ένα ποίημα του Μάνου Μαυρομουστακάκη.
Έχασα το λεωφορείο
«Θεέ μου, το λεωφορείο».
Ήταν μπροστά μου, στα πενήντα μέτρα.
Το είδα που προς στιγμή κοντοστάθηκε.
Τρέξαμε και οι δύο, εγώ να το προλάβω, εκείνο να φύγει.
Είδα τις αποσκευές του να με κοιτούν πίσω απ’ τα τζάμια,
τις στάσεις που κουβάλησε να κάθονται στα καθίσματα του.
Τι που χειρονομούσα δίκην τροχονόμου;
«Κύριε αργήσατε» είπα λαχανιάζοντας στον εαυτό μου.
Δεν ωφελεί να καταριέστε. Κύριε επιστρέψτε στη στάση σας.
Το επόμενο μπορεί επίσης να μην έχει υπομονή».
Το σηκωμένο μου χέρι εν είδει υαλοκαθαριστήρα σκούπισε
την εικόνα του λεωφορείου που το κατάπιε ο δρόμος του.
Στροφή ενεννήντα μοιρών, και δρόμος για τη στάση μου.
Εκεί που το επόμενο λεωφορείο θα με έκανε αποσκευή.
Χαμογέλασα.
— Ωχ αδελφέ, ας είναι, λίγη υπομονή ακόμη και
η επόμενη …γυναίκα θα καταφθάσει οσονούπω.