Μόνο που τώρα όσο ένταση κι αν έχουν οι πανηγυρισμοί της κυβέρνησης κανείς δεν θα την πιστεύει, αφού η υπόθεση «έκλεισε με επιτυχία η διαπραγμάτευση», αποδείχθηκε «τζούφια», ή μάλλον ένα από τα πιο σύντομα ανέκδοτα.
Κι επειδή αυτό το γνωρίζει και η κυβέρνηση, θα επιχειρήσει να στρέψει την προσοχή της κοινωνίας αλλού, κυρίως σε θέματα της καθημερινότητας, τα οποία κυρίως με διοικητικές αποφάσεις μπορεί να αντιμετωπίσει, καθώς και στην προώθηση μεταρρυθμίσεων για τις οποίες έχει δεσμευθεί με το 3ο και 4ο μνημόνιο και οι οποίες έχουν μείνει στα χαρτιά.
Όση διάθεση και να δείξει όμως η κυβέρνηση Τσίπρα, δεν θα έχει τα θεμιτά αποτελέσματα, αφού έχει χάσει την αξιοπιστία της.
Στο ίδιο πεδίο, σε θέματα καθημερινότητας, κινείται ήδη από καιρό και η ΝΔ. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης βλέπει συνεχώς εκπροσώπους παραγωγικών φορέων και ξεκινά και πάλι επαφές με το λαό, κάτι το οποίο δεν τολμά, φυσικά, να κάνει ο πρωθυπουργός, αφού όπου κι αν εμφανίζεται τελευταία δεν αποφεύγει τις αποδοκιμασίες.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης μέσα από την ενασχόλησή του με τα προβλήματα της καθημερινότητας των Ελλήνων, εκτός από το ότι έρχεται πιο κοντά στο λαό, τονίζει και την ηγετικότητά του, ενώ πείθει όσους συναναστρέφεται ότι υπάρχει εναλλακτική λύση. Παράλληλα γκρεμίζει το μηδενιστικό αφήγημα που βοηθά τον ΣΥΡΙΖΑ, ότι «όλοι ίδιοι είναι».
Το πρόβλημα για τη ΝΔ είναι ότι ενώ αυτή θα προτείνει λύσεις και θα αναδεικνύει την κυβερνητική αδυναμία, θεσμικά η κυβέρνηση είναι εκείνη που μπορεί να λάβει αποφάσεις για να δώσει λύσεις.
Το πλεονέκτημά της είναι ότι η κυβέρνηση και να θέλει να δώσει λύσεις δεν μπορεί, γιατί δεν έχει τη δυνατότητα να καταστήσει ενιαία πολιτική γραμμή το συνονθύλευμα των διαφορετικών τάσεων, απόψεων και ιδεοληψιών, που υπάρχουν στον ΣΤΡΙΖΑ.
Κλασσικά παραδείγματα η ασφάλεια, η παιδεία και το Ελληνικό.
Για το Ελληνικό άλλα λέει ο αρμόδιος υφυπουργός κ. Στέργιος Πιτσιόρλας και άλλα ο βουλευτής Γιώργος Κυρίτσης και η παρέα του, που κάνουν κάθε τι για να ματαιωθεί η επένδυση.
Για την παιδεία, αλλά επιβάλλει η λογική για ελεύθερα, αυτοδιοικούμενα πανεπιστήμια και άλλα επιβάλλει το κομματικό συμφέρον με επικεφαλής τον υπουργό παιδείας κ. Γαβρόγλου.
Για την ασφάλεια, άλλα επιβάλλει η ίδια η ζωή, και άλλα το κομματικό κόμπλεξ απέναντι «στα παιδιά», που υπό τον μανδύα των αντιεξουσιαστών, ασκούν πολιτική με αποτέλεσμα το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη να έχει γίνει υπουργείο Προστασίας των Αντιεξουσιαστών…
Γιατί η κοινή λογική λέει ότι βασική αρχή ενός ευνομούμενο κράτους είναι να προσφέρει σωστές υπηρεσίες στην Υγεία, στην Πρόνοια, στην Παιδεία και στην Ασφάλεια (εσωτερική και Εξωτερική).
Την Υγεία η παρούσα κυβέρνηση την έχει διαλύσει σε τέτοιο βαθμό που οι γιατροί «ξεπετάνε» ακόμη και ένα περιστατικό νεκρού παιδιού, χωρίς να αντιληφθούν ότι έχει σκοτωθεί από σφαίρα στο κεφάλι.
Την πρόνοια η κυβέρνηση της Αριστεράς την έχει ισοπεδώσει προς τα κάτω, ευτελίζοντας κάθε έννοια γύρω από την ανθρώπινη αξιοπρέπεια.
Την παιδεία, θέλει να την γυρίσει στο επίπεδο του 1980, καθιστώντας τα πανεπιστήμια άντρο του κομματισμού, στερώντας τους τη δυνατότητα να προσφέρουν στην οικονομία της χώρας. (Θυμίζουμε ότι μελέτη της Τραπέζης της Ελλάδος ανέφερε ότι στα επόμενα 10 χρόνια μέσα από προγράμματα μεταπτυχιακών που καταργεί η κυβέρνηση, τα ΑΕΙ και ΤΕΙ θα μπορούσαν να προσφέρουν στην οικονομία 50 δις ευρώ!)
Την εσωτερική ασφάλεια η παρούσα κυβέρνηση δεν μπορεί να την εξασφαλίσει καθώς θα έπρεπε να έλθει σε αντιπαράθεση κατ’ αρχάς με «τα παιδιά» της, που κατοικοεδρεύουν στα Εξάρχεια και δεύτερον να αντιμετωπίσει με αποφασιστικότητα κάθε έκνομο φαινόμενο, έστω και αν αυτό θα της στερούσε ψήφους κοινωνικών ομάδων, όπως των Ρομά. (Στο Μενίδι κατοικούν 10.000 Ρομά. Οι 1.000 εξ αυτών είναι εκτός φυλακής με αναστολή. Το εμπόριο ναρκωτικών και όχι μόνο, κυριαρχεί στην περιοχή, αλλά η κυβέρνηση δεν τολμά).
Συνεπώς ο ΣΥΡΙΖΑ δεν διαθέτει αυτό που η σημερινή ΝΔ έχει. Αποφασιστικότητα. Εκείνο που χρειάζεται είναι η αποφασιστικότητα αυτή, σε κάθε περίπτωση να καθίσταται καθημερινά όλο και πιο εμφανής. Μόνο έτσι θα πείσει όλο και μεγαλύτερο μέρος της κοινωνίας ότι δεν είμαστε όλοι ίδιοι αλλά και ότι διαθέτει εναλλακτική λύση για έξοδο από την κρίση. Και για να επιτύχει, για να μην είναι μια ακόμη κυβέρνηση διαχείρισης της κρίσης, πρέπει να πείσει όσο το δυνατόν μεγαλύτερο μέρος της κοινωνίας γίνεται.