Τον παγίδευσε μιά εικόνα νιότης.
Απ’ όταν χάραξε, ως τώρα ακόμη,
που μεσούρανος βάδιζε
προς την αβέβαιη δύση του,
ο καιρός του τον παράστεκε
-ακμαίος αυτός-
την έγνοια του κατέγραφε
να σκεπάζει τις ξέσκεπες στιγμές του,
τα σήματα που θα τον ενηλικίωναν.
Τον έβλεπε να παίζει καθυστερήσεις
με αντιφάσεις και προσκόμματα.
Καιρό δουλεμένες τακτικές,
απομεινάρια αντίστασης,
από τότε, που έκρυβε τα στήθη του
στην αναπότρεπτη πρόσθεση των απαιτητών.
Παιδί μικρός, παιδί μεγάλος,
χώθηκε στη σύναξη
με ταυτότητα τις λευκασμένες τρίχες,
το συνοφρυωμένο δέρμα του.
Παράβλεπε, ομαδόν προχωρούσε,
συντεταγμένος στο αγελαίο βήμα.
Παγιδευμένος ωστόσο στη νεανική εικόνα,
την απροσάρμοστη στον χρόνο τον μπροστάρη.