γράφει ο Νίκος Γκίκας.
Είναι φανερό πως η Σύνοδος των ηγετών του Ευρωπαϊκού Σοσιαλιστικού Κόμματος (PES Leaders) είχε πολλά ζητήματα. Οι μέχρι πρότινος πολιτικές οδήγησαν τους σοσιαλιστές σε αναδιοργανώσεις επιλεκτικότητας, άλλοτε στις κοινωνικές μειονότητες και το περιθώριο, άλλοτε στον επίπλαστο οικολογισμό, στους μετανάστες και ενίοτε σε υποκριτικές πολιτικές υπονόμευσης του ευρωπαϊκού χώρου χάριν οικονομικών συμφερόντων.
Πέρα από τις ωραιοποιήσεις και τα ευχολόγια της Συνόδου για φεμινιστικές αξίες, φεμινιστική οικονομία, για ζώνη ελευθερίας LGBTIQ, για δίκαιους και επαρκείς μισθούς με ποιοτικές θέσεις εργασίας και συναφείς αερολογίες τα διακυβεύματα παραμένουν.
Οφείλουν να απαντήσουν σε μια στρατηγική ικανή να εξασφαλίσει βιώσιμα την οικονομική συνέχεια απέναντι σε συσσωρεύσεις οικονομικές, εθνικές και κοινωνικές όπως η Κίνα και η Ινδία. Στρατηγική κεφαλαίου δηλαδή που θα παράγει ένα καθολικό οικονομικό συμφέρον και θα διασφαλίζει την κοινωνική συνοχή. Η εξαγωγιμότητα και μετεγκατάσταση του ευρωπαϊκού κεφαλαίου, συνέπεια του διεθνοποιημένου περιβάλλοντος συνεχίζεται, και αυτό επιδρά στην εργασία, την οικονομία, τις συντάξεις.
Να απαντήσουν στη μεταναστευτική κρίση, καθώς οι διεθνοποιημένες ευρωπαϊκές ελίτ και τα αριστερίστικα ιδεολογήματα των ανοιχτών συνόρων οδήγησαν στο Brexit και την άνοδο των άκρων. Ειδομένη, Μόρια, Καρά Τεπέ, Καλαί, Λαμπεντούζα. Από τα εγχώρια σοσιαλιστικά προτάγματα της “εθνικής ανεξαρτησίας, λαϊκής κυριαρχίας” και το κυρίαρχο “η Ελλάδα ανήκει στους Έλληνες” οδηγηθήκαμε στα καταστροφικά μυθεύματα των μεταναστών που λιάζονται και στον κίβδηλο ακτιβισμό του σύγχρονου προλεταριάτου των μητροπολιτικών κέντρων.
Να απαντήσουν στη διασφάλιση των δικαιωμάτων των γυναικών και μειονοτήτων στις σχέσεις με τα συνεργαζόμενα κράτη όπως η Τουρκία, στις ανισότητες που πρεσβεύει ο ισλαμικός κοινωνικός φονταμενταλιασμός και φυσικά στην διασφάλιση των συνόρων της Ε.Ε. πέρα από το μυωπικό φακό των οικονομικών σχέσεων.
Ο τρίτος δρόμος σκόνταψε στη λαϊκή αποδοκιμασία και εκείνο που περισσότερο χρειάζονται είναι ένας κώδικας αξιοπιστίας και ορθολογισμού προκειμένου να επανακάμψουν στη συνείδηση των πολιτών. Στην πραγματικότητα βέβαια η Ευρώπη ολόκληρη χρειάζεται ένα θεσμικό οικοσύστημα λογοδοσίας, που θα προωθεί τη διαφάνεια και τον ορθολογισμό, Ένα θεσμικό πλαίσιο απόρριψης των ανήθικων λαϊκιστών με φασιστικά ή νεφελώδη σταλινικά ιδεολογήματα ευκλεών απατών και αυταπατών, από τα οποία και η χώρα μας υπέφερε τα τελευταία χρόνια.
Ο μεγάλος Γάλλος σοσιαλιστής Μιτεράν το 1984 είχε δηλώσει πως οι εθνικοί στόχοι της Γαλλίας ήταν ο “εκσυγχρονισμός” και η “παγκόσμια ανταγωνιστικότητα”. Οι θέσεις του είναι εξαιρετικά επίκαιρες σήμερα.
Η επιστροφή λοιπόν από την ασάφεια στο ρεαλισμό επιβάλλεται από τις συνθήκες της επόμενης ημέρας. Και η απάντηση δεν αφορά απλά το λαϊκισμό, ως μια ανταγωνιστική επιλογή ενάντια στην άρχουσα τάξη όπως το περιέγραψε ο Laclau, αλλά την άρθρωση βιώσιμων επιχειρημάτων ανάπτυξης στο διάλογο της σοσιαλδημοκρατίας με την ανταγωνιστικότητα και κύρια την εθνική ανταγωνιστικότητα, όπως την περιέγραψε ο Μ. Porter (1990) στο “Ανταγωνιστικό Πλεονέκτημα των Εθνών”, ως προϋπόθεση για την ευημερία των πολιτών.