά αυτοκινήτου. Σημειωτέων ότι η αγάπη μου στα δίτροχα επεκτείνεται και στο απλό ποδήλατο. Μάλιστα έχω μια ιδιαίτερη αγάπη στις παλιές μηχανές δρόμου με μεγάλο έρωτα στις Βρετανικές Norton για όσους τις γνωρίζουν. Όχι, τις Harley μάλλον τις αντιπαθώ για όσους ρωτήσουν γιατί εκεί το φαλλικό σύμβολο παίζει και τέτοια προβλήματα δεν έχω.
Έχω πάθει διάφορα μικροατυχήματα και με τα δυο, από το παρκάρισμα μέχρι το να βγω σε στροφή λάθος. Μικρά ατυχήματα με κυρίως υλικές μικροζημιές. Έχω πάθει τρία ατυχήματα σοβαρά. Πολύ σοβαρά. Ένα με μηχανή, δυο με αυτοκίνητο. Και τα τρία στην Ελλάδα. Και στα τρία έφταιγε αποδεδειγμένα ο άλλος με βασικό λόγο την απροσεξία, τη βλακεία και την άγνοια οδικής συμπεριφοράς.
Εδώ μια παρένθεση. Έχω οδηγήσει και περπατήσει σε διάφορες χώρες, από την Ιαπωνία μέχρι την Αμερική, όταν είμαι στην Ελλάδα νιώθω ακόμα και σαν πεζός – ειδικά σαν πεζός – ότι περπατάω σε ναρκοπέδιο. Δεν ξέρω από πού θα μου έρθει το παπί στο πεζοδρόμιο. Σαν πεζός δεν υπάρχω και όχι πρέπει να περιμένω πράσινο για να διασχίσω ένα δρόμο, αλλά πρέπει να περιμένω την αγία φώτιση να βαρέσει σφαλιάρα στον οδηγό και να σταματήσει στο κόκκινο. Στο Παγκράτι ένα βράδυ πριν από μερικά χρόνια έζησα τον απόλυτο εφιάλτη που δεν ήξερα που να σταθώ, στο πεζοδρόμιο κυκλοφορούσαν παπάκια και στο δρόμο τρελοί με καγιέν που δεν χώραγαν να περάσουν, κι όλα αυτά με διπλοπαρκαρισμένα παντού.
Τα δυο πιο σοβαρά ατυχήματα που μου έχουν συμβεί, και τα δυο στην Ελλάδα, είναι φαντάζομαι δείγμα του πως αντιλαμβάνονται μερικοί τη σχέση τους με το τροχοφόρο που οδηγούν. Για όσους ξέρουν την περιοχή κατεβαίνω από το Άλσος του Παγκρατίου προς το Καλλιμάρμαρο, αν δεν κάνω λάθος είναι η Ερατοσθένους. Λεωφόρος και μεγάλος δρόμος πάντα με κίνηση. Κατέβαινα λοιποί από τα αριστερά και παράλληλα με τα σταματημένα αυτοκίνητα λόγω της μεγάλης κίνησης, και όταν λέμε κατέβαινα εννοώ ότι απλά είχα τη μηχανή να κυλάει στη κατηφόρα. Κι όπως κατέβαινα χαλαρά με όλους να περιμένουν να ανάψει το φανάρι πράσινο, βρέθηκα με μια πόρτα καρφωμένη στο …δεξί μου γόνατο! Ευτυχώς ο ταξιτζής – γιατί ταξιτζής ήταν- δεν μπόρεσε να φύγει έτσι που ήταν εγκλωβισμένος αλλά σε διάφορες βαθμίδες υστερίας, φρασεολόγιο που θα έκανε παπά να ντραπεί και παρόλο το γεγονός ότι εγώ ήμουν καθισμένος στο πεζοδρόμιο με ένα γόνατο γεμάτο αίματα και με φριχτούς πόνους δεν σταμάτησε στιγμή να με βρίζει. Γιατί άνοιξε έτσι την πόρτα του χωρίς να κοιτάξει και αδιαφορώντας για τα πάντα; Το ξέρω ότι θα γελάσετε, έτσι κι αλλιώς όπου και να το έχω πει η πρώτη αντίδραση ήταν το γέλιο. Για να φτύσει! Μάλιστα για να φτύσει, δεν κάνω καθόλου πλάκα.
Μάλιστα όταν ήρθε η αστυνομία – που ευτυχώς κάποιος κάλεσε – εκτός του ότι επανέλαβε τη δικαιολογία περί φτυσίματος – για κάποιο λόγο δεν έβρισκε κανένα λάθος – απαίτησε να με συλλάβουν γιατί του …χάλασα την πόρτα και το επιχείρημα του ήταν ότι οι αριθμοί κυκλοφορίας μου δεν ήταν ελληνικοί! Αυτή η ανταλλαγή «απόψεων» μεταξύ ταξιτζή και αστυνομικού κράτησε πάνω από μια ώρα με εμένα αιμόφυρτο και με πόνους στο πεζοδρόμιο της Ερατοσθένους. Δηλαδή ποια οδική συμπεριφορά, εδώ μιλάμε για ολόκληρο τσίρκο με ρόλους ακόμα και για τη πολιτεία.
Σημειωτέων ούτε εγώ ούτε ο ταξιτζής είμασταν εικοσάρηδες, έστω τριαντάρηδες. Είμασταν πολύ μεγαλύτεροι. Τώρα εγώ μερικές φορές χρειάζομαι μπαστούνι και ο ταξιτζής είμαι σίγουρος ότι συνεχίζει να φτύνει σε δρόμους της Αθήνας.
Το δεύτερο ατύχημα έγινε με αυτοκίνητο. Βγαίνοντας από τη Γλυφάδα στη παραλιακή, ένα βράδυ Παρασκευής, φορτηγό πέρασε με κόκκινο και αφού με παρέσυρε για περίπου 100 μέτρα καταλήξαμε με την μπροστινή του ρόδα πάνω στο αυτοκίνητο που οδηγούσα. Χρειάστηκαν γύρω στα είκοσι λεπτά για να με βγάλουν από ένα αυτοκίνητο που είχε γίνει σχεδόν πολτός. Το ότι βγήκα ζωντανός και μάλιστα περπάτησα αμέσως και φαινόμουν να μην έχω πάθει κάτι ήταν σοκ ακόμα και για τους αστυνομικούς που είχαν στο μεταξύ φτάσει. Ο οδηγός ήταν μεθυσμένος. Δυο κονακάκια, έλεγε συνέχεια. Δυο κονακάκια. Πόσες φορές το έχετε ακούσει στην Ελλάδα, έτσι ακριβώς. Κι αυτόν οι ξένες πινακίδες τον ενοχλήσαν στο τέλος.
Στο σημερινό θέμα δεν χωράει καμία πλάκα, ούτε απλά γκρίνια, είναι πολύ σοβαρό. Η οδική και γενικότερα η συμπεριφορά στο δρόμο είναι ένδειξη πολιτισμού. Είναι δυνατόν να περπατάω με τη κόρη μου στο κέντρο της Αθήνας σε πεζόδρομο και να φοβάμαι μη τη χτυπήσει κανένα παπάκι ή κανένα αυτοκίνητο; Μάλιστα αυτοκίνητο και κρατικό, γιατί νόμιζε ο καραγκιόζης ότι επειδή οδηγεί κρατικό του ανήκει ο δρόμος. Είναι δυνατόν να περπατάς στο πεζοδρόμιο και να φοβάσαι αν θα σε φάει κανένα παπάκι; Είναι δυνατόν να μη χωράς στο πεζοδρόμιο έτσι που έχουν παρκάρει; Όχι καρότσια με παιδιά δεν χωράνε, άνθρωποι δεν χωράνε. Είναι δυνατόν να μη σέβεται κανένας τα φανάρια; Πεζός ή οδηγός; Παίρνουν ένα τιμόνι και νομίζουν ότι ο δρόμος τους ανήκει. Ξέρετε γιατί οι πεζοί στη βόρεια Ευρώπη και ειδικά στη Σκανδιναβία σταματάνε στο κόκκινο φανάρι ακόμα κι όταν δεν υπάρχει αυτοκίνητο στον ορίζοντα; Και το κάνουν απόλυτα συνειδητά. Για να γίνει συνείδηση στα παιδιά που έχουν γύρω τους, ακόμα κι αν δεν είναι τα δικά τους. Για σκεφτείτε το.
Στη Σκανδιναβία έχουν καταγραφεί τα μεγαλύτερα πρόστιμα σε παραβάσεις οδικής συμπεριφοράς με μερικά να έχουν μπει στο βιβλίο Γκίνες. Επαγγελματίας οδηγός που οδηγούσε μεθυσμένος και ταξιτζής που άνοιξε τη πόρτα του για να φτύσει; Δεν θα είχαν ξαναοδηγήσει. Έτσι απλά. Ποτέ! Παπάκι στο πεζόδρομο και κρατικό αυτοκίνητο; Δεν θα είχε περάσει από το μυαλό τους καν να κάνουν κάτι τέτοιο.
Και όχι δεν είναι το μεσογειακό ταπεραμέντο γιατί όποιος λέει αυτές τις τρίχες δεν έχει πάει ποτέ του Ιταλία ή Ισπανία. Ξεπεράστε αυτούς του μύθους που δίνουν άλλοθι στη βλακεία. Ελληνικό φαινόμενο είναι και δεν είναι το πρόβλημα οδικό αλλά κοινωνικό. Μια συμπεριφορά στους δρόμους που δείχνει εγωιστές, αλαζόνες, του εαυτούλη τους, είναι ο καθρέφτης μιας πολύ άρρωστης κοινωνίας.
Και το κράτος δεν είναι αθώο. Εξ ίσου απάνθρωπα ανεύθυνο. Διάβαση τυφλών που περάνει μέσα από δέντρο; Μη μου πείτε ότι δεν το έχετε δει; Στο Παγκράτι είδα όχι μια, αλλά πολλές. Κάντε μια βόλτα στη πλατεία Νέου Παγκρατίου αν έχετε απορίες. Ποιος ηλίθιος το σχεδίασε, ποιος πιο ηλίθιος το ενέκρινε και ποιος αλήτης το κατασκεύασε;
Τίποτα άλλο δεν μένει από το να επαναλάβω ότι η στην Ελλάδα (και το τονίζω γιατί ακριβώς έχω δει και το ζω το έξω) η συμπεριφορά στους δρόμους δείχνει εγωιστές, αλαζόνες, του εαυτούλη τους και είναι ο καθρέφτης μιας πολύ άρρωστης κοινωνίας σε ένα κράτος ανεύθυνο και εγκληματικό.