ένα ποίημα του Μάνου Μαυρομουστακάκη.
Στραφτάλιζε γυμνή, παιδί γυμνό του ήλιου της.
Μικρές λαμπυρίδες στο σώμα της,
στις πλαγιές στα ορύγματά του,
τα κολλημένα χαλικάκια της ακτής.
Σώμα γης το σώμα της, ξεπεζεμένο από την αφημένη πόλη,
μπιμπικιασμένο θυλάκωνε σπαρταριστή τη θαλασσινή αλμύρα.
Γυναίκα της θάλασσας, φρεσκοπαραδομένη στη στεριά,
αναγεννημένη με παράδεισο, την καρπουζένια μυρωδιά του,
την κουβαλημένη με το δέρμα της σε διαμαντικές σταγόνες.
Αντίλαλος της φύσης το γυμνό της σώμα.
Αισθησιασμός των αισθήσεων.
Άτμητος.
Ολάκερος.
Φωτεινός.
Ως έρως!