γράφει ο Μάξιμος Χαρακόπουλος.
Κάτι πολύ σάπιο υπάρχει στην κοινωνία μας. Δεν εξηγείται διαφορετικά η συχνότητα των ειδήσεων που αφορούν γυναικοκτονίες, βιασμούς -ακόμη και παιδιών-, ενδοοικογενειακή βία, σκοτεινά κυκλώματα μαστροπείας, σεξουαλικές παρενοχλήσεις με κατάχρηση εξουσίας.
Οι ειδήσεις για εγκληματικές πράξεις με θύματα, συνήθως, γυναίκες κάθε ηλικίας, και θύτες συζύγους, συντρόφους, νυν και πρώην, «φίλους» και μη, καταδεικνύουν ότι η βία στις σχέσεις όχι μόνον ζει και βασιλεύει, αλλά επιδεινώνεται χρόνο με τον χρόνο. Ίσως κάποιος πει ότι αυτά συνέβαιναν πάντοτε. Δεν είμαι βέβαιος, τουλάχιστον, όσον αφορά τις γυναικοκτονίες, αλλά και εν γένει τις δολοφονίες. Μέχρι τη δεκαετία του 1980, ένας φόνος αποτελούσε μέγα γεγονός, που απασχολούσε τον ημερήσιο τύπο για εβδομάδες. Βεβαίως, η ενδοοικογενειακή βία υπήρχε και, δυστυχώς, πολλές φορές βασιζόταν σε παρωχημένα στερεότυπα της δήθεν ανωτερότητας του ανδρός, που έκανε ό,τι του «κάπνιζε» σπίτι του. Από τότε, όμως, υποτίθεται έχουμε διανύσει πολλά βήματα προς την κατάκτηση της ισότητας των δύο φύλων και τη χειραφέτηση της γυναίκας. Ωστόσο, η πραγματικότητα αποδεικνύεται διαφορετική…
Το ίδιο συμβαίνει με τους βιασμούς και την εν γένει σεξουαλική εκμετάλλευση, ακόμη και από πρόσωπα υπεράνω υποψίας από τον χώρο της εκκλησίας ή της δικαιοσύνης. Αφθονούν τα καταγραφέντα περιστατικά του αστυνομικού ρεπορτάζ. Περιγραφές που προκαλούν ναυτία και λύπη για τα αθώα θύματα της διαστροφής, αλλά και δικαιολογημένη οργή για τους θύτες.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι κάτι πρέπει να γίνει και να σταματήσει αυτό το κακό. Πρωτίστως, πρέπει να ανοίξουν τα στόματα, να βρουν το θάρρος να καταγγείλουν όσες και όσοι υπέστησαν τη βία, αλλά και την απειλή της βιαιοπραγίας και βέβαια τη σεξουαλική κακοποίηση ή παρενόχληση. Χωρίς καμία ντροπή και χωρίς κανέναν φόβο. Και η κοινωνία, όλοι μας ανεξαιρέτως, να σταθούμε δίπλα τους λόγω και έργω. Η κίνηση του #MeToo άνοιξε τον δρόμο. Πολλά από όσα μαθαίνουμε, τα μαθαίνουμε γιατί ήδη διαμορφώθηκε ένα ευνοϊκό κλίμα, που πρέπει, όμως, να διατηρηθεί και να μην διολισθήσει στον κιτρινισμό. Και βέβαια, να παραμείνει η αυστηροποίηση στη σχετική νομοθεσία. Ο πέλεκυς του νόμου να πέφτει βαρύς, χωρίς «εκπτώσεις» και ελαφρυντικά. Να ξέρει όποιος τολμήσει να «σηκώσει χέρι» και όποιος διαπράξει ή αποπειραθεί να διαπράξει βιασμό ότι θα βρεθεί πίσω από τα κάγκελα.
Όλα τα παραπάνω είναι μέτρα απαραίτητα αλλά, δυστυχώς, δεν φθάνουν. Η πραγματική αλλαγή της κοινωνίας θα γίνει όταν όλοι μάθουμε να σεβόμαστε κάθε συνάνθρωπό μας. Κι αυτό είναι ζήτημα καλλιέργειας ηθικών αρχών και ανάδειξης θετικών προτύπων. Κι αυτό, μάλλον, το αμελήσαμε…