Σύμφωνα με γραπτή ανακοίνωση, στις 7 Δεκεμβρίου «σε αντίθετη περίπτωση μέλη της πλατφόρμας θα προχωρήσουν σε απεργία σε στρατηγικής σημασίας υπηρεσίες, ενώ θα συνεχιστούν οι διαμαρτυρίες». Η πλατφόρμα δηλώνει αποφασισμένη να συνεχίσει με εκδηλώσεις «πολιτικής ανυπακοής», με τους εργαζόμενους να προσέρχονται στην εργασία τους σύμφωνα με το κανονικό ωράριο και όχι με βάση την απόφαση της «κυβέρνησης» για προσέλευση μισή ώρα αργότερα.
Πίσω από αυτές τις διαμαρυρίες θα δει κανείς όψεις μιας κοινωνίας η οποία κάνοντας τα «δευτερεύοντα» στοιχεία της πολιτικής διαπάλης, κύρια, δείχνει ότι δεν τα παρατά, ψάχνει για μια διαφορετική εξέλιξη. Η απόφαση της «κυβέρνησης» του ΚΕΕ (Οζκιουργκούν) και του ΔΗΚΟ (Σ. Ντενκτάς) να ταυτιστεί με την αντίστοιχη τουρκική, δείχνει την εύκολη προσαρμογή της βαθιάς τ/κ δεξιάς στις επιταγές της «μητέρας πατρίδας» (ορολογία που χρησιμοποιούν συχνά οι ντενκτασικοί τ/κ πολιτικοί) και τη θέλησή της να κάνει ότι μπορεί για να δυσκολέψει την ηγεσία Ακιντζί.
Η τ/κ κοινωνία για λόγους που συνδέονται με την καταπιεστική εξουσία Ντενκτάς, έχουν αναπτύξει μια δραστήρια κοινωνία των πολιτών (πολλές οργανώσεις με μικρό εκτόπισμα) αλλά μαχητικές στον τρόπο που αναπτύσσουν μια δημόσια θέση. Συχνά πρωταγωνιστούν οι οργανώσεις των δασκάλων και των καθηγητών, οι οποίες ανήκουν στο χώρο της αυτόνομης τ/κ κεντροαριστεράς.
Οι τ/κ δυνάμεις υπέρ της λύσης, λειτουργούν σε ένα περιοριστικό περιβάλλον, γι’ αυτό και εκφράζονται έμμεσα, σε επιμέρους ζητήματα, τα οποία μετατρέπουν σε κυρίαρχα. Είναι ενδιαφέρον να σημειωθεί ότι στην ε/κ κοινωνία τα αντανακλαστικά παραμένουν σχεδόν σβηστά σε ανάλογης σημασίας πολιτικές διεργασίες. Τα στερεότυπα αφορούν και τις δυνάμεις που υποστηρίζουν την επίλυση στο κυπριακό και οι οποίες παραμένουν αδρανείς σε κάθε μήνυμα από την τ/κ κοινωνία, συχνά θεατές κάθε εξέλιξης, καθώς αισθάνονται αμήχανα απέναντι σε κάθε κινητοποίηση των τ/κ με άμεσο ή έμμεσο πολιτικό χαρακτήρα. Ένα βασικό συστατικό στοιχείο της επίλυσης στο κυπριακό είναι, η σε ένα βαθμό, κοινή αντίληψη ορισμένων πραγμάτων, η ανάπτυξη κοινών συμφερόντων, η αντιμετώπιση κοινών προβλημάτων μέσα από ανταλλαγή απόψεων, οι δημόσιες δηλώσεις υποστήριξης (λ.χ. στήριξη της προσπάθειας για αλλαγή της ώρας στους τ/κ), και επί τόπου έκφραση αλληλεγγύης (συμμετοχή κάποιας συνδικαλιστικής αντιπροσωπείας στις εκδηλώσεις αυτές). Η μια ώρα διαφορά είναι πολιτικό ζήτημα. Ακριβώς ως πολιτικό ζήτημα είναι απολύτως ε/κ.
Η γνωστή ρήση προοδευτικών τ/κ σχετικά με τον «κυπριωτισμό» της κοινότητάς τους, με βάση την δημόσια πρακτική τους, ισούται, στη δική μου ανάγνωση, με δύο «αρνήσεις» και μια «κατάφαση»: όχι στον εναγκαλισμό που παρέχει η Τουρκία και τους οδηγεί σε σχέση εξάρτησης, αλλά και όχι σε σχέσεις με την ε/κ κοινότητα που θα δημιουργούν συνθήκες για να είναι πολίτες «δεύτερης κατηγορίας» με βάση τις ιστορικές τους εμπειρίες. Γι΄αυτό η δική τους κατάφαση οδηγεί στην αποδοχή της ομοσπονδιακής λύσης όπως διαγράφεται στα ψηφίσματα του ΟΗΕ. Για την τ/κ πολιτική τάξη οι πολιτικές για το μέλλον είναι δύο: η βαθειά δεξιά που ακολουθεί τα βήματα της «μητέρας πατρίδας» και βλέπει το κυπριακό με τα μάτια του Ρ. Ντενκτάς και η τ/κ προοδευτική άποψη που εκφράζεται με την ορολογία του «κυπριωτισμού» όπως την περιέγραψα πιο πάνω (δύο αρνήσεις, μια κατάφαση).