γράφει ο Νώτης Ιωάννου.
Προέχουν οι Γιορτές, ασφαλώς. Η ανάγκη μας να συλλαβίσουμε μια ευχή που να ξεπερνά τις λέξεις, να την ανατείνουμε με προσδοκία στον αέρα, να γίνει σπορά. Η βαθειά επιθυμία μας να αγκαλιάσουμε σιωπηλά όλους όσους αγαπούμε, αποζητώντας γαλήνιοι την επαλήθευση ότι δεν είμαστε μόνοι. Αυτή η ποθούμενη επίγνωση, της συνεκπλήρωσης, είναι το αρχέγονο ελιξίριο που μας μυεί στην αρμονία των Χριστουγέννων, ένα απαράμιλλο, πάμφωτο Σύμπαν που χτίσαμε παιδιά κι από τότε νοσταλγούμε.
Αντίρροπα, πέραν των κομματικών επιδόσεων,οι αρνητικές επενέργειες των Κυβερνητικών πρωτίστως χειρισμών, αλλά και η μη εναλλακτική παρουσία της ελλιπούς πολιτικής εν γένει τάξης, μεγιστοποιούν πλέον μια ομόσημη πολιτική σταθερά, την αποχή. Αυτή τη φορά, η άπωση των πολιτών περί τα δρώμενα, ενσωματώνει ένα σαρωτικό ποσοστό, πλησίον του σαράντα πέντε τοις εκατό, εκφραστικό της έκπτωσης της πολιτικής, ως έννοιας και πράξης, στην Ελλάδα. Το ήμισυ της κοινωνίας βοά δια της σιωπής, εγγράφοντας επιτακτικά για το μέλλον την χρόνια απαίτηση του για προαγωγή του πολιτικού γίγνεσθαι με ποιοτικά κριτήρια και εμπροσθοφυλακή το πνεύμα της δικαιοσύνης.
Η εκλογική έκβαση, όπως προετέθη, διαγράφει μάλλον ένα πολιτικό αίνιγμα ή, έστω, μια απλή, καθαρή διάψευση αμιγώς λογικής πρόβλεψης. Ως αποτέλεσμα, de facie, αντιβαίνει, προκαλεί ίσως το λογικό αίσθημα, αν δεν υποβάλλει ιστορικό οιονεί κυνισμό στην ηχηρή αποδοκιμασία κομβικών πολιτικών επιλογών, ειδικού βάρους. Η αποχή, εκτονώνοντας έναν αόριστο βαθμό λαϊκής δυσαρέσκειας και απαιτώντας γενικευμένη διερεύνηση άλλης τάξεως και βάθους, δεν αποδυναμώνει αυτό το δίλημμα. Αίνιγμα ή διάψευση, αν μη τι άλλο, ανήκει στο μέλλον να κριθεί ώριμα, αφού η απάντηση συναρτάται και με το Δημοψήφισμα της 5/7/2015, μιας γενναίας έπαλξης που οικτρά προδόθηκε. Όσο κι αν επιχειρείται παντοιοτρόπως να λησμονηθεί, είναι η μνήμη της που αντιστέκεται, θέτοντας πιθανόν σε εκκρεμότητα μια απάντηση.
Ωστόσο, η άνετη επικράτηση- επανεκλογή του ΣΥΡΙΖΑ με ευρεία, απρόσμενη διαφορά, είναι αφ’εαυτής διαφωτιστική, τόσο ώστε να παρέχει κάποια συμπεράσματα, ενώ, παράλληλα, αναδεικνύει την ανάγκη να διατρέξουμε την πρώτη κυβερνητική του θητεία.
Το ιδιάζον πολιτικό χαρακτηριστικό του ενιαίου ΣΥΡΙΖΑ, είναι η σύσταση, η σύνθεση του ως επιστέγασμα συγγενών ιδεολογικά αποκλίσεων. Ο βαθμός της συγγένειας ή συνάφειάς τους, όπως και το ευτυχές της ή όχι, είναι πάντοτε αντικειμενική ευθύνη του επιχειρούντος την σύνθεση. Κάτι που φαίνεται πως για δύο και πλέον χρόνια, από τον Μάιο του έτους 2012 που εκτοξεύτηκε στην αξιωματική αντιπολίτευση, έως και την άνοδο του στην εξουσία, δεν κατάφεραν οι ιθύνοντες του ΣΥΡΙΖΑ να αντιληφθούν. Εκεί, στην αφετηρία του, στις πολιτικές καταβολές του, ανάγεται και η αιτία των προβλημάτων της διακυβέρνησής του. Όχι γιατί η διαφορετικότητα, το ετερόκλητο, ακόμη και το ανομοιογενές της ανθρωπογεωγραφίας του, a priori αντενδείκνυνται στην πολιτική. Αντίθετα, είναι στοιχεία ιδιαίτερα ευπρόσδεκτα, έως και προνομιακά, αλλά όταν πράγματι συνθέτουν, συγκεράζουν λειτουργικά απόψεις και προσφέρουν συνοχή. Η εξαρχής, λοιπόν, άστοχη ή πλημμελής εσωτερική πολιτική ζεύξη του ΣΥΡΙΖΑ, μαζί ίσως με τον ενδημούντα παρ’ημίν ωχαδερφισμό, προφανώς ευθύνονται για την απροετοίμαστη, χωρίς σοβαρή προπαρασκευή ανάρρησή του στην εξουσία. Έτσι, ανήλθε σ’ αυτήν ασυνάρτητος με την πραγματικότητα, με την αμηχανία και υπό το νεφέλωμα της εν συγχύσει, παντί τρόπω και κατ΄επίφασιν Αριστεράς, παραθέτοντας μεγαλόστομες εξαγγελίες χωρίς σπουδή, στο πλαίσιο του ρηξικέλευθου προγράμματος Θεσσαλονίκης. Η κοινωνία, σε εξάντληση έως σύνθλιψη υπό το καθεστώς δύο διαδοχικών μνημονίων, αποδέχθηκε με ανακούφιση και ελπίδα τον νέο, λυτρωτικό λόγο. Συνακολούθησε χωρίς αποφασιστικό σχεδιασμό, με την ίδια αντίληψη, ο λαβύρινθος της άτακτης διαπραγμάτευσης, άγονης επί μήνες. Με στείρα άρνηση για καιρό, κατόπιν με λεονταρισμούς της στιγμής, χωρίς πυγμή, χωρίς πάθος, χωρίς maniera όρθιου διαπραγματευτή που γνωρίζει τα δικά του όρια και οριοθετεί άπαξ την υπερηφάνεια του. Δεν άργησαν οι άτακτες υπαναχωρήσεις, η παλινδρόμηση, οι ανακολουθίες, οι διαψεύσεις, ο ίδιος κύκλος σε επανάληψη, ο χαμένος χρόνος, το αναπόφευκτο κόστος του. H υπομονή της εδώ κοινωνίας για την επίτευξη συμφωνίας δοκιμάστηκε και ανανεώθηκε πλειστάκις, μέχρι την τροπή, την ανάταξή της σε αρετή, με την διενέργεια του Δημοψηφίσματος. Ακολούθησε η πλήρης διάστρεψή του, η ταπείνωση, ο απόλυτος εξευτελισμός, η σωρευμένη δυσφορία εναντίον μας, η συνθηκολόγηση, η μεγάλη ανατριχίλα..
Παρέλκει να σημειωθεί πως έως τότε, κάθε ελπίδα για Αριστερή πλεύση ματαιώθηκε πικρά, κάθε κεντρική πολιτική θέση ή προεκλογική εξαγγελία αναιρέθηκε, χωρίς μέχρι σήμερα να έχει ζητηθεί ρητά μία συγγνώμη, ούτε μία.
**********
Στην ζωή, δυστυχώς, δεν υπάρχει πρόβα, ζούμε μια φορά χωρίς δεύτερη ευκαιρία. Προφανώς στην πολιτική υπάρχει κυβερνητική πρόβα, αφού με την επανεκλογή του ο ΣΥΡΙΖΑ έχει μια δεύτερη ευκαιρία. Ακούγεται με ευθυμία, αλλά εν τοις πράγμασιν αγγίζει την ουσία, αφού πράγματι στην κοινή γνώμη κυριαρχεί η εκτίμηση πως του δόθηκε όντως δεύτερη ευκαιρία. Δεν πρόκειται για ψήφο επιβράβευσης ή επιδοκιμασίας, αλλά κυρίως για ψήφο ανοχής ή επιφύλαξης. Υποστηρίζεται επίσης πως στην δεύτερη ευκαιρία ενυπάρχει το στοιχείο της συγκατάβασης, της εν μέρει κατανόησης που υφέρπει, του ίχνους, ακόμη, συγχώρεσης, ώστε να αναγεννηθεί στον/στην εκλογέα η ζωτική ελπίδα. Η βραχύτητα επίσης, λέγεται, του μεσοδιαστήματος των δύο αναμετρήσεων, συνετέλεσε ώστε να μην αναδειχθούν, να μην αποτυπωθούν οι δυσμενείς έως κακές εντυπώσεις και συνέπειες των επιλογών της Κυβέρνησης.
Έντονα όμως εκφράζεται η πεποίθηση πως ο κύριος αντίπαλος του ΣΥΡΙΖΑ, η Ν.Δ, σχεδόν παραπαίει, συγκριτικά με το παρελθόν. Η μεταβατική αρχηγία εκτιμάται θετικά, ως ενωτική. Βεβαίως, ο κ. Μεϊμαράκης έκανε το σοβαρό λάθος να είναι υπερσυγκαταβατικός. Η απήχηση της Ν.Δ, όμως, είναι αποδυναμωμένη κυρίως εξαιτίας του γεγονότος ότι, κατά πολλούς πλέον, ο ιστορικός της κύκλος θεωρείται άμεσα συνδεδεμένος με τα δεινά της Μεταπολίτευσης και ως εκ τούτου περαιωμένος. Το χειρότερο είναι πως πληρώνει και για τα λάθη του πρώην εταίρου της, του ΠΑΣΟΚ, μετά το ΠΑΣΟΚ: ο κόσμος πια δεν ξεχνά τις κομματικές προγραφές, τον πολιτικό αμοραλισμό, την μισαλλοδοξία. Πρόκειται για έλλειψη εμπιστοσύνης και συλλογική Μεταπολιτευτική κόπωση, πιθανολογείται δε ως σύνδρομο, μη αναστρέψιμο πλέον. Η Ν.Δ θεωρείται καθεστωτική με ότι αυτό αποπνέει, με ότι αποκλείει, ενώ η κοινωνία απαιτεί ανανέωση και συμμετοχή. Απόδειξη είναι πως αυτή τη φορά ο ΣΥΡΙΖΑ, δεν χρειάστηκε ούτε καν την συνθηματολογία του για να την αφήσει πίσω, ασθμαίνουσα και με διαφορά. Με μια γενίκευση και μόνο, μεταξύ παλιού και νέου, αορίστως, κέρδισε άνετα τις εκλογές. Γενίκευση, βέβαια, φαιδρή και προσχηματική ως επιχείρημα, αλλά αυτά δεν ενδιαφέρουν τον κ.Τσίπρα, που προκειμένου να υποβάλλει στην δήθεν θεατρικότητά του, τείνει να μιμείται την φωνητική χροιά του Ανδρέα Παπανδρέου. Φευ. Αλλά, δεν βλάπτει η μίμηση. Οι άδειες λέξεις βλάπτουν. Γιατί δημιουργούν συνειρμούς και φόβους αναβίωσης του βαθέος, εφιαλτικού ΠΑΣΟΚ, πολιτικού πάτρωνα του ΣΥΝ, πολιτικού προδρόμου του ΣΥΡΙΖΑ.
Η ανανέωση, λοιπόν, είναι το μεγάλο στοίχημα για την Ν.Δ, μα για να το κερδίσει απαιτείται σπάνια πολιτική αρετή. Αντίπαλός της, πρωτίστως, είναι το δικό της παρελθόν, η κυβερνητική σύμπραξη με το ΠΑΣΟΚ, αλλά και η φθορά του χρόνου.
**********
Μέγας, όμως, νικητής των εκλογών, είναι το τρίτο Μνημόνιο του φωτισμένου Ευρωπαϊκού ιερατείου, δια του οποίου εγκαθίσταται κατοχικό Κοινοβούλιο στην Χώρα μας. Μαζί, δυστυχώς, εγκαθίσταται και η νόσος της υποταγής, της ανελευθερίας. Διεθνείς, έγκριτοι οικονομολόγοι, ανεπιφύλακτα ομονοούν μαζί με τον Δρ. Σόιμπλε, ότι το εν λόγω έκτρωμα είναι φτιαγμένο για να αποτύχει, προορίζεται να αποτύχει, ώστε η Ελλάδα, η πρέσβειρα του Φωτός, να καταστεί θεραπαινίδα της παγκοσμιοποίησης.
Πρόκειται για αλυσιτελή, φαύλο, ατελέσφορο μνημονιακό κύκλο: το τρίτο μνημόνιο προοιωνίζει το τέταρτο, μετά θα επείγει το πέμπτο, ενόψει του λυτρωτικού έκτου, κ.ο.κ…
Ο κύκλος θέλει διάρρηξη, σπάσιμο, δεν πρόκειται για αντιμνημονιακή ρητορεία και θέση, δεν τίθεται απλά έτσι.
Πρόκειται για φυγή προς το μέλλον, προς τα εμπρός, απλά.
Καθήκον των πολιτικών ταγών είναι να εμπνεύσουν, να συνεγείρουν, να ποδηγετήσουν με όραμα την κοινωνία. Τώρα όμως, σχεδόν όλοι ,είναι δέσμιοι όσων προσυπέγραψαν και συναποδέχθηκαν.
Μόνη διέξοδος απομένει η ατομική εναντίωση, η αντίσταση, με σκοπό την συλλογική αφύπνιση, την έγερση, την κινητοποίηση, την μεταστροφή της πορείας της Χώρας.
Θέλει αρετή και τόλμη…
Ο δρόμος είναι μπροστά…