ένα ποίημα του Μάνου Μαυρομουστακάκη.
Κούρνιαζαν αθλητικά παπούτσια δίπλα σε κάδο σκουπιδιών.
Βαλμένα ζεύγη στη σειρά σαν ξαποσταμένα περιστέρια.
Έριξα λίγα ψίχουλα απ’ το κουλούρι μου.
Δεν ξεβολεύτηκε κανένα (είχαν φάει τα …ψωμιά τους).
Παπούτσια δουλεμένα σε λογιών λογιών ποδάρια.
Mε ξεγέλασε η απόσταση, τα νόμιζα για περιστέρια,
ωστόσο όταν ξεδιάλυνε η εικόνα, μια άλλη την αντικατέστησε
στη σκέψη της πρωινής μου βόλτας.
Στην όψη των πάνινων περιστεριών μου ανθρώπους έβλεπα,
άστεγους δίπλα σε κάδους σκουπιδιών παρατημένους.
Σφίχτηκα, ωστόσο συνέχισα τη βόλτα μου.
Τακτοποιημένος όσο πριν συνέχισα.
Έριξα και τα τελευταία ψίχουλα της σακκούλας
απ’ το κουλούρι μου…