γράφει ο Μάξιμος Χαρακόπουλος.
Μια από τις μεγάλες πληγές στην Ελλάδα της κρίσης είναι αυτή της φυγής στο εξωτερικό νέων με υψηλά προσόντα, το λεγόμενο brain drain. Το γεγονός αυτό έχει ιδιαίτερα αρνητικές συνέπειες στην οικονομική και κοινωνική ζωή του τόπου, και για τούτο απαιτούνται ταχύτατες πολιτικές αποφάσεις.
Η απώλεια για τη χώρα των ανθρώπων που στην ακμή της παραγωγικής τους δραστηριότητας μεταναστεύουν δημιουργεί δυσαναπλήρωτα κενά. Κι αυτό γιατί δεν πρόκειται για γκασταρμπάιτερ, ανειδίκευτους εργάτες που τη δεκαετία του ’60 πήγαιναν «στις φάμπρικες της Γερμανίας και το Βελγίου τις στοές». Αντιθέτων, είναι επιστήμονες, στην πλειοψηφία τους γιατροί, μηχανικοί και πληροφορικάριοι, που είχαν να προσφέρουν πολλά στην κοινωνία αλλά και στην άνοδο της επιστημονικής έρευνας και γνώσης. Αναμφίβολα, η φυγή τους προκαλεί ρήγμα στην μεσαία τάξη, που ανέκαθεν έδινε τον τόνο της ισορροπίας και της προόδου.
Επιπλέον, η μετανάστευση των νέων οδηγεί σε περαιτέρω και ταχύτερη γήρανση της ήδη γερασμένης κοινωνίας μας, και σε μεγαλύτερη ακόμη υπογεννητικότητα, καθώς χάνονται οι γενιές που κάνουν οικογένεια και παιδιά.
Μπορεί να αντιστραφεί αυτό το ζοφερό κλίμα; Με τις υπάρχουσες συνθήκες, δυστυχώς, όχι. Για να γίνει απαιτείται μια επανάσταση του αυτονόητου, πρωτίστως στην οικονομία. Μην λησμονούμε ότι οι περισσότεροι νέοι που ξενιτεύονται, το κάνουν με μισή καρδιά. Αν υπήρχαν οι προϋποθέσεις εργασίας, θα έμεναν εδώ, ακόμη και με μικρότερες αποδοχές. Όχι μόνον από φιλοπατρία και για να είναι κοντά στις οικογένειές τους, αλλά και γιατί η Ελλάδα, ακόμη και στα χρόνια της κρίσης, είναι ωραία χώρα για να ζει κανείς σε σχέση με τη γκρίζα καταθλιπτική βόρεια Ευρώπη.
Ωστόσο, όσο βασιλεύει ο κρατισμός και το επιδοματικό μοντέλο, θα έχουμε διαχείριση της μιζέριας και φυγή των καλύτερων μυαλών. Ίσως, όμως, αυτός να είναι και ο στόχος των κυβερνώντων, καθώς είναι οι κατ’ εξοχήν εκφραστές της μετριότητας και ορκισμένοι εχθροί της αριστείας. Αλλά σε έναν κόσμο άκρως ανταγωνιστικό αυτό το μοντέλο δεν θα περπατήσει μακριά. Ήδη, η Ευρώπη, που αλλάζει και αυτή ραγδαία, δεν θα επιτρέψει εμείς να πηγαίνουμε με το δικό μας χαβά.
Η λύση, λοιπόν, βρίσκεται σε μια άλλη πολιτική, αντιστρόφως ανάλογη με τη σημερινή. Μια κυβέρνηση που ενδιαφέρεται να γυρίσουν όσοι έφυγαν, ή τουλάχιστον οι περισσότεροι, και να μην φύγουν άλλοι, πρέπει να δώσει όλο το βάρος της στην ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας και ιδιαίτερα στους κλάδους με τεχνολογίες αιχμής, στις ιατρικές υπηρεσίες, που θα δημιουργήσει χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας. Κι αυτό θα γίνει με την προσέλκυση ξένων επενδύσεων, με τη δραστική μείωση της φορολογίας και των ασφαλιστικών εισφορών και την εξόντωση του τέρατος της γραφειοκρατίας, που υποθάλπει τη διαφθορά σε όλες τις κλίμακες του δημοσίου. Επιπλέον, θα πρέπει άμεσα, έστω τελευταίοι και καταϊδρωμένοι, να προχωρήσουμε στην ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων, που και θέσεις εργασίας θα δημιουργήσουν και νέους θα κρατήσουν στην Ελλάδα.
Για την ώρα, πάντως, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ νοιάζεται πώς θα θολώσει τα νερά και πως θα αποτρέψει την επερχόμενη κατάρρευσή της στις επικείμενες εκλογές. Ό,τι κι αν κάνει, όμως, τα πολιτικά ψωμιά τους τελειώνουν. Η επόμενη κυβέρνηση της ΝΔ θα επιδιώξει, χωρίς μεγάλα λόγια, αλλά με σχέδιο και εργασία, να βγάλει τη χώρα από το τέλμα. Και πρώτιστος στόχος θα είναι και η επιστροφή των νέων μας από την ξενιτιά.