Ας πιάσουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. “Τι δεν σου λείπει από την Ελλάδα;” ήταν ο τίτλος του άρθρου και φυσικά, ήταν το πρώτο πράγμα που τράβηξε την προσοχή μου. Και στην προκειμένη περίπτωση η γράφουσα εξηγούσε, ότι έθεσε την αντιθετική ερώτηση, θεωρώντας πως, αν ρωτούσε τo κλασσικό “τι σου λείπει;”, όλοι θα απαντούσαν “οι δικοί μου, ο ήλιος κι η θάλασσα”. Πολύ εύστοχο! Και να το ξέρετε, συχνά ένας τίτλος κλείνει τα βαθύτερα νοήματα…
Στόχος του άρθρου λοιπόν, ήταν η καταγραφή απαντήσεων 15 Ελλήνων που έχουν μεταναστεύσει μόνιμα στο εξωτερικό, ως προς το τι δεν τους λείπει από την πατρίδα τους. Δυστυχώς, παρά το γεγονός ότι τα αποτελέσματα της μικρής έρευνας είναι σοκαριστικά και παρά το γεγονός ότι ανάρτησα τον σύνδεσμο στην προσωπική μου σελίδα στο facebook, ελάχιστοι ήταν εκείνοι που έδειξαν ενδιαφέρον και ευαισθητοποιηθήκαν, μεταξύ αυτών μια φίλη από την Κροατία. Δεν ξέρω αν πέρασε στα ψιλά. Δεν ξέρω αν διαβάστηκε και απλώς δεν σχολιάστηκε. Δεν ξέρω, αν προκάλεσε τρόμο και οι περισσότεροι έτρεξαν να κρυφτούν πίσω από το δάχτυλό τους ή αν τους έστειλε όλους στον καθρέφτη, όπως συνέβη και με μένα. Ξέρω όμως, ότι καθένας μας θα έπρεπε να δείξει το λιγότερο περιέργεια σε μια ερώτηση του τύπου “τι ΔΕΝ σου λείπει από την Ελλάδα”. Γιατί διαφορετικά, είμαστε για πολλές σφαλιάρες – μάλλον ναι!…
Ε, λοιπόν, κατά κάποιον τρόπο, θα σας “αναγκάσω” να διαβάσετε τις σημαντικότερες απαντήσεις που συγκεντρώθηκαν, ανεξαρτήτως φύλου, ηλικίας και νέου τόπου διαμονής. Από την Ελλάδα δεν μου λείπει… “η εφορία, η κακή εξυπηρέτηση στις δημόσιες υπηρεσίες, η γραφειοκρατία και η παντελής απουσία του κοινωνικού κράτους πρόνοιας”, δεν μου λείπει… “ο φασισμός, ο τραμπουκισμός, ο κάθε μορφής ρατσισμός, τα κουτσομπολιά και η κακόβουλη κριτική”, δεν μου λείπει… “η αμορφωσιά, η ημιμάθεια, η μιζέρια, η κακογουστιά, η διχόνοια, το βόλεμα, η κουτοπονηριά, η λαμογιά, η αγένεια, η έλλειψη χαμόγελου, η έλλειψη αναγνώρισης”, δεν μου λείπει… “η έλλειψη ονείρων και οράματος”, δεν μου λείπουν… “τα δυο σκυφτά λάμδα της Ελλάδας – άνθρωποι σκυφτοί στους δρόμους, στις αναμονές, στις ουρές, στις στάσεις των λεωφορείων, που είτε είναι αναξιοπρεπείς και γι αυτό δεν σε κοιτάζουν στα μάτια, είτε τους έκλεψαν την αξιοπρέπεια και ντρέπονται να σε κοιτάξουν στα μάτια”.
Τα διαβάσατε; Ξαναδιαβάστε τα! Ξανά και ξανά, για να τα εμπεδώσετε, μέχρι να γίνει κατανοητό, ότι άνθρωποι σαν εμάς, σαν εσάς και σαν εμένα, όχι μόνο εγκαταλείπουν την Ελλάδα για τους παραπάνω λόγους, αλλά αισθάνονται πολύ ανακουφισμένοι και ευτυχισμένοι που το έκαναν! Μα φυσικά, ποιος στραβός δεν θέλει το φως του, όπως λέει η λαϊκή παροιμία; Γιατί σίγουρα, πουθενά δεν τα βρίσκεις όλα τέλεια και ιδανικά, ειδικά στις μέρες μας μάλιστα, που τα πράγματα έχουν αρχίσει να αγριεύουν παντού με τους μετανάστες, απ’ όποια χώρα κι αν προέρχονται. Υπάρχει όμως ένα μεγάλο “ΑΛΛΆ”… το αλλά της ροής της απλής καθημερινότητας… εκείνο το απλό, ξυπνάω το πρωί για να πάω στη δουλειά μου, έχοντας ταυτόχρονα να τακτοποιήσω την πληρωμή δυο λογαριασμών ή την έκδοση ενός πιστοποιητικού. Όλοι οι εργαζόμενοι γνωρίζουμε πόσο μεγάλο είναι αυτό το αδηφάγο “τέρας”, που απαιτεί ώρες ή και μέρες από τον παραγωγικό μας χρόνο, για να χορτάσει την αχόρταγη κοιλιά του! Όλοι μας γνωρίζουμε, τι σημαίνει να μπαίνεις σε έναν δημόσιο χώρο και αντί “Καλημέρας”, να εισπράττεις αγένεια και κακομουτσουνιά. Όλοι μας ξέρουμε, ότι για να τελειώσει η δουλειά μας, θα πρέπει να φιλήσουμε κατουρημένες ποδιές και να προσκυνήσουμε την σπανίως καλή πρωινή διάθεση του κάθε υπαλλήλου, που κατά το μεγαλύτερο ποσοστό, διορίστηκε στη συγκεκριμένη θέση με τη μεσολάβηση του θείου ή του κουμπάρου. Όλοι μας γνωρίζουμε – και ας μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας – τι σημαίνει να αρρωστήσεις στην Ελλάδα του σήμερα και να χρειαστεί να εισαχθείς σε ένα δημόσιο νοσοκομείο ή το απλούστερο, να εξασφαλίσεις τα φάρμακα του μήνα. Κι ο άλλος σου λέει, είναι ευτυχισμένος που έφυγε στο εξωτερικό, γιατί έχει γλυτώσει απ’ όλα αυτά! Απ’ όλα αυτά τα απλά πράγματα, που κάνουν καλύτερη και ευκολότερη την καθημερινότητά του και που, αν και ζει μακριά από τους δικούς του και τους φίλους του, σ’ αυτά γυρίζει το μυαλό του, όταν καλείται να απαντήσει στην ερώτηση “τι δεν σου λείπει από την Ελλάδα;” Κι ας μην δοθεί έκταση στην παρούσα χρονική στιγμή, στους τραμπούκους, τους κρυφοφασίστες και τους ρατσιστές, στους ψευτόμαγκες, τους αλαζόνες και τους πάσης φύσεως κριτές και βιαστές – θα τα πούμε άλλη στιγμή γι αυτούς.
Αυτήν την στιγμή, θα σταθώ στις δυο πιο συγκλονιστικές, κατά την προσωπική μου άποψη, από τις απαντήσεις που δόθηκαν. Η μία σχετίζεται με το όνειρο και το όραμα. Η χώρα μας στερείται ονείρων. Μια χώρα που βρέχεται από πανέμορφα γαλαζοπράσινα νερά και λούζεται στον ήλιο τις περισσότερες μέρες του χρόνου, στερείται και στερεί οραμάτων. Πώς να συνεχίσει όμως κάποιος τη ζωή του χωρίς όνειρα, στόχους, όραμα; Τι να τον κάνει τον ήλιο, όταν οι ακτίνες του τυφλώνουν, αντί να φωτίζουν; Και το χειρότερο όλων, εκείνα τα δυο σκυφτά λάμδα… ένας λαός σκυφτός, είτε από τη στέρηση, είτε από την έλλειψη αξιοπρέπειας. Στα μάτια τα δικά μου, αυτή είναι η πιο συγκλονιστική φράση που απάντησε στην παραπάνω ερώτηση. Πλάτες σκυφτές, κεφάλια κατεβασμένα, μάτια χαμηλωμένα από έλλειψη αξιοπρέπειας. Αυτά τα σκυφτά λάμδα του Μανώλη από την Αγγλία, που στάθηκαν ικανά να τον κρατούν ευτυχισμένο μακριά από τον τόπο του, εδώ και μέρες με έκαναν να νιώσω μέσα μου μια μεγάλη ρωγμή. Αυτά με έκαναν να κοιταχτώ στον καθρέφτη… έντρομη! Και μόλις τότε συνειδητοποίησα, ότι το όνομά μου περιέχει δυο λάμδα, όπως και της Ελλάδας. Με τη διαφορά όμως, ότι το ένα από αυτά, το αρχικό, παραμένει πάντα λεβέντικο, λυγερό και καμαρωτό, με το κεφάλι ψηλά, τις κουβέντες και το βλέμμα στα ίσια, χωρίς να έχει χάσει ίχνος της αξιοπρέπειάς του, ακόμα και στις δυσκολότερες ώρες. Και πιστέψτε με, κυκλοφορούν πολλοί ακόμα ίδιοι εκεί έξω, ισορροπώντας διαρκώς σε ένα τεντωμένο σχοινί για να μην πέσουν στο κενό…