Χωρίς επίθετα, λέξεις γυμνές από απόσταση,
θορυβημένες από επικεντρωμένα βλέμματα,
κάθετες σε επίπεδα αναζητήσεων, χωρίς στόματα ανοιχτά από θαυμασμό
και τρίχες στη θέση τους, παρεκτός και το νόημα τις εκτινάξει από κει.
Ομορφιά στο νόημα ή στην αποτύπωση του;
Πλουμιά, ανώφελα βάρη ή αγώνας με την ουσία;
Κατοικία των θεών ή οι θεοί οι ίδιοι;
Δίλημμα ή ψεύτικη αναστολή;
Υπάρχει παπαρούνα που δεν είναι κόκκινη, αγριολούλουδο που να μη θυμίζει την αγριά τής φύσης, γιασεμί χωρίς άρωμα;
Υπάρχει θεϊκή ανάταση χωρίς θάμβος και στολισμένη σκέψη;
Υπάρχει αντίστοιχα άρωμα χωρίς αναφορά, χρώμα χωρίς αντιστοίχιση, χάδι χωρίς αγάπη;
Υπάρχει; Όλα δεμένα;
… και μεις παίζουμε με τη χαλαρότητα των κόμπων τους;
Με τις πληγές που αφήνουν τα σχοινιά τους;
Όμως παίζουμε.
Ανελεύθεροι, μα με γνώση ελευθερίας, που τη ψάχνουμε στις μυρωδιές των λουλουδιών, στα χρώματα των εικόνων τους, στο άγγιγμα της μέλισσας στα χνουδένια μέρη του.
Απουσία επιθέτων λοιπόν ή απουσία σκέτο;
Μια μέλισσα με προειδοποίησε, πως το μέλι της ειν’ γλυκό.