Στο κυπριακό οι δημοσκοπήσεις παραμένουν ένα σημαντικό εργαλείο για πολιτικόυς και κόμματα. Συχνά τα κόμματα της Κύπρου επιλέγουν εταιρείες δημοσκοπήσεων από την Ελλάδα για να κάνουν τη δουλειά αυτή. Η εμπειρία δείχνει ότι αυτές οι εταιρείες διαθέτουν πλεονεκτήματα (όπως η γνώση από μια μεγαλύτερη αγορά) και το ότι γνωρίζουν να μετρούν ή να αναλύουν αριθμούς. Αλλά διαθέτουν και χαρακτηριστικές αδυναμίες, όπως το γεγονός ότι δεν ζουν την κυπριακή καθημερινότητα.
Εξ όσων γνωρίζω ελάχιστες αθηναϊκές εταιρείες διαθέτουν την ευρυμάθεια, η οποία να διασυνδέεται με τις λεπτές αποχρώσεις της πολιτικής διαδρομής της νήσου, ή να είναι σε θέση να γνωρίζουν σφαιρικά την Κύπρο, τα πρόσωπα, τα πράγματα, επί του εδάφους και σε καθημερινή βάση. Συνοπτικά, δεν γνωρίζουν βασικές διαστάσεις από την ιστορία, τον τόπο και τον πόνο των ανθρώπων.
Στο κυπριακό οι δημοσκοπήσεις δείχνουν μια κατεύθυνση, φωτογραφίζουν διαθέσεις και εξ αυτού συχνά πείθουν ή παρασύρουν πολιτικές ηγεσίες να κάνουν άλλα από αυτά που πιστεύουν γιατί, (οι τελευταίες) διαθέτουν λάθος άποψη για το ρόλο των αριθμών και των εταιρειών στην πολιτική διαπάλη. Έτσι και τώρα, μια εξ αυτών, με αριθμούς φαίνεται πείθει την ε/κ ηγεσία ότι κάποιο σημείο ενός ενδεχόμενου σχεδίου λύσης δεν φαίνεται να «περνά» σε δημοψήφισμα, ή ότι το δείνα σημείο έχει αντιστάσεις στην κοινή γνώμη. Η πειθώ των αριθμών φαίνεται να ποδηγετεί τη διαδικασία, και έτσι αυτή αμφιταλαντεύεταιι με πολύ σοβαρούς κινδύνους για τις μελλοντικές εξελίξεις.
Αυτή η «αριθμητική» προσέγγιση, διαθέτει, στη δική μου κρίση, τρία μεγάλα χαρακτηριστικά:
Πρώτο, διαθέτει, ως είναι φυσικό, στατικότητα, και ως τέτοια δεν βλέπει τη μεγάλη εικόνα. Η πολιτική, ωστόσο είναι μια δυναμική διαδικασία και μόνο ως τέτοια μπορεί να αλλάζει- κάτω από πολύ σαφείς προϋποθέσεις- τους αριθμούς, άρα να αλλάζει το ρου της ιστορίας και έτσι να υπηρετεί τα μακροπρόθεσμα συμφέροντα ενός λαού. Για όσους επιμένουν να απορούν, λέω ότι η Κύπρος δεν θα ήταν μέλος της ΕΕ, εάν ο Κ. Σημίτης τον Δεκέμβριο του 1999 ρωτούσε επικοινωνιολόγους για το πώς να χειριστεί την κρίσιμη σύνοδο της ΕΕ στο Ελσίνκι. Ποια δημοσκόπηση θα έδειχνε θετική πλειοψηφία στη διασύνδεση «απρόσκοπτη ένταξη της Κύπρου, έναρξη ενταξιακών συνομιλιών με την Τουρκία;». Καμμία. Γι’ αυτό σήμερα η Κύπρος είναι πλήρες μέλος της ΕΕ, χάρις στην ηγετικότητα του Κ. Σημίτη.
Δεύτερο, η τάση ώστε οι έχοντες στατική αξία αριθμοί να οδηγούν σε περιχαράκωση την ε/κ ηγεσία, δεν οδηγεί παρά μόνο στην παγίωση των τετελεσμένων της εισβολής εν ονόματι των κανόνων που ορίζουν το επάγγελμα του επικοινωνιολόγου σήμερα. Οι αριθμοί δείχνουν μια φωτογραφία, αλλά αυτό δεν είναι η πλήρης αλήθεια γιατί σχεδόν κανένας από τους αθηναίους δεν γνωρίζει ότι ο Μακάριος δίδαξε επικοινωνιακή τεχνική ακόμα και όταν η Κύπρος ήταν στο μεταίχμιο ανάμεσα στην αγγλοκρατία και την ανεξαρτησία. Είπε δημοσίως το 1959 το κορυφαίο σλόγκαν στην ιστορία της επιστήμης της επικοινωνίας της Κύπρου, το περίφημο «νενικήκαμεν», γιατί ήταν σε θέση να γνωρίζει την πολιτική βαρύτητα της λέξης, και, θέτοντάς την στην υπηρεσία της επικοινωνίας, μπόρεσε να ηγηθεί μιας μεγάλης πολιτικής μεταβολής και έτσι να ηγηθεί ενός νικηφόρου συμβιβασμού.
Τρίτο, ασφαλώς οι επικοινωνιολόγοι δεν έχουν την πρώτη ευθύνη για τις πολιτικές αποφάσεις, αυτό είναι θέμα που συνδέεται με την κουλτούρα, το εύρος της ανάλυσης και τις διανοητικές δραστηριότητες κάθε προσώπου ή σχηματισμού. Οι επικοινωνιολόγοι κάνουν τη δουλειά τους, αλλά στην περίπτωση της Κύπρου το πράγμα τρέχει διαφορετικά. Το σενάριο να οδηγηθούμε στη διχοτόμηση δεν μπορεί να ταυτίζεται με την αδιαφορία, η διχοτόμηση δεν συνιστά τακτική του τύπου business as usual. Γνωστός αθηναίος επικοινωνιολόγος με περγαμηνές στη μαύρη διαφήμιση, αφού συνέβαλε με τις συμβουλές του να πάρουν τα πράγματα την πορεία προς τη διχοτόμηση, μετέβη στην Αθήνα για να ασχοληθεί με θέματα που σχετίζονται με τον επαγγελματικό στίβο! Γιατί να γνωρίζει τι τρέχει στους προσφυγικούς συνοικισμούς στις Καμάρες της Λάρνακας;