Παρεμπιπτόντως, επειδή πολλοί ρέκτες της τεχνολογίας έχουν εμφανιστεί μεταξύ των κυβερνητικών στελεχών το τελευταίο διάστημα, ας προσέξουν ότι στον υπο-δείκτη «ανοιχτά δεδομένα/ ψηφιακή συνοχή» η Ελλάδα σημείωσε πτώση 50% την τελευταία τριετία. Υποσημειώνουμε αυτή τη λεπτομέρεια για να τονίσουμε ότι η μετάβαση από το γραφειοκρατικό και σπάταλο στο ψηφιακό και οικονομικό κράτος δεν είναι, προεχόντως, μια τεχνική υπόθεση! Είναι μια υπόθεση εξόχως κοινωνική και διοικητική, αφού στηρίζεται στην ευρεία αποδοχή των αξιών της αντικειμενικότητας, της αξιότητας, της αποτελεσματικότητας και, βεβαίως, της οικονομικότητας.
Στην Ελλάδα όλα τα προηγούμενα είναι ζητούμενα, αφού από τη μελέτη της εμπειρίας των έργων ηλεκτρονικής διακυβέρνησης αναδεικνύονται τα εξής κεντρικά προβλήματα:
• Έλλειψη διαχρονικού οράματος για την ηλεκτρονική διακυβέρνηση (που αντανακλά το γενικότερο έλλειμμα στρατηγικής για το σύνολο των διοικητικών μεταρρυθμίσεων). Οι όποιες εξαγγελόμενες, κατά καιρούς, στρατηγικές (π.χ. Εθνική Ψηφιακή Στρατηγική/ Νέο Πλαίσιο Παραγωγής Έργων ΤΠΕ) αποτελούν συλλογές ευχολογίων και εξαγγελιών οι οποίες παραμένουν, στο μεγαλύτερο μέρος τους, ανεφάρμοστες.
Εάν δε ενσκύψει κανείς στα υπό εξέλιξη έργα θα δει ότι καμία απολύτως σχέση δεν έχουν με την εξαγγελθείσα Στρατηγική, αφού σ’ αυτά συμφύρονται έργα για την απόκτηση servers και switches με εφαρμογές τοπικού χαρακτήρα.
• Έντονος κατακερματισμός στον σχεδιασμό και την υλοποίηση των έργων. Αυτός οφείλεται, πέραν της εδραιωμένης κουλτούρας κατάτμησης και απομόνωσης που διαπερνά το σύνολο των αποφάσεων και δράσεων της δημόσιας διοίκησης, και στην ύπαρξη ιδιαίτερα περίπλοκων γραφειοκρατικών διαδικασιών από τις οποίες δεν εξαιρούνται τα έργα ηλεκτρονικής διακυβέρνησης. Συχνά, αυτά δεν αντιμετωπίζονται ως τεχνουργήματα για τα οποία πρέπει να υπάρχει διαφοροποίηση των ακολουθούμενων διαδικασιών εκτέλεσης και παραλαβής τους. Ως συνέπεια, εμφανίζονται πολύ σημαντικές καθυστερήσεις στην παράδοσή τους και συχνά η χρησιμότητα των έργων έχει καταστεί ήδη αλυσιτελής κατά την παράδοσή τους.
• Έλλειψη συντονισμού των εμπλεκομένων στον σχεδιασμό και την υλοποίηση των έργων. Πολλαπλοί θεματικοί και διακυβερνητικοί φορείς ερίζουν μεταξύ αντικρουόμενων στρατηγικών. Η Γενική Γραμματεία Ψηφιακής Πολιτικής (ΓΓΨΠ, 2016) που αποτελεί τμήμα του Υπουργείου Ψηφιακής Πολιτικής Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης, απλώς προσέθεσε ένα ακόμη διοικητικό επίπεδο στα υπάρχοντα. Δύο χρονια μετά την ίδρυσή της, τίποτα άλλο δεν δείχνει να έχει επεξεργαστεί, πέραν του κειμένου της «Ψηφιακής Στρατηγικής». Είναι χαρακτηριστικό του ελλείμματος πολιτικής το γεγονός ότι, δυόμισι χρόνια μετά την αναφορά της «ψηφιακής στρατηγικής» για την ανάγκη επικαιροποίησης του πλαισίου διαλειτουργικότητας που αποτελεί κορυφαίο ζήτημα για την ανάπτυξη της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης, ουδέν εγένετο. Ούτε καν οι ιστοσελίδες των υπουργείων δεν υπακούουν σε κάποια κοινή προδιαγραφή.
• Άλυτα προβλήματα στη χρηματοδότηση των έργων. Τα σημαντικά έργα είναι συγχρηματοδοτούμενα από κοινοτικούς πόρους και πολλά εξ αυτών αντιμετωπίζουν πρόβλημα χρηματοδότησης για την περαιτέρω ανάπτυξη, συντήρηση και υποστήριξή τους από εθνικούς οικονομικούς πόρους μετά τη συμβατική ολοκλήρωσή τους.
Η λογική και οι κανόνες που διέπουν τα έργα ηλεκτρονικής διακυβέρνησης έχουν οδηγήσει σε δύο μείζονα προβλήματα:
1. Ο ανελαστικός τρόπος υλοποίησης μεγάλων έργων πληροφορικής έχει δεσμεύσει το δημόσιο σε δυνητικά αναποτελεσματικούς προμηθευτές, μιας και η κήρυξη ενός προμηθευτή ως έκπτωτου ή η αντικατάστασή του από άλλον δεν είναι ρεαλιστική στο στάδιο της υλοποίησης ενός έργου.
2. Με την αδυναμία προτεραιοποίησης των έργων δημιουργείται κατασπατάληση σημαντικών πόρων για την υλοποίηση έργων ελάσσονος σημασίας.
Όλα τα προηγούμενα παραπέμπουν στην εξής μείζονα διαφορά της Ελλάδας με την Εσθονία: Εμείς δεν χρησιμοποιούμε την ηλεκτρονική διακυβέρνηση επειδή πιστεύουμε ότι μπορεί να θεραπεύσει τα κακά του πελατειασμού που επισωρεύθηκαν, δεκαετίες τώρα, στη δημόσια διοίκηση. Τη χρησιμοποιούμε α λα καρτ προκειμένου να στηρίξουμε τις αξίες τις οποίες πρεσβεύουμε και ομνύουμε: την αναξιοκρατία, το ρουσφέτι και τη συναλλαγή. Εάν αυτά μπορούν να εξυπηρετηθούν και με ψηφιακό τρόπο, τότε ακόμη καλύτερα!
• Επιχειρησιακό έλλειμμα το οποίο εκδηλώνεται:
1. Με την ανάθεση της ευθύνης όχι σε πάγιες διοικητικές δομές αλλά είτε σε ad hoc ομάδες (που συνήθως επικαλύπτονται) είτε σε κάποιους κομματικούς Γενικούς Γραμματείς.
2. Με την αδυναμία αξιοποίησης των συνεργιών μεταξύ των έργων και την παρεμβολή εμβαλωματικών έργων που καλύπτουν, ιδίως, επείγουσες και αποσπασματικές ανάγκες των φορέων.