Η ελληνική είναι η γλώσσα στην οποία εκφράστηκαν οι γίγαντες του πνεύματος της κλασικής εποχής –γλώσσα την οποία η σπουδαία Γαλλίδα συγγραφέας και ακαδημαϊκός Ζακλίν Ρομιγί είχε χαρακτηρίσει ως οικουμενική. Αλλά και αργότερα στην κοινή ελληνιστική γράφτηκε ο λόγος του Θεού, τα ευαγγέλια.
Και επιβιώνει ο ελληνικός λόγος έως την εποχή μας στην καθημερινή μας ομιλία. Ακόμη κι αν δεν το αντιλαμβανόμαστε πολλές φορές. Καθώς είπε ένας άλλος κορυφαίος ποιητής μας, ο Γιώργος Σεφέρης, στην ομιλία του κατά την απονομή του Νόμπελ Λογοτεχνίας: «η ελληνική γλώσσα δεν έπαψε ποτέ της να μιλιέται. Δέχτηκε τις αλλοιώσεις που δέχεται καθετί ζωντανό, αλλά δεν παρουσιάζει κανένα χάσμα».
Αυτή η διαχρονικότητα της ελληνικής γλώσσας ως φορέα απαράμιλλου πολιτισμού και υψηλών συλλήψεων του ανθρωπίνου πνεύματος, επιβάλλει την προστασία και τη διάδοσή της από όλους εμάς σήμερα. Η ενίσχυσή της σημαίνει ταυτόχρονα και ενίσχυση των αρχών του ανθρωπισμού και όλων των κλασικών εννοιών που πάνω τους θεμελιώθηκε και ο δυτικός κόσμος, ενώ σήμερα συνιστούν κτήμα της παγκόσμιας κοινότητας.
Αρχές που αντιπαραβάλλονται στο υλιστικό πνεύμα της εποχής, που τείνει να ισοπεδώσει και να εξαφανίσει τις διαφορετικές πολιτισμικές ταυτότητες και την ιδιοπροσωπεία λαών και ανθρώπων.
Ανά τον κόσμο πολλές είναι οι εστίες καλλιέργειας και διάδοσης της ελληνικής γλώσσας: πανεπιστημιακές σχολές και ιδρύματα, φορείς και φωτισμένοι επιστήμονες. Και μαζί τους, οι ελληνικές κοινότητες και οι ελληνικές παροικίες που διατηρούν τον ελληνικό λόγο στο τόπο διαμονής τους. Ανεκτίμητοι πρεσβευτές του ελληνικού πολιτισμού.
Έτσι, εκτός από την Ελλάδα και την Κύπρο μας, η ελληνική λαλιά επιβιώνει ακόμη σε συμπαγείς κοινότητες του μείζονος ελληνισμού. Όπως είναι η ελληνική μειονότητα της βορείου Ηπείρου, η οποία το τελευταίο διάστημα απειλείται εκ νέου από την έξαρση του αλβανικού εθνικισμού, οι Έλληνες της Μαριούπολης, που βιώνουν το δράμα του πολέμου στην ανατολική Ουκρανία, αλλά και οι ελληνικές κοινότητες της Ιταλίας, το ιστορικό βάθος των οποίων φθάνει στην αρχαιότητα.
Είναι, λοιπόν, καλοδεχούμενη η πρόταση των Ελληνικών Κοινοτήτων της Ιταλίας για την καθιέρωση παγκόσμιας ημέρας της ελληνικής γλώσσας. Η συμπαράταξη όλων για τον κοινό σκοπό, που ξεπερνά τα ελληνικά σύνορα, και δεν υπαγορεύεται από λόγους στενά «εθνικούς», πρέπει να θεωρείται αυτονόητη. Και ας μη λησμονούμε ότι κάθε προσπάθεια που γίνεται για την ανάδειξη της γλώσσας μας στο εξωτερικό μπορεί να έχει θετική αντανάκλαση και στο εσωτερικό της Ελλάδας. Κι αυτό, επίσης είναι πολύ σημαντικό, καθώς τις τελευταίες δεκαετίες, λόγω ποικίλων παραγόντων η ομιλούσα γλώσσα φτωχαίνει, χάνει σε λεξιλόγιο, στρεβλώνεται η δομή της, μετατρέπεται -ιδιαίτερα ανάμεσα στους νέους- σε ελληνο-αγγλικό υβρίδιο.