γράφει ο Μύρων Ζαχαράκης.
Τις τελευταίες δεκαετίες στην Ελλάδα, κάθε άποψη που για κάποιον λόγο προσεγγίζει τον πολιτικό συντηρητισμό, τη Δεξιά και συνδέεται με εθνικό ή θρησκευτικό λόγο, περιθωριοποιείται και στιγματίζεται σχεδόν αμέσως μετά την εμφάνισή της. Στο παρόν άρθρο θέλω να μιλήσω για το ζήτημα της πόλωσης. Φοβάμαι πως μέχρι και σήμερα, στην πολιτική μας ζωή, ζούμε τη συνέχιση του Εμφυλίου με άλλα μέσα. Θα ξεκινήσω με ένα παράδειγμα κάπως ανορθόδοξο, διότι προέρχεται όχι από τον επίσημο πολιτικό στίβο αλλά από το You Tube. Πρόκειται για την περίπτωση της νεαρής youtuber, Αγαθής Χριστιάνας Σαλβάνου.
Ξεκαθαρίζω αρχικά ότι δεν ταυτίζομαι απαραίτητα με τις απόψεις της συγκεκριμένης youtuber, καθώς σε ορισμένα από όσα έχει πει διαφωνώ κι εγώ. Το πρόβλημα εδώ είναι το δικαίωμα ελεύθερης έκφρασης, το οποίο στην ουσία πλήττεται εμμέσως από συντονισμένες προσπάθειες έκφρασης ψυχολογικής βίας και στιγματισμού. Ας γίνω λίγο πιο συγκεκριμένος. Ένα από τα τελευταία της video διέθετε περίπου χίλια likes και 234 dislikes πριν δύο εβδομάδες, ενώ σήμερα ο αριθμός των likes και των dislikes είναι σχεδόν ίδιος. Τα δημοφιλέστερα σχόλια από κάτω είναι χαρακτηριστικά: ευχές για θάνατο, προσωπικές προσβολές και κάθε λογής απειλές. Και φυσικά, δεν είναι η πρώτη ούτε η τελευταία φορά. Αν προέρχονταν από άτομα με ακραίες σοβινιστικές απόψεις, θα ήταν ίσως κάπως αναμενόμενο.
Το ιδιαίτερα παράξενο είναι ότι τέτοιου είδους προσβολές προέρχονται πρωτίστως από άτομα με «φεμινιστική» κοσμοθεωρία, που τείνουν να αυτοτοποθετούνται στον «προοδευτικό» και δημοκρατικό χώρο. Πώς γίνεται ένα βίντεο να αποκτά τέτοιες διαστάσεις μέσα σε λίγες μέρες; Ύστερα από άρθρα ή post φεμινιστικών σελίδων, που απαντούν στην ίδια και τους ισχυρισμούς της, ακόλουθοι αυτών των σελίδων (ενδεχομένως και πολλοί έφηβοι) πάνε και της σχολιάζουν σωρηδόν, αποδοκιμάζοντας την Αγαθή με βρισιές. Η ίδια δέχεται καθημερινά μερικές δεκάδες ή και εκατοντάδες υβριστικά μηνύματα. Και καμία ομαδική καταδίκη αυτών των συμπεριφορών από φεμινιστικές σελίδες, που να τονίζουν πως η Αγαθή (και η κάθε «Αγαθή») έχει το δικαίωμα να εκφράζει τις απόψεις της ελεύθερα δίχως να είναι αναγκασμένη να υφίσταται την ομαδική επιθετικότητα του εξαγριωμένου διαδικτυακού όχλου. Αναρωτιέται λοιπόν κανείς: αποτελούν τα βίντεο μιας youtuber τόσο σοβαρή απειλή ώστε να υπάρχει τέτοια αντίδραση; Αν δει κανείς αυτά τα βίντεο, το μόνο που θα δει είναι κάποιες αντιδημοφιλείς συντηρητικές απόψεις χωρίς ίχνος προσβολής ή επιθετικότητας. Αυτό που εντυπωσιάζει εδώ είναι η δυσαναλογία: ψύχραιμη έκφραση απόψεων από τη μια μεριά και σωρεία προσβολών από την άλλη. Μέχρι στιγμής δεν έχω δει καμία φεμινιστική σελίδα να υπερασπίζεται την Αγαθή. Αν και βέβαια διευκρινίζουν πως πρέπει οι απαντήσεις να είναι κόσμιες, οι σελίδες αυτές δεν κάνουν τίποτε άλλο για να τις διατηρήσουν κόσμιες, όπως λόγου χάρη, να καταδικάσουν με κάθε τρόπο οποιαδήποτε προσβολή προς το πρόσωπό της. Το μόνο που υπάρχει είναι έντονη ειρωνεία και υπαινιγμοί για το πόσο η Αγαθή «εκφράζει όλο τον συντηρητισμό και το μίσος του “παλιού κόσμου” που σαπίζει και παρακολουθεί αποσβολωμένος τα γυναικεία κινήματα να χτίζουν νέες συνειδήσεις» («Διεθνής Σοσιαλιστική οργάνωση Ξεκίνημα»), καθώς και «τους τόνους εσωτερικευμένου μισογυνισμού που ξερνάει» («Φεμινιστική Ομάδα Κιλοτίνα»). Και μόνο μια σύγκριση ανάμεσα σε τέτοιες δηλώσεις σε σχέση με τους ήπιους τόνους της Αγαθής, δείχνει αρκετά πράγματα. Φυσικά, το θέμα εδώ δεν είναι αποκλειστικά η συγκεκριμένη youtuber.
Στην Ελλάδα, κάθε άποψη που για κάποιον λόγο προσεγγίζει τον πολιτικό συντηρητισμό, τη Δεξιά και δείχνει να ασπάζεται εθνικό ή θρησκευτικό λόγο, αντιμετωπίζεται σχεδόν ως κίνδυνος. Σχεδόν κάθε αλλαγή στο πρόγραμμα των σχολικών μαθημάτων συνοδεύεται, ιδίως στα social media, από περιφρόνηση για το μάθημα των Θρησκευτικών και για την Υπουργό Νίκη Κεραμέως, που δείχνει να μη θέλει να τα καταργήσει. Φυσικά, ως πολιτικός, έχει τους δικούς της σκοπούς να (δείχνει ότι) κάνει όσα κάνει. Αυτό δε με απασχολεί εδώ. Εκείνο που έχει σημασία είναι ότι η παραμικρή έκφραση θρησκευτικότητας αρκεί για να χαρακτηριστείς υποτιμητικά ως «θεούσα» ή και κάτι χειρότερο. Ή λοιπόν είμαστε μια χώρα γεμάτη με επίδοξους φασίστες που είναι ανά πάση στιγμή έτοιμοι να καταστρέψουν τα πάντα, όπως δείχνουν να πιστεύουν πολλοί, ή απλώς η εποχή μας επιδίδεται σε ένα (ευτυχώς αναίμακτο) κυνήγι μαγισσών για το ποιος είναι λιγότερο προοδευτικός ή όχι. Ακόμη και σήμερα υπάρχουν αρκετοί άνθρωποι που επιμένουν να ψηφίζουν αναλόγως με το με ποια πλευρά είχε πολεμήσει ο παππούς τους κατά την εποχή του Εμφυλίου. Διότι, ας το παραδεχτούμε, πίσω από όλες αυτές τις μοντέρνες συζητήσεις για τον φεμινισμό και το white guilt, κρύβεται ο παλιός και γνωστός Εμφύλιος και η τραυματική πόλωση που επέφερε στην ελληνική κοινωνία. Ακόμη δεν έχουμε καταφέρει να συνέλθουμε.
Ας δούμε μερικά παραδείγματα. Η νεολαία ενός μεγάλου σοσιαλδημοκρατικού κόμματος που μέχρι ενάμισι χρόνο πριν ήταν στην εξουσία και συνεδρίαζε με την υπόλοιπη Ευρωπαϊκή Ένωση, οργανώνει τον Αύγουστο camping στην περιοχή του Γράμμου, στα ίχνη του ΔΣΕ του Εμφυλίου. Πρόσφατα, οκτώ γνωστοί άνθρωποι των γραμμάτων (μεταξύ των οποίων οι ακαδημαϊκοί Αντώνης Λιάκος και Νίκος Μουζέλης) δήλωσαν πίστη στο γνωστό «ηθικό πλεονέκτημα» της Αριστεράς. Με λίγα λόγια, άνθρωποι των γραμμάτων εξακολουθούν να υπαινίσσονται, εν έτει 2020, ότι αν ένας άνθρωπος δεν ανήκει στον Αριστερό χώρο, διαθέτει αυτομάτως κάποια ηθική κατωτερότητα, ανεξάρτητα από το ποιόν του χαρακτήρα του. Σαν να είναι η αρετή κάτι που κληρονομούμε από ορισμένους σημαντικούς προγόνους και όχι κάτι που οι ίδιοι με κόπο και προσπάθεια κατακτούμε. Η ειρωνεία είναι ότι οι περισσότεροι υπέρμαχοι αυτού του ηθικού πλεονεκτήματος είναι και οι πρώτοι που θα το «αφαιρέσουν» από τους άλλους. Όταν λόγου χάρη ο Μίκης Θεοδωράκης συμμετείχε στο συλλαλητήριο για τη συμφωνία των Πρεσπών, καταδικάστηκε από πολλούς από αυτούς ως «ακροδεξιός». Με λίγα λόγια, μοιάζει να υπάρχει ένα ηθικό πλεονέκτημα, το οποίο έφεραν ορισμένες προσωπικότητες σε μια πολιτική παράταξη και παραμένει εκεί, ανεξαρτήτως του τι κάνουν πραγματικά οι άνθρωποι που υποτίθεται ότι το διεκδικούν. Αν χρησιμοποιώ παραδείγματα από την (Άκρα) Αριστερά, το κάνω κυρίως γιατί ο λόγος της διαθέτει σαφώς μεγαλύτερο κύρος στον Τύπο και γενικότερα, στον δημόσιο χώρο. Η Ακροδεξιά όμως, αν και προς το παρόν στο περιθώριο, φαίνεται μάλλον να κερδίζει έδαφος ύστερα από τα γεγονότα με την Τουρκία και το μεταναστευτικό. Πριν λίγες μέρες, η αναρχική συλλογικότητα «Μασόβκα» τοποθέτησε έξω από τα γραφεία πρώην βουλευτή ακροδεξιού κόμματος μια «πηγάδα», με ευθεία αναφορά στη γνωστή σφαγή του Εμφυλίου. Ο πρώην βουλευτής κλώτσησε δημόσια την «πηγάδα», γράφοντας δημόσια «αργόσχολοι, πανίβλακες αναρχικοί για 3′ δεν σας πρόλαβα». Αναρωτιέται κανείς αν σε περίπτωση που τους είχε προλάβει εκείνος, η σύγκρουση θα είχε περιοριστεί στα όρια της λεκτικής αντιπαράθεσης ή όχι.
Ύστερα από όλα αυτά, αμφιβάλλει ακόμη κανείς ότι η πολιτική μέχρι και σήμερα παραμένει η «συνέχιση του Εμφυλίου με άλλα μέσα»; Αν αυτά τα μέσα παραμένουν, γενικά ήπια, δηλαδή λεκτικές επιθέσεις και δημόσιες ειρωνείες, δεν ξέρουμε αν αυτό θα συνεχίσει να συμβαίνει. Διότι η πόλωση δε φέρνει παρά περισσότερη πόλωση.