γράφει ο Νώτης Ιωάννου.
Ανεξάρτητα απ’ την σπουδή της Κυβέρνησης να επισπεύσει σχεδόν ασθμαίνοντας, υπό την ιαχή ακόμη του συλλαλητηρίου για την Μακεδονία, την διαβίβαση της δικογραφίας για την Novartis στην Βουλή, ουδείς απλός και κομματικά απροκατάληπτος πολίτης δεν βρίσκεται εις θέσιν να αποκριθεί υπεύθυνα περί την ουσιαστική βασιμότητα της ιδιότυπης προτάσεως του Μεγάρου Μαξίμου.
Σημειώνεται ή υπενθυμίζεται, πως πρόκειται για κατ’ εξοχήν θεσμική και σπανίζουσα μάλλον πρόταση, κατόπιν πρωτοβουλίας του Πρωθυπουργού, ενώπιον του Κοινοβουλίου, προς άσκηση Δικαστικής δίωξης για πράξεις ή παραλείψεις αξιόποινες, οι οποίες κατά τον Κανονισμό της Βουλής πρέπει να προσδιορίζονται με σαφήνεια.
Σήμερα, τώρα λοιπόν, μετά την συζήτησή της και την παραπομπή των ενδεχομένων πολιτικών προσώπων σε προανακριτική Επιτροπή της Βουλής, άσχετα από προβλήματα, μείζονα προφανώς, πλημμέλειες καθώς και επάλληλες ακυρότητες της προδικασίας, παρά ακόμη και τις εξόφθαλμες, τερατώδεις ασάφειες των μαρτυρικών καταθέσεων, ουδείς δεν θα διακινδύνευε μια εκτίμηση, έστω, ακόμη και αρχική:
Πρόκειται για σκευωρία ή όχι; Εάν όχι, ποιούς πράγματι αφορά και σε ποιόν βαθμό;
Επιχειρούμενη απάντηση θα απαιτούσε ακριβή γνώση και πληροφόρηση, κατόπιν μακράς και εκτεταμένης Δημοσιογραφικής ή άλλης εκτενούς έρευνας, ακόμη και Κοινοβουλευτικής, δοθέντος κυρίως του πολυσύνθετου, αλλά και διεθνούς χαρακτήρα του καλουμένου σκανδάλου Novartis.
Πλην όμως, η κοινή γνώμη, φυσικά παραλλασσόμενη, διαμορφώνεται και επηρεάζεται αδιάκοπα, εν τω γίγνεσθαι, κατά την ροή των γεγονότων. Όσο τα ασφαλέστερα συμπεράσματα μετατίθενται στο μέλλον, άμεσο ή μη, όσο αργούν, αναλαμβάνουν σημαίνοντα, αν όχι κύριο καθοδηγητικό ρόλο οι εντυπώσεις, μεταβαλλόμενες και ταξινομημένες. Στο μυαλό, στο συνειρμό του απλού, μέσου πολίτη, του κοινωνού της πολιτικής επικαιρότητας, συντελούνται διεργασίες και συχνά εξάγονται μικρά ή μεγαλύτερα, ακόμη και προσωρινά, συμπεράσματα ή αφετηρίες συλλογισμού, πολύτιμες κατατάξεις και ιεραρχήσεις.
Από την θέση αυτού, λοιπόν, του μέσου κοινωνού που στοιχειωδώς ενημερώνεται, αίσθηση ή μάλλον λογική απορία, προκάλεσε η κατά την μεταμεσονύκτια ομιλία του Πρωθυπουργού, ρητορική ερώτηση του προς τους αντιπολιτευόμενους. Ρώτησε λοιπόν, αυτολεξεί, αναφερόμενος στο επίμαχο σκάνδαλο: «Καλά, εσείς δεν πήρατε χαμπάρι τι γινόταν;» Κατέληξε δε επί του ερωτήματος, λέγοντας: « Θέλω ένα πράγμα μόνο να ρωτήσω, αφήστε τα υπόλοιπα….Πολιτική ευθύνη υπάρχει;» Ερώτημα που απηύθυνε επίμονα στο ακροατήριό του, επιχειρηματολογώντας επ’ αυτού στην συνέχεια…
Εύλογο μεν, γενικώς, ως ερώτημα, ιδιαίτερα επειδή αφορά στα έκπτωτα πολιτικά ήθη μιας Χώρας, όπου είναι εμπεδωμένη βαθειά και δικαιολογημένα η αντίληψη ότι η διαφθορά και τα σκάνδαλα αποτελούν, μεταξύ άλλων δεινών,την θλιβερή επωδό της πολιτικής ζωής. Στην Ελλάδα που ζήσαμε και γνωρίζουμε, διαχρονικά, είδηση θα συνιστούσε η ανυπαρξία σκανδάλου, ας πούμε εν προκειμένω, για παράδειγμα την Novartis…
Επομένως, διερωτάται κανείς, προς τι το συγκεκριμένο ερώτημα του κ. Πρωθυπουργού, όσο κι αν ευθυγραμμίζεται με την συλλογική κόπωση και αγανάκτηση ενός λαού, με το εύθικτο πολιτικό θυμικό μας, την στιγμή που δεν είχε θέση, ήταν παρωχημένο, ξένο και μάλλον φάλτσο, εν τέλει, με την ιδιαίτερη, βαρύνουσας σημασίας και διακυβεύματος συνεδρίαση. Για την παθογένεια και τις ποικίλες αμαρτίες της εγχώριας πολιτικής ζωής έχουν τόσα ειπωθεί και γραφεί, πια, που προξενούν άλγος και λύπη. Η Πολιτική τάξη ρήμαξε, αφυδάτωσε, ξεπούλησε την Χώρα. Αναζητείται εναγωνίως νέα, ανθρωποκεντρική θεώρηση, που θα ενώνει, θα θεραπεύει, θα επανορθώνει.
Εάν ο κ. Πρωθυπουργός ήθελε πράγματι να αναδείξει τυχόν πολιτικές ευθύνες των αντιπάλων του, θα μπορούσε κάλλιστα να ζητήσει την σύγκληση Εξεταστικής των πραγμάτων Επιτροπής της Βουλής, με σκοπό την πλήρη διερεύνηση/διαλεύκανση της όποιας υποθέσεως Novartis και σε περίπτωση αξιόποινου ενδιαφέροντος να διενεργήσει τα νόμιμα, περαιτέρω. Δεν το έπραξε.
Θα ήταν δυνατόν, επίσης, κατά τον Κανονισμό της Βουλής (άρθρο 154), μαζί με την γενόμενη κατάθεση της συζητηθείσης προτάσεως για δίωξη, να προταθεί η ανάθεση του ελέγχου της (ζητούμενης) βασιμότητας των στοιχείων της/ων κατηγορίας/ών, από την Βουλή σε Τριμελές Γνωμοδοτικό Συμβούλιο, υψηλού μάλιστα θεσμικού κύρους και αξιοπιστίας, συνακόλουθα. Ούτε αυτό συνέβη, έστω.
Είναι εξάλλου παγκοίνως γνωστό, πως το κανονιστικό – θεσμικό πλαίσιο προμηθειών Υγείας, ανέκαθεν, υπήρξε και παραμένει προβληματικό, ανεπαρκές και ίσως αθωράκιστο. Η κερδοσκοπία στα φάρμακα, η διαφθορά και η διαπλοκή συνεχίζουν μάλιστα να καλπάζουν, δηλώνει σήμερα κατά λέξιν ο κ. Γ. Σούρλας, έκθεση του οποίου ανέγνωσε και επικαλέστηκε ο ΠρΘ κατά την ομιλία του, για τις ατασθαλίες της περιόδου 2012-2014. Δεν χρειάζονται λοιπόν κορώνες και άδειες επάρσεις, οι πολίτες πλέον επικροτούν τον θετικό, εποικοδομητικό λόγο και χειρισμό.
Σε κάθε περίπτωση, δεν είναι δυνατόν όλοι ή αρκετοί, συλλήβδην, να κατακρίνονται a priori για απιστία και δωροδοκία, ούτε να μην αισθανόμαστε καθαρή ντροπή, ως οργανωμένη Πολιτεία, για την ραγισμένη φωνή του κ. Πικραμμένου, υπηρεσιακού και μόνο Πρωθυπουργού για ένα μήνα. Το ψυχικό κόστος είναι δυσβάσταχτο και το πλήγμα δεν αποκαθίσταται. Τιμωρία ναι, επιβεβλημένη, παντού, ακόμη κι αν υπάρχει ανοχή, συγκάλυψη ή παθητικότητα. Όχι όμως αδιακρίτως, είναι αδιανόητο.
Δεν είναι, τέλος, ανεκτό, πρωτίστως ούτε και δίκαιο, να δρομολογούνται έννομες διώξεις, λογίζοντας αναχρονιστικά και ξεπερασμένα ως λαϊκό, δήθεν αποσβεστικό εν αποτυχία έρεισμα, την περιρρέουσα, ριζωμένη κοινωνικά πεποίθηση για την διαφθορά, ενώ μάλιστα, πρόσθετα, βοά η αποδεικτικά ασυνάρτητη και διάτρητη δικογραφία που φαλκιδεύει ατομικά δικαιώματα Συνταγματικής περιωπής.
Οι εξελίξεις αναμένονται με έντονο ενδιαφέρον.